Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας και οι Αρκάδες Φιλικοί

Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας και οι Αρκάδες Φιλικοί

Σεπτέμβριος 14, 2016 - 18:18
1 σχόλια

Σαν σήμερα, 14 Σεπτεμβρίου του 1814, ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία - Η μεγάλη συνεισφορά του Παναγιώτη Σέκερη από την Τριπολιτσά

Στα πλαίσια του διακαούς πόθου για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και με σαφή την επίδραση των μυστικών εταιρειών της Ευρώπης, συναντιούνται το 1814 στην Οδησσό τρεις Έλληνες και αποφασίζουν τη σύσταση μιας αυστηρά συνωμοτικής οργάνωσης, η οποία θα προετοίμαζε τον ξεσηκωμό όλων των Ελλήνων. Συμβολικά είχε οριστεί η 14η Σεπτεμβρίου, επέτειος της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού ,ως ημέρα ίδρυσης της. Πρόκειται για τον Νικόλαο Σκουφά, 35 χρόνων, από το Κομπότι της Άρτας, τον Εμμανουήλ Ξάνθο, 42 χρόνων, από την Πάτμο και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, 26 χρόνων, από τα Γιάννενα. Και οι τρεις έχουν ήδη γίνει κοινωνοί των επαναστατικών ιδεών και του εταιρισμού. Ο Σκουφάς είχε ιδιαίτερες επαφές με τον Κωνσταντίνο Ράδο, ο οποίος ήταν μυημένος στον Καρμποναρισμό. Ο Ξάνθος είχε μυηθεί σε τεκτονική Στοά της Λευκάδας («Εταιρεία των Ελεύθερων Κτιστών», της Αγίας Μαύρας), ενώ ο Τσακάλωφ είχε υπάρξει ιδρυτικό μέλος μιας Φιλανθρώπου Εταιρείας και γνώριζε την οργάνωση του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου.

Σκοπός της Φιλικής Εταιρείας ήταν η γενική επανάσταση των Ελλήνων για την «ανέγερσιν και απελευθέρωσιν του Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδoς μας», όπως μας πληροφορεί ο ίδιος ο Ξάνθος. Και σημειώνει στα «Aπομνημονεύματά» του: ..δια να ενεργήσωσι μόνοι των ό,τι ματαίως από πολλού χρόνου ήλπιζον από την φιλανθρωπίαν των χριστιανών βασιλέων».

Η πορεία ανάπτυξης της Φιλικής είναι εντυπωσιακή. Το διάστημα 1814-1816 τα μέλη της αριθμούν περίπου 20. Ως τα μέσα του 1817 αναπτύσσεται κυρίως μεταξύ των Ελλήνων της Ρωσίας και της Μολδοβλαχίας, αλλά και πάλι τα μέλη της δεν υπερβαίνουν τα 30. Όμως, από το 1818 σημειώνονται αθρόες μυήσεις. Κατά το 1820 εξαπλώνεται σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδας και τις περισσότερες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Χιλιάδες υπολογίζονται οι μυημένοι, μολονότι είναι γνωστά μόνο 1096 ονόματα. Τους πρώτους μήνες του 1821 τα μέλη της αριθμούν δεκάδες χιλιάδες. Η οργάνωση είχε υπερβεί τα ίδια της τα όρια.

Στις γραμμές της συσπειρώνονται κυρίως έμποροι και μικροαστοί, αλλά και Φαναριώτες και κοτζαμπάσηδες και κληρικοί, πρόσωπα που θα διαδραματίσουν αγωνιστικό ρόλο (θετικό ή αρνητικό) στον αγώνα για την ανεξαρτησία, όπως οι οπλαρχηγοί Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αναγνωσταράς, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), οι Φαναριώτες Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Νέγρης, οι μεγαλοκαραβοκύρηδες Κουντουριώτηδες, οι μεγαλοκoτζαμπάσηδες Ζαΐμης, Λόντος, Νοταράς, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός κ.ά.

Η όλη διάρθρωση της Φιλικής Εταιρείας στηρίχθηκε στα οργανωτικά πρότυπα των Καρμπονάρων και των Ελευθεροτεκτόνων. Η ηγετική της ομάδα απεκαλείτο «η Αόρατος Αρχή» και περιβλήθηκε από την πρώτη στιγμή με τέτοια μυστική αίγλη, ώστε να πιστεύεται ότι συμμετείχαν σε αυτήν πολλές σημαντικές προσωπικότητες, όχι μόνον Έλληνες μα και ξένοι, όπως ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας. Στην πραγματικότητα, τον πρώτο καιρό ήταν μόνο οι τρεις ιδρυτές της. Κατόπιν, από το 1815 έως το 1818, προστέθηκαν άλλοι πέντε και μετά το θάνατο του Σκουφά προστέθηκαν άλλοι τρεις.

Το 1818 η Αόρατη Αρχή μετονομάστηκε σε «Αρχή των Δώδεκα Αποστόλων» και κάθε Απόστολος επωμίστηκε την ευθύνη μιας μεγάλης περιφέρειας. Οι Aπόστολοι της Φιλικής Εταιρείας ήταν δώδεκα και ορίστηκαν από τον Σκουφά, όταν πήγε στην Κωνσταντινούπολη την άνοιξη του 1818. Αυτοί ήταν οι ακόλουθοι:

ο Γεωργάκης Ολύμπιος για τη Σερβία,
ο Βατικιώτης για τη Βουλγαρία,
ο Πεντεδέκας για τη Ρουμανία,
ο Λουριώτης για την Ιταλία,
ο Αναγνωσταράς για τα νησιά του Σαρωνικού,
ο Χρυσοσπάθης για τη Μεσσηνία,
ο Φαρμάκης για τη Μακεδονία και Θράκη,
ο Κροκίδας για την Ήπειρο,
ο Πελοπίδας για την Πελοπόννησο,
ο Ίπατρος για την Αίγυπτο,
ο Κατακάζης για τη Νότια Ρωσία και
ο Κυρ. Καμαρηνός για τον Πετρόμπεη της Μάνης.

Όλοι αυτοί, μετά το θάνατο του Σκουφά, διασκορπίστηκαν στις περιφέρειες που τους ορίστηκαν και άρχισαν να μυούν τους Έλληνες στους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας. Ανάμεσα σ' αυτούς πεφωτισμένοι λόγιοι και επιστήμονες της εποχής, αλλά και προεστοί όπως ο Κόντε Ιωάννης Κεφαλάς από την Ήπειρο και άλλοι εξέχοντες άνδρες.

Η όλη δομή ήταν πυραμιδοειδής και στην κορυφή δέσποζε η «Αόρατος Αρχή». Κανείς δε γνώριζε ούτε είχε δικαίωμα να ρωτήσει ποιοι την αποτελούσαν. Οι εντολές της εκτελούνταν ασυζητητί, ενώ τα μέλη δεν είχαν δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις. Η Εταιρεία απεκαλείτο «Ναός» και είχε αρχικά τέσσερις βαθμίδες μύησης: α) οι αδελφοποιητοί ή βλάμηδες, β) οι συστημένοι, γ) οι ιερείς και δ) οι ποιμένες. Όταν το 1818 η εταιρεία μετέφερε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, δημιουργήθηκαν ακόμα δύο βαθμοί ε) οι αφιερωμένοι και στ) οι αρχηγοί των αφιερωμένων, οι οποίοι δίνονταν αποκλειστικά σε στρατιωτικούς. Αργότερα οι βαθμίδες συμπληρώθηκαν από ζ)τους απόστολους και η) το Γενικό Επίτροπο της Αρχής, τίτλος που δόθηκε στην Αλεξ. Υψηλάντη, όταν δέχτηκε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας (1820).

Οι Ιερείς ήταν επιφορτισμένοι με το έργο της μύησης στους δύο πρώτους βαθμούς. Όταν ο Ιερέας πλησίαζε κάποιον, σιγουρευόταν για τη φιλοπατρία του και τον κατηχούσε πλάγια στους σκοπούς της εταιρείας, οπότε το τελευταίο στάδιο ήταν να ορκιστεί.

Τότε τον πήγαινε σε κάποιον κληρικό -κάτι καθόλου εύκολο αν ο ιερέας δεν ήταν ήδη μυημένος. Πήγαινε και έβρισκε τον ιερέα και του έλεγε ότι ήθελε να ορκίσει κάποιον για προσωπική τους υπόθεση, προκειμένου να διαπιστώσει ότι λέει την αλήθεια. Ο κληρικός φορούσε το πετραχήλι και έπαιρνε το Ευαγγέλιο, οπότε ο κατηχητής έπαιρνε παράμερα τον υποψήφιο και του υπαγόρευε ψιθυριστά τον «μικρό όρκο», τον οποίο έπρεπε να τον επαναλαμβάνει ο κατηχούμενος χαμηλόφωνα τρεις φορές.

«Ορκίζομαι εις το όνομα της αληθείας και της δικαιοσύνης, ενώπιον του Υπερτάτου Όντος, να φυλάξω, θυσιάζων και την ιδίαν μου ζωήν, υποφέρων και τα πλέον σκληρά βάσανα το μυστήριον, το οποίον θα μου εξηγηθεί και ότι θα αποκριθώ την αλήθειαν εις ό,τι ερωτηθώ».

Όταν γινόταν αυτό, τότε ο κατηχητής πλησίαζε τον υποψήφιο στον ιερέα και τον ρωτούσε:

«Είναι αληθινά, αδελφέ, αυτά που μου επανέλαβες τρεις φορές;»

«Είναι και θα είναι αληθινά και για την ασφάλειά τους ορκίζομαι στο Ευαγγέλιο», απαντούσε ο υποψήφιος. Την ίδια περίπου ερώτηση, έκανε και ο κληρικός και αφού έπαιρνε καταφατική απάντηση, τον όρκιζε στο Ευαγγέλιο, δίχως να γνωρίζει την ουσία της υπόθεσης».

Από εκεί και μετά ο μυούμενος θεωρείτο νεοφώτιστο μέλος της Εταιρείας, ήταν δηλαδή Βλάμης, με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις. Ο Φιλικός με το βαθμό του Ιερέα είχε αμέσως την υποχρέωση να του δείξει όλα τα σημάδια αναγνώρισης μεταξύ των Βλάμηδων. Τόσο οι Βλάμηδες όσο και οι Συστημένοι αγνοούσαν τους επαναστατικούς σκοπούς της οργάνωσης. Ήξεραν μόνο πως υπήρχε μια Εταιρεία που πασχίζει για το γενικό καλό του έθνους, η οποία συμπεριελάμβανε στους κόλπους της και σημαντικά πρόσωπα. Κάτι τέτοιο διαδιδόταν σκόπιμα, για να τονώνεται το ηθικό των μελών αφενός και αφετέρου για να γίνεται ευκολότερα ο προσηλυτισμός.

ΟΙ ΑΡΚΑΔΕΣ ΦΙΛΙΚΟΙ

Όλες οι ιστορικές μαρτυρίες συγκλίνουν στο ότι η συμβολή των Αρκάδων φιλικών ήταν σημαντική για την επικράτηση του επαναστατικού αγώνα του '21 στην Πελοπόννησο. Ως γνωστόν η Φιλική Εταιρία είχε ιδρυθεί στην Οδησσό της Ρωσίας το 1814 με σκοπό την οργάνωση και προετοιμασία του αγώνα για την απελευθέρωση του έθνους. Ειδικότερα, η δραστηριότητα της Φιλικής Εταιρείας στην Αρκαδία και στην Τρίπολη τα προεπαναστατικά χρόνια, υπήρξε έντονη, παρόλες τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν τότε στην πόλη. Η Φιλική Εταιρεία  άρχισε να στέλνει στην πόλη εκπροσώπους της από το 1818. Έτσι πρίν την άλωση της Τρίπολης μυήθηκαν στην πόλη 22 Τριπολίτες, οι οποίοι ανέπτυξαν σημαντική δράση, με αποτέλεσμα η δράση της Φιλικής Εταιρείας να αυξηθεί και να εξαπλωθεί και σε άλλα επαρχιακά κέντρα. Η Τρίπολη έτσι έγινε από τα σημαντικότερα κέντρα της Φιλικής Εταιρίας.

Σημαντικές προσωπικότητες μεταξύ των Αρκάδων Φιλικών και με μεγάλη συμβολή στον αγώνα, υπήρξαν οι Κολοκοτρωναίοι Θόδωρος, Γενναίος, Πάνος και Γιαννάκης από το Λιμποβίσι, οι αδελφοί Σέκερη και ο Νικόλαος Σπηλιάδης από την Τρίπολη, ο Παναγιώτης Αρβαλής από το χωριό Λάστα Γορτυνίας,  ο Γιαννούλης Καραμάνος από τον Πραστό Κυνουρίας, ο Ιωάννης Ζαφειρόπουλος από το Άστρος, οι Δεληγιανναίοι Αναγνώστης και Κανέλλος, ο Δημήτρης Πλαπούτας από το Παλούμπα, ο Παναγιώτης Κεφάλας από το Δηρράχι, ο Νικήτας Σταματελόπουλος από το Τουρκολέκα Μεγαλόπολης, ο Γερμανός (Κόλιας), επίσκοπος Παλαιών Πατρών από τη Δημητσάνα, ο Δανιήλ (Παναγιωτόπουλος) επίσκοπος Αμυκλών και Τριπολιτσάς, ο Παρθένιος (Παπαδοπουλος ή Φωτεινού) ηγούμενος της μονής Αιμυαλών από το Ζυγοβίστι, ο Στάϊκος Σταϊκόπουλος από τη Ζάτουνα και πολλοί άλλοι. Πολλοί από αυτούς (όπως π.χ. οι Π. Σέκερης και Ι. Ζαφειρόπουλος) προσέφεραν όλη την περιουσία τους στον επαναστατικό αγώνα και άλλοι την ίδια τη ζωή τους, μαχόμενοι ηρωϊκά.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για τους Τσάκωνες φιλικούς οι οποίοι μαζί με τα κατάλοιπα της κλεφτουριάς του Πάρνωνα και τους οι Τσάκωνες δασκάλους του Γένους Εμμ. Τροχάνη και Παναγιώτη Μίχα, συνετέλεσαν σημαντικά στην προετοιμασία της περιοχής για την επικείμενη εξέγερση. Συνολικά 14 εξέχοντες Τσάκωνες από τον Πραστό, είχαν, μεταξύ άλλων, μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τους αποσταλμένους που διαδοχικά έρχονταν στην περιοχή από το 1818. Σε αυτούς συγκαταλέγονται οι προύχοντες του Πραστού Διονύσιος Παρδαλός, επίσκοπος Ρέοντος και Πραστού, ο προεστός Θεόδωρος Γούλελος, ο ιατροχειρουργός Κωνσταντίνος Χατζηπαναγιώτης, ο προεστός Δημήτρης Καραμάνος, ο Εμμ. Χατζηγεωργίου, ο Αναγνώστης Τροχάνης, ο καπετάνιος Γεώργιος (Γιωργάκης) Μανολάκης ή Μιχαλάκης, ο Παπακυριακός, ο Παν. Μίχας και ο γιατρός Γιωργάκης Παπαδόπουλος. Ο τελευταίος εμύησε τον Αγιοπετρίτη Αναγνώστη Κοντάκη και με τη σειρά του αυτός τον Γιαννούλη Καραμάνο.

Ας σημειωθεί ότι, στο σύνολο 1.039 Φιλικών, 200 ήταν Αρκάδες και ανάμεσά τους 40 Τριπολίτες. Μέχρι το 1979 ήταν γνωστά μόνον 85 ονόματα Αρκάδων Φιλικών. Τη χρονιά όμως εκείνη το "Κέντρο Αρκαδικών Μελετών" ολοκλήρωσε μια σημαντική έρευνα, η οποία κατέγραψε 200 συνολικά Αρκάδες Φιλικούς. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στα "Χρονικά των Αρκάδων" από την Παναρκαδική Συνομοσπονδία Ελλάδας. Ασφαλώς, δεδομένου ότι η Αρκαδία υπήρξε τροφοδότης έμψυχου υλικού για την επανάσταση του '21, οι Αρκάδες Φιλικοί  θα πρέπει να είναι πολύ περισσότεροι. Η αναζήτηση και  άλλων ονομάτων αποτελεί ως εκ τούτου αντικείμενο μελλοντικής ιστορικής έρευνας.

Ο ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΙΩΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΕΚΕΡΗΣ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΤΗ ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Ο Παναγιώτης Σέκερης γεννήθηκε στην Τρίπολη της Αρκαδίας το 1783 και ήταν γιος του εμπόρου Δημητρίου Σέκερη. Φοίτησε στην ακμάζουσα σχολή της Δημητσάνας. Το 1798, σε ηλικία μόλις 15 ετών, θα γίνει μάρτυρας της δολοφονίας του πατέρα του γεγονός που θα τον αναγκάσει να εγκαταλείψει την Τρίπολη και διαφύγει στις Σπέτσες. Εκεί φιλοξενήθηκε σε κάποιο θείο του, στην εμπορική επιχείρηση του οποίου εργάστηκε ως μαθητευόμενος. Λίγο αργότερα πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου σύντομα εξελίχθηκε σε ικανότατο μεγαλέμπορο με στόλο που αριθμούσε 15 πλοία, ενώ παράλληλα ίδρυσε υποκαταστήματα των επιχειρήσεών του στην Οδησσό και τη Μόσχα.

Στη Φιλική Εταιρεία μυήθηκε από τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο στις 5 Μαΐου 1818 στην Κωνσταντινούπολη, όπως φαίνεται από το αφιερωτικό του γράμμα, σταλμένο στον αδελφό του Γεώργιο Σέκερη. Εκείνος σπούδαζε στο Παρίσι και υπήρξε το πρώτο μέλος που μυήθηκε στην Εταιρεία αμέσως μετά την ίδρυσή της (η μύησή του πραγματοποιήθηκε από το Νικόλαο Σκουφά στη Μόσχα το 1814).

Ο Παναγιώτης ήταν τότε 35 ετών και η χρηματική εισφορά του στην Εταιρεία ανερχόταν στα 10.000 γρόσια, ποσό υπερδιπλάσιο εκείνου που είχε συγκεντρωθεί από τους Φιλικούς στα τέσσερα περίπου χρόνια της ως τότε δράσης της Εταιρείας. Η μύηση του Παναγιώτη Σέκερη υπήρξε αποφασιστικής σημασίας, διότι μέσω αυτού η Φιλική Εταιρεία εισήλθε στους κύκλους των μεγαλεμπόρων της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι την στήριξαν οικονομικά, ενώ με την επιρροή και τις ικανότητές τους διευκόλυναν την επέκταση του δικτύου της.Ο ίδιος εκτός από αρκετούς μεγαλεμπόρους κατήχησε και δραστήριους πλοιάρχους από τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου Πελάγους.

Μετά τον θάνατο του Σκουφά τον Ιούλιο του 1818 με κοινή απόφαση των Ξάνθου και Αναγνωστόπουλου, αποκαλύφθηκαν στον Σέκερη από τον δεύτερο όλα τα σχετικά με την «Ανώτατη Αρχή», ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης εμπιστοσύνη του στους σκοπούς της Εταιρείας. Εκείνος δέχτηκε με ψυχραιμία τα μυστικά της οργάνωσης των φιλικών και ορκίστηκε ότι θα προσφέρει για τους σκοπούς τους την περιουσία και τη ζωή του, καταλαμβάνοντας έτσι θέση στη 16μελή Αρχή της Εταιρείας καθώς και τη θέση του ταμία. Ο Παναγιώτης Σέκερης μετά την αναχώρηση του Αναγνωστόπουλου και του Ξάνθου από την Κωνσταντινούπολη τον Φεβρουάριο του 1819 έμεινε μοναδικός αρχηγός της Εταιρείας. Σε αυτόν έπρεπε να απευθύνονται όλα τα αφιερωτικά γράμματα και οι συνδρομές των νέων μελών. Εκείνος με τη σειρά του έπρεπε να ανταποκρίνεται στις οικονομικές απαιτήσεις των εξεχόντων μελών και να ενημερώνει τα μέλη της Αρχής που είχαν διασκορπισθεί. Για να αντεπεξέλθει στις αυξανόμενες οικονομικές ανάγκες αναγκαζόταν να μεταχειρίζεται όχι μόνο το κύρος του αλλά κυρίως την προσωπική του περιουσία,που φυσικά άρχισε να μειώνεται. Το 1820 έχοντας εξανεμίσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του αναγκάστηκε να καταφύγει σε δανεισμό από εμπόρους της Κωνσταντινούπολης για να αντιμετωπίσει τις άμεσες δαπάνες της Εταιρείας. Το αποτέλεσμα αυτού του δανεισμού ήταν η πτώχευση της εταιρείας του.

Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση, ο Σέκερης αναγκάστηκε να φύγει από την Κωνσταντινούπολη και να μεταβεί στην Οδησσό, εγκαταλείποντας ολόκληρη την περιουσία του, κινητή και ακίνητη η οποία ξεπερνούσε σε αξία το ένα εκατομμύριο γρόσια. Θεωρώντας προσωρινή την παραμονή του στην Οδησσό ήλπιζε ότι θα τον καλούσαν να προσφέρει και αυτός τις υπηρεσίες του στον αγώνα. Η ελπίδα του διαψεύστηκε γεγονός που του προκαλούσε μεγάλη πικρία. Μία πικρία που εντάθηκε από την αδυναμία του να προσφέρει στην πατρίδα είτε χρηματικά  είτε με τη φυσική του παρουσία μαχόμενος. Παρόλα αυτά στην Οδησσό, συνέχισε, αν και ήταν οικονομικά πια εξαντλημένος, να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε άλλους ομοεθνείς του που είχαν καταφύγει εκεί.

Ο Παναγιώτης Σέκερης παρέμεινε στην Οδησσό μέχρι το 1830, έτος κατά το οποίο ήρθε οικογενειακώς στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο. Σεμνός καθώς ήταν, δεν πήρε ούτε αξιώματα ούτε κάποια αξιόλογη δημόσια θέση. Τοποθετήθηκε τελώνης πρώτα στην Ύδρα και ύστερα στο Ναύπλιο, όπου και πέθανε πάμφτωχος. Παρά τις προσπάθειές του δεν κατάφερε να αποζημιωθεί για την υλική και ηθική του προσφορά στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία. Ο Παναγιώτης Σέκερης απεβίωσε τελικά στις 29 Ιανουαρίου 1847 σε ηλικία 64 ετών.

Το αρχείο του, σημαντικότατη και αξιόπιστη πηγή για την ιστορία της Φιλικής Εταιρείας, απόκειται στο Αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.

(Με πληροφορίες από την el.wikipedia.ogr και το arcadia.ceid.upatras.gr)

Ειδήσεις: 

Υπάρχει 1 Σχόλιο

Ένας από τους σημαντικότερους Φιλικούς και υπεύθυνος, "Απόστολος", όπως ήδη αναφέρατε γιά ολόκληρη την Πελοπόννησο ήταν ο Πελοπίδας ο οποίος ήταν Στεμνιτσιώτης. Το πραγματικό του επίθετο ήταν Πρωτόπαπας

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.