Τα καφενεία στην παλιά Τρίπολη, 1900 - 2000... (pics)

Τα καφενεία στην παλιά Τρίπολη, 1900 - 2000... (pics)

Δεκέμβριος 28, 2019 - 10:41
2 σχόλια

«Πάμε για καφέ;» Ίσως είναι η φράση που ακούς συχνότερα από οποιαδήποτε άλλη όταν συναντάς κάποιον γνωστό. Αγαπημένη συνήθεια παντού στον κόσμο, αγαπημένη συνήθεια και σήμερα στην Τρίπολη. Τα καφενεία στην παλιά Τρίπολη δε, τόπος σύναξης των ανδρών, όπου κουβέντιαζαν τα πολιτικά ή έπαιζαν κανένα χαρτάκι. Στις γραμμές που ακολουθούν, θα γνωρίσουμε τα παλιά καφενεία της Τρίπολης, αλλά και τα μυστικά μιας εποχής που έφυγε μαζί με την πεντακάθαρη, λευκή ποδιά των σερβιτόρων, τον ταμπή και τη φήμη ότι τον καλύτερο καφέ τον κάνει το νερό της Κάρτσοβας... 

Ο καφές ήρθε στην Τρίπολη τον 18ο αιώνα και τον έφτιαχναν στα σπίτια των καφεπωλών. Τον καβούρδιζαν στο καβουρντιστήρι, έπειτα τον έριχναν στον μύλο και τον έκοβαν. Τη δεκαετία του 1930 υπήρχαν τα καφεκοπτεία του Λάζαρου Ασλόπουλου και του Κωνσταντίνου Κοντόπουλου το οποίο συνέχισε ο Χ. Κοντόπουλος στην οδό Σπετσεροπούλου (Ισαάκ και Σολωμού) πλάι στο Μαλλιαροπούλειο Θέατρο. Μετά τον πόλεμο υπήρχε το καφεκοπτείο των Μέντη-Τσαντίλα που προμήθευε καφέ τα καφενεία. Ο Τσαντίλας παντρεύτηκε την αδερφή του Ν. Μέντη, Ουρανία. Το καφεκοπτείο Τσαντίλα το είχαν οι Φώτης – Ηλίας - Βασίλης. Ακόμα, υπήρχαν τα καφεκοπτεία του Αποστολόπουλου ή Μόκα στην οδό Ουάσιγκτον και του Χ. Κοντόπουλου στην οδό Σπετσεροπούλου. 

Υπήρχαν δυο είδη καφέ: ο ξανθός που καβουρδιζόταν κανονικά και ο μαύρος που τον καβούρδιζαν περισσότερο. Στα καφενεία ο καφετζής έπαιρνε νερό από το μικρό λαμαρινένιο ντεπόζιτο το λεγόμενο «γεντέκι», έβαζε στο μπακιρένιο μπρίκι τον καφέ και τοποθετούσε στη χόβολη ένα μεγάλο χάλκινο ταψί, τον «ντεσκερέ», με άμμο θαλάσσης. Είτε στα αναμμένα κάρβουνα είτε αργότερα στο γκάζι, ο καφές ψηνόταν αργά και με μεγάλη μαστοριά. Τα καφενεία εκείνο τον παλιό καιρό, ήταν απλά διακοσμημένα. Δεν φημίζονταν ούτε για την επίπλωσή τους ούτε για τη διακόσμηση τους. Έφθανε μόνο να ήταν καθαρά, δροσερά, και οι καφετζήδες να έψηναν τον καλύτερο και πιο αρωματικό καφέ. . Ο καφές πάντα σερβιριζόταν σε πορσελάνινο ψιλό ή χοντρό φλιτζάνι και πάντα μονός. Τους σερβιτόρους τούς καλούσαν με τη λέξη «γκαρσόν», που σημαίνει «αγόρι, παιδί» στα γαλλικά.

Πάντα φορούσαν λευκή ποδιά και είχαν τον δίσκο στο χέρι. Ο δίσκος ήταν σχήματος κωνοειδούς, φτιαγμένος από τα τριπολιτσιώτικα φανοποιεία. Έπειτα από χρόνια αντικαταστάθηκε από δίσκους στρογγυλούς αλουμινένιους με καπάκι.

Το ωράριο του καφενείου ήταν βάρβαρο γιατί άνοιγε τα χαράματα και έκλεινε αργά το βράδυ. 

Ως χώροι, τα καφενεία διέθεταν ξύλινα παράθυρα και πατώματα. Ύστερα από χρόνια έστρωναν μωσαϊκό.

Τα τραπεζάκια ήταν επίσης ξύλινα και οι καρέκλες ψάθινες. Λίγα ήταν τα καφενεία που είχαν τραπεζάκια μαρμάρινα και οι καρέκλες υφασμάτινες ή δερμάτινες. Αυτά ήταν τα λεγόμενα πρώτης κατηγορίας.

Η κουζίνα, απλή. Σε μια γωνία ήταν η βρύση και ένα χάλκινο κιούπι, πιο πέρα ήταν κρεμασμένα τα μπακιρένια μπρίκια του καφέ. Στη συνέχεια τα χάλκινα κουτιά που είχαν μέσα τη ζάχαρη και τον καφέ. Δίπλα υπήρχε η χόβολη όπου ψηνόταν ο καφές. Στα ράφια ήταν με τάξη τοποθετημένα  τα φλιτζάνια του καφέ μικρά – μεγάλα στη σειρά.

Την κουζίνα από την αίθουσα την χώριζε συνήθως ένας ξύλινος πάγκος και πολλές φορές ένα ψυγείο πάγου με μια βιτρίνα. Η αίθουσα ήταν διακοσμημένη με κάδρα διάφορα, φωτογραφίες (καρτ-ποστάλ από το εξωτερικό), έναν μεγάλο καθρέφτη και κάποιους μικρούς καθρέφτες. Σε μια άκρη υπήρχε ένας μεγάλος μαύρος πίνακας που έγραφε τις τιμές:
                       Καφές 1,30
                       Τέιον (Τσάι) 1,20
                       Χαμαίμηλον 1,20  
                      Πορτοκαλάδα…..
                       Γκαζόζα….. 
                        Λουκούμι….
                        Ούζο
                         Ρακί….
                         Κονιάκ….
                         Γλυκά….
                  Υποβρύχιο…. 

Τη διασκέδαση στο καφενείο την ανελάμβανε το γραμμόφωνο που έπαιζε μουσική.  Έπειτα από χρόνια ήρθε το ραδιόφωνο. Τα πολύ παλιά καφενεία θερμαίνονταν με μια ξύλινη σόμπα στο κέντρο του μαγαζιού. Μετά από χρόνια ήρθε και το καλοριφέρ. Ο φωτισμός γινόταν αρχικά με λυχνάρια, έπειτα με λάμπες λαδιού ή πετρέλαιο και τέλος με ηλεκτρισμό. Σε ένα μέρος του τοίχου υπήρχαν ράφια που ήταν τοποθετημένα μπουκάλια με ούζο, κονιάκ, βάζα με γλυκά του κουταλιού, ρούμι, ρακί, τριαντάφυλλο, μαστίχα κ.ά.
Πολλά καφενεία πωλούσαν και τσιγάρα.

Ο καφετζής, πάντα καθαρός, με μια δεμένη ποδιά στη μέση που είχε μια μεγάλη τσέπη όπου έβαζε την πετσέτα που καθάριζε τα τραπέζια.

Μπαίνοντας μέσα ο πελάτης καθόταν στο τραπεζάκι και έκανε την χαρακτηριστική κίνηση να χτυπάει παλαμάκια. Τότε ο καφετζή απαντούσε «Εεεφτασεε…». 

Ο σερβιτόρος ή ο καφετζής ήξερε από τους μόνιμους πελάτες τι έπιναν και φώναζε στον ταμπή την παραγγελία ερχόμενος στο πάγκο. Ήξερε και τα χούγια του καθενός. Ο ταμπής ήταν αυτός που έφτιαχνε και έψηνε τον καφέ. Οι καλοί ταμπήδες ήταν πάντα περιζήτητοι. 

Το ψήσιμο του καφέ γινόταν όπως είπαμε στη χόβολη και έπειτα από χρόνια στις συσκευές ασετιλίνης. Η χόβολη αποτελείτο από μια χάλκινη λαμαρίνα που είχε μέσα κάρβουνα με στάχτη σκεπασμένα και από πάνω ακριβώς μια άλλη λαμαρίνα όπου είχε άμμο μέσα. Έχωνε τα μπρίκια του καφέ μέσα στην άμμο και ζεσταίνονταν αργά. Το αργό ψήσιμο εξασφάλιζε τον καλύτερο και πιο πετυχημένο καφέ.  Η παραγγελία ήταν βαρύς γλυκός, ελαφρύς γλυκός, με ολίγη κ.ά. Υπήρχαν και οι ιδιαιτερότητες, όπως βαρύς γλυκός με φουσκάλες, ελαφρύς με φουσκάλες, γλυκός βραστός με φουσκάλες, μπουρμπουλιστός (με φουσκάλες ) κ.ά.

Πάντα συνοδευόταν με ένα λουκουμάκι ο καφές όταν ήταν σκέτος ώστε έπινες το καφέ που ήταν πικρός και έπειτα έτρωγες το λουκούμι και γλυκαινόσουν.


Πολλοί καφετζήδες έλεγαν ότι ο καλός καφές οφειλόταν στο νερό και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πήγαιναν και έπαιρναν νερό από την Κάρτσοβα που είχε τη φήμη του καλύτερου νερού στην Τρίπολη.

Το καφενείο είναι το παραδοσιακό σημείο συνάντησης των Ελλήνων. 

Πολλά καφενεία είχαν ναργιλέδες. Κάθε μόνιμος πελάτης είχε και το δικό του μαρκούτσι (πίπα). Υπήρχαν και μαρκούτσια που διατίθεντο και στους ξένους πελάτες.

Στα καφενεία συνήθως τα παιχνίδια ήταν το τάβλι και τα χαρτιά (κολιτσίνα). Σε εκείνα της Α΄ κατηγορίας υπήρχε και το σκάκι. Οι κουβέντες στα καφενεία ήταν ποικίλης ύλης, πολιτικές, επαγγελματικές κ.ά. Το καφενείο ήταν μια μικρή Βουλή μέχρι και αψιμαχίες γίνονταν αλλά ο καφετζής έβαζε την τάξη.

Τα καφενεία την ημέρα τον εκλογών ήταν πάντα κλειστά και τις μέρες του Πάσχα μετά το 5ο Ευαγγέλιο σταματούσαν να παίζουν χαρτιά και ο ιδιοκτήτες κρεμούσε έναν Βαλέ με μια κλωστή στο ταβάνι μέχρι την Ανάσταση. 

Τα καφενεία της πλατείας Άρεως άνοιγαν από του Αγίου Κωνσταντίνου μέχρι την Άλωση της Τριπολιτσάς, στις 23 Σεπτέμβρη.   

Στην παλιά Τρίπολη την Κυριακή το απόγευμα δεν σερβιριζόταν καφές αλλά γκαζόζα, υποβρύχιο γλυκό του κουταλιού κ.ά. Κάθονταν και απολάμβαναν τη Φιλαρμονική του Δήμου που έπαιζε. Μάλιστα ήταν τόσος πολύς ο κόσμος που έπιαναν τα τραπέζια από νωρίς το απόγευμα. Οι πλούσιες οικογένειες έστελναν τις κοπέλες (υπηρέτριες) να πιάσουν θέση ώστε όταν έρθουν οι κύριοί τους και οι κυρίες τους να βρουν έτοιμη θέση.
Οι σερβιτόροι έβγαιναν με τους ξύλινους δίσκους στα χέρια σφαίρα, όπως λέμε, για να πάρουν παραγγελίες στις πλατιές το καλοκαίρι  και ειδικά στην πλατεία Άρεως που απλώνονταν εκατοντάδες τραπεζάκια.

Ακόμη, παιδιά με πανέρια πουλούσαν πασατέμπο, φιστίκια, στραγάλια κ.ά. Υπήρχε πάντα ο Ζαφείρης ο φιστικάς που έπαιζε μονά ζυγά και ο Κωτσαρίκος, χαρακτηριστικοί τύποι που τριγύριζαν στην πλατεία τα καλοκαίρια και χρωμάτιζαν την ατμόσφαιρα με τον τρόπο τους…

Τα καφενεία της Τρίπολης βρίσκονταν στις πλατείες όπου υπήρχε κίνηση και καθένα είχε τους πελάτες του. Λίγα ήταν γύρω στην πόλη. Τα καφενεία είχαν τραπεζάκια έξω κάτω από τα δέντρα και όταν δεν υπήρχαν δέντρα, έβαζαν μια τέντα και πρωί-πρωί άρχιζαν τα γκαρσόνια τον αγώνα δρόμου με τους δίσκους στον ώμο. 

Ο Καφενές της Ώρας

Την εποχή της Τουρκοκρατίας και προς το τέλος της μαθαίνουμε ότι υπήρχε ο Καφενές της Ώρας, στην πλατεία Πετρινού, όπου οι πελάτες μπορούσαν να απολαύσουν και τον ναργιλέ τους. Το όνομα το πήρε από το ρολόι που υπήρχε στην πλατεία. Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν τα καφενεία των Παπατσώνη στη θέση του Καφενέ της Ώρας, του Αθ. Αθανασιάδη, του Νικολάου, των Αφών Ευαγγελίου στην πλατεία Αγίου Βασιλείου στο κτίριο όπου στεγάζεται το ξενοδοχείο Γαλαξίας (για λίγα χρόνια πήραν τη διεύθυνση του Μεγάλου Καφενείου), του Δ. Κουτράκου, του Η. Μπερνορήτη ή Ντάνου, του Α. Σταμπολή και του Ν. Σταυρόπουλου. 

Αρχές του 20ού αιώνα υπήρχαν δεκατέσσερα καφενεία στην Τρίπολη: το καφενείο των Β. Αγγελίδη, Ν. Αντωνόπουλου, Δ. Ευαγγελίου στην πλατεία Αγίου Βασιλείου στο κτίριο που βρίσκεται το ξενοδοχείο Γαλαξίας, των Β. Ζαχαρόπουλου, Θ. Κρεντήρα, Ν. Κατζιρούμπα, Σ. Κουτρουμπή, η Παλούμπα του Π. Καπάνταη στην πλατεία Αγίου Βασιλείου με γωνία Πετροπούλου μετέπειτα ζαχαροπλαστείο Παπαγεωργάκη, των Β. Λαμπίρη, Π. Ασημακόπουλου, Α. Λύγκρη, Ν. Θεοδωρόπουλου, Κ. Καρατζιά, Χ. Μητρόπουλου, Α. Μητρώνη και Η. Ντάνιου ή Ντάνου, οι Σταυρόπουλος και Αποστολόπουλος, Τρυφ. Παπαηλίου, Γρ. Πουλόπουλος, των Αφών  Ευθύμιου Μυλτιάδη και Γεώργιου Πουλόπουλου του Πανάγου.

Τη δεκαετία του '30, εκτός από τα παλιά, συναντάμε τα καφενεία Αττικόν, το Νέον, τον Μωρηά, το καφενείο του Ι. Ανδριανόπουλου, του Ν. Βασιλόπουλου, το Πανελλήνιον  του Ι. Γκότση, Αν. Γουλιάμου, Π. Δούκα, ο Παρθενών του Ηλ. Γαντέ, Ε. Κατσούλη, Κωνσταντόπουλου, Ηλ. Πετρόπουλου, Ηλ. Σερέτη, Σμυρμνή Λυμπερόπουλου Νικήτα, Ι. Παπαγιαννόπουλου, Συριόπουλου Γεώργιου και Γαραζιώτη Νίκου, το Βυζάντιον των Κ. Τσιλιμίγκρα και Αθ. Γαλιώτου, Σ. Τσέκα, Τσαρούχου ή Τσαρουχά και Μαρτιώνου, Η. Χούρχουλα. 

Πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έως το 2000 τα καφενεία που υπήρχαν στην πλατεία Αγίου Βασιλείου ήταν: 

Το Μεγάλο Καφενείο του Παθή που διέθετε τάβλι, σκάκι και τράπουλα με τελευταίο ιδιοκτήτη τον Παρασκευά Κατσικερό, το Εθνικόν (1937-1967) του Αθανάσιου Τσαρουχά και Τάκη Καμαριώτη (έπειτα ανέλαβε ο γιος του Θανάση, Σπύρος Τσαρουχάς), οι Ι. Καραβίας - Β. Ορφανός το οποίο συνέχισε ο Σπ. Ορφανός και τελευταίοι ιδιοκτήτες του καφενείου Καραβία ήταν οι αφοι Ιωάννης και Παναγιώτης Γαργαλιώνη, το Βυζάντιο που είχε και μπιλιάρδο εκεί που είναι τώρα το μαγειρείο του Σταυρόπουλου και δίπλα του το καφενείο Τσιλιμίγκρα των Αφών Κ. και Αθ. Τσιλιμίγκρα και του Αθανάσιου Γαλιώτου στη γωνία της πλατείας με την οδό Τσακοπούλου, το Αττικόν του Δημήτρη Δέμου από το Πικέρνι όπου πήγαιναν οι δημόσιοι υπάλληλοι το οποίοι συνέχισε πάλι ως καφενείο οι Σωτ. Πουλόπουλος και Γ. Μαρκόπουλος, το Κοσμικόν του Αγγελή Γρίτση το οποίο συνέχισαν Δημητρακόπουλος, Γαντές και Σόσολης όπου σύχναζαν «δεύτερη κατηγορίας» θαμώνες, το Καφενείο του Καραμήτσου, το Καφέ Ουζερί του Λάχανη που είναι τώρα το ξενοδοχείο Γαλαξίας, του Γ. Σταματόπουλου, του Χ. Λυμπερόπουλου πλ. Αγ. Βασιλείου πήγαιναν οι ξυλουργοί, ελαιοχρωματιστές χαμάληδες κ.ά. το καφενείο Παλούμπα του Π. Καπάνταη στη γωνία που μετά ήταν το ζαχαροπλαστείο του Παπαγεωργάκη, το καφενείο του Κ. Γκλίνου στη θέση που ήταν το παλιό γαλακτοπωλείο του Δεμάγκου απέναντι από το Μεγάλο Καφενείο. Άλλα γνωστά ήταν ο Παρθενών του Ηλία Γαντέ, το Πανελλήνιον του Ιωάννη Γκότση, ο Μωρηάς του Γ. Χ. Τσιμόγιαννη, του Φάνη Νταβέλη ( μετέπειτα εφημερίδες Λεμπέκου και Καλιντέρη ) κ.ά. 

Στην οδό Φιλελλήνων βρίσκονταν τα καφενεία: του Μαργαρίτη και του Ζάρακα , του Κ. Δημητρόπουλου και του Εξόριστου.

Πλατεία Πετρινού 

Στην πλατεία Πετρινού υπήρχαν τα καφενεία του Δημήτρη Διαμαντάκου, όπου μαζεύονταν οι εργάτες από πολύ πρωί προτού πάνε στις δουλειές τους στη συνέχεια το κράτησε ο Κωνσταντίνος Αθανασούλιας και έπειτα ο Γ. Τούντας, του Μάνθου Λαζαρόπουλου και του γιου του Βασιλείου κάτω από το Ιδιωτικό σχολείο το οποίο κράτησαν οι Γεώργιος Φωτόπουλος και Παναγιώτης Σταθόπουλος, του Βασιλείου Σπίγκου και Ιωάννη Σταθόπουλου στην ανατολική πλευρά της πλατείας, και του Μιχάλη Ζαραβίνου που είχαν και ναργιλέδες. Του Σπίγκου μάλιστα ήταν σε σχήμα «Γ» από την πλατεία Πετρινού και έβγαινε στην Νεομάρτυρος Δημητρίου ενώ διέθετε και κουρείο μέσα, του Παπατσώνη Ιωάννη το οποίο πήραν οι Σάββας Βαρβέρης - Παναγιώτης Παπαδόπουλος στη θέση που είναι τώρα τα καλλυντικά Βυτόγιαννη, για λίγο το είχε κρατήσει και ο Ιωάννης Γερμπανάς, του Χρήστου Καραθανάση στην οδό Σπετσεροπούλου (παραδίπλα από το  καφενείο του Παπατσώνη), του Βασίλη Περδίου μέσα στα κτίρια της Παλιάς Αγοράς,  το καφενείο του Νίκου Σβάρνα πλάι από το Μαλλιαροπούλειο Θέατρο εκεί που έγινε το κτίριο για την Αστυνομία το οποίο κράτησε ο Δημήτρης Καραμάνης, του Λυκούργου Χριστακόπουλου επί της οδού Μαλλιαροπούλου πλάι στο Μαλλιαροπούλειο Θέατρο, του Τσουμπρή επίσης στην οδό Μαλλιαροπούλου, το Αλεξάντερ του Θεόδωρου Τασουλή και του Ανδρικόπουλου. 

Πλατεία Κολοκοτρώνη 

Στην Πλατεία Κολοκοτρώνη ήταν το καφενείο του Όθωνα, του Τρύφωνα Σωτηρόπουλου και Αθανάσιου Κολιόπουλου γωνία με την οδό Γρ. Λαμπράκη, του Μπερλή δυτική πλευρά της πλατείας και του Άγγελου Μπίσιλα και οι γιοι του Αναστάσιος και Ιωάννης στη δυτική μεριά της πλατείας στο οίκημα Αθανασιάδη. Ακόμα βλέπουμε τα καφενεία του Γ. Σταματόπουλου, το Esperado του Χ. Δέμου, την  Esperada των Π. Κανελόπουλου και Ν. Σκουντριάνου, του Κ. Τόμπρου και Ι. Χάγιου ( το κράτησε μετά μόνος του ο Κ. Τόμπρος ), του Κ. Μανιάτη ( Φούρνιαρης), του Β. Αναστασάκη και του Ευθ. Λεώντιου.     

Στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου του Κάβουρα ,του Αντώνη Γαργαλιώνη, του Β. Κρεμαστινού γωνία με την οδό Λαγοπάτη και του Θ. Σουλελέ.

Στη Γρηγορίου Λαμπράκη γωνία με την οδό Μεταμορφώσεως ηταν το καφενείο του Τροχαλιά, του Νίκου Ρηγόπουλου το οποίο συνέχισαν οι Ν. Γιαννάκος και Δ. Μπιστόλας και τέλος ο Νίκος Αποστολόπουλος. Υπήρχαν επίσης το καφενείο του Καραμήτζου το «Γυαλί Καφενέ» στη συμβολή των δρόμων Γρηγορίου Λαμπράκη με πελάτες υπαλλήλους των τρένων, Κονδάκη και Αταλάντης και το καφενείο του Π. Κοτσιόνη. 

Στην οδό Δαρειώτου ήταν το καφενείο του Χρήστου Κουτσουμπού κάτω από το μέγαρο Μάμαλη του Ανδ. Γάκη (λίγο πριν από την οδό Ανακτόρων – Κωνσταντίνου ΙΒ’ κτίριο Βλάχου) το οποίο πήραν οι Χ. Καραθανάσης και Η. Τσέκας.
Στην οδό Ανακτόρων ήταν του Χάρμπα όπου πήγαιναν οι νέοι γιατί είχε και μπιλιάρδο.

Στην οδό Ταξιαρχών ήταν του Καρβέλα, του Μπιρμπίλη, του Αποστόλη Αποστολίδη και του Καραφωτιά στην Ταξιαρχών με γωνία Δεκάζου που είχε την ονομασία η Συνάντησις.

Στην οδό Νεομάρτυρος Δημητρίου υπήρχε το καφενείο Νέα Γορτυνία του Θόδωρου Τσουκαλά δεκαετία  ‘30.

Στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης στα Κλωνατζίδικα ήταν το συνοικιακό καφενείο του Γιώργη και της Αρετής Παρασκευόπουλου, με πελάτες από τα γύρω μαγαζιά. 

Στην οδό Κύπρου ήταν τα καφενεία του Σπίγκου, του Κωστόπουλου γωνία με την οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης, του Θ. Παπαδόπουλου και του Θ. Ασκούνη. 

Πάνω αγορά 

Στην Πάνω Αγορά (πλατεία Βαλτετσίου) υπήρχαν τα καφενεία: του Γιώργου Χόντου, το καφέ Σαντάν του Σταύρου Κόντου ή Καντιφέ και του Η. Παπαθεοφάνη Επίσεις στην πλατεία Βαλτετσίου βλέπουμε τα καφενεία Νίκου Κομίνη και του Θύμιου Κομίνη, και το καφενείο του Θωμά Κομίνη το οποίο συνέχισε ως καφενείο πάλι ο Κώστας Καρκούλης, του Γιώργου Παλυβού, του Νίκου Αλεβίζου και τα παιδιά του Δημήτρης και Βασίλης.
Πλατεία ανεξαρτησίας 

Στην πλατεία Ανεξαρτησίας ήταν το καφενεδάκι του Σέτα, που ήταν στέκι των Περθωριωτών στο σημερινό οίκημα Καρκούλη (προτού γίνει το ΚΤΕΛ). Άλλα καφενεία μετέπειτα ήταν του Αντώνη Γαργαλιώνη στο κτίριο Βράτιμου γωνία με την Θεοκρίτου, του Λυμπεράκη στο κτήριο Καρκούλη το οποίο πήρε μετά ο Παναγιώτης Αρβανίτης και το καφενείο του Νίκου Μπότη γωνία με την οδό Βασιλέως Παύλου (Εθνομαρτύρων) απέναντι από την παλιά Νομαρχία Αρκαδίας σημερινή έδρα της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Ο Ν. Μπότης γωνία με την οδό Εθνομαρτύρων.

Στην οδό Ουάσιγκτον ήταν τα καφενεία του Στ. Σταυρόπουλου του Ν. Παπαθεοφάνη και του Τρύφωνα Παπαϊωάννου.

Στην οδό Εθνομαρτύρων ήταν τα καφενεία γωνία με την οδό Φωτάκου  του Ν. Ισαριώτη και στην γωνία με την οδό Νικηταρά ήταν του Ρόζη.

Στην 28ης Οκτωβρίου ήταν το καφενείο των Χ. Κλαδούρη - Γ. Αντωνόπουλου ή Τούρκου - Γ. Πανουσιέρη, και το καφενείο του Τριάδη Ντόπη.

Στην οδό Δεληγιάννη ήταν το καφενείο του Αντ. Τσιλικά κάτω από το ξενοδοχείο Ανακτορικόν, των Ιωάννη και Κώστα Ρουσόπουλου γωνία με την οδό Αποστολοπούλου το οποίο μετά όταν έφυγε ο Κώστας μπήκε συναίτερος ο Σταύρος Γκλίνος. Όταν αποχώρησε ο Σταύρος Γκλίνος μπήκε συναίτερος ο αδερφός του Γιάννη Ρουσόπουλου Αποστόλης. Επίσης ηταν τα καφενεία του Σπ. Καράγιωργα το οποίο πήραν πολλοί ( Β. Αντωνόπουλος, Γρ. Ρουσόπουλος, Χαρ. Φιλόππουλος, Ι. Μυλωνάς, . Κάτρης, ….. Π. Πιτερός ) αλλά κατέληξε στον Μιχ. Πανόπουλο και επί τη οδού πάνω στην κάτω Αγορά ήταν το καφενείο του Ι. Μυλωνά.

Πλατεία Άρεως

Στην πλατεία Άρεως υπήρχαν ο Κήπος του Ζαμπέλη στη θέση που βρίσκεται το ξενοδοχείο Μαίναλον - μετά κτίστηκε το Μαίναλον και έκανε το καφενείο ο Χλέπας- και τα αναψυκτήρια που ήταν το Ηραίον πίσω από το πάρκο, η Μυροβόλος Άνοιξις στο πάρκο Φιλοδένδρων. 
Στην πλατεία Άρεως πριν από τη δεκαετία του 1930 δίπλα από το σημερινό άγαλμα του Κολοκοτρώνη προς στο Ηρώο υπήρχε ένα ξύλινο περίπτερο - καφενείο του Κ. Λαζαρόπουλου. 

Άλλα γνωστά στην πλατεία Άρεως καφενεία  ήταν το Αμερικανικόν του Φίλιππα Παναγιωτόπουλου, ο Έσπερος του Μαλλίρη (δίπλα από τον ομώνυμο κινηματογράφο) Δημητρακοπούλου και Κέννεντυ, του Χριστόπουλου, των Γούλα και Β. Καλασούντα δίπλα στο ξενοδοχείο Μαίναλον, η Αύρα των Αφών Μαυρόγιαννη μετέπειτα του Δ. Πανταζόπουλου κ.ά. 

Έπειτα μετά το 1950,  από τον ΕΟΤ φτιάχτηκε το Τουριστικό το οποίο είχε ο Κασάρας, που είχε και το περίπτερο του Αγίου Γεωργίου. Μετά από χρόνια το πήραν οι Δημητρακάς και Κυριακόπουλος. Ακόμη, υπήρχε το Αναψυκτήριο του Πάρκου το είχε ο Μαρτιώνος το οποίο μετά το πήρε ο Χ. Κανακάρης ως καφετέρια και πιτσαρία το Grand Sale, και το Πάρκο των Γ. και Θ. Ασσιούρα. Ακόμα υπήρχαν η Roma του Γ. Μπουρνά, το  Grand Chalet του Χ. Κανακάρη και έπειτα η ΑΛΕΑ των αφών Δημήτρη Σταύρου και Χρήστο Μανέλη. 

Τα καφενεία γύρω από την πόλη

Τα καφενεία γύρω από την πόλη ήταν πολλά και είχαν αρκετά μεγάλη πελατεία. Υπήρχαν λοιπόν του Κ. Γκλίνου στην αρχή της Αγίας Βαρβάρας  και του Κλήρου στην οδό Ουάσιγκτον. Άλλα καφενεία στην πόλη ήταν το καφενείο του Δικαστηρίου, στην οδό Αγίου Δημητρίου ήταν το Αρκάδι του Ευθ. Νταμαδάκη και του γιου του Νίκου έπειτα ο Νίκος το μετέφερε στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης στα Κλωνατζίδικα), στην οδό Βύρωνος ήταν τα καφενεία του Άρη Πίπιλα και του Ι. Πολάλη, στην οδό Βύρωνος, του Εργολάβου του Χ. Αναγνωστόπουλου στην οδό Επισκόπου Ανθίμου, το Εντελβάις του Π. Κανελόπουλου στην οδό Δεμέστιχα, του Σούλη Χριστοδουλόπουλου στην οδό Νικηταρά, στην οδό Γρηγορίου Ε’ ήταν δυο καφενεία του Κ. Μπουρολία ή Καλαμάτα και των αφών Βλάση και Γεώργιου Παπαδόπουλου, στην οδό Ναυπλίου ήταν δυο καφενεία το Θαυμάσιο των Π. Κανελόπουλου και Ν. Σκουντριάνου και της Τσεκούρα. Επίσης βλέπουμε τα καφενεία του Ηλία Μπάλου στην οδό Ακαδημίας (εξυπηρετούσε την Ακαδημία) το οποίο μετά το πήρε ο Γ. Σπηλιώπουλος, της Σοφίας Τσουλάκου στην οδό Καλαμών στον Προσφυγικό Συνοικισμό, το καφενείο του τρένου μέσα στον σιδηροδρομικό σταθμό ήταν των Σπ. και Γ. Τουρνικιώτη και έπειτα του Βασίλη Μπινιάρη. Επίσης απέναντι από το τρένο ήταν το καφενείο του Γ. Κατσαούνη.

Άλλα καφενεία ήταν της Κάρτζοβας το οποίο αρχικά το είχε ένας Ρουμάνος, τα καφενεία του ΚΤΕΛ στην πλατεία Κολοκοτρώνη, το ένα στον χώρο των εκδοτηρίων το οποίο είχε ο Κώστας Αθανασούλης και το άλλο απέναντι ακριβώς το είχε ο Παναγιώτης Αρβανίτης, στη Μεταμόρφωση του Ν. Φούφα  και του Αγίου Γεωργίου το οποίο είχε το μικρό κάτω περίπτερο (που άνηκε στον Δικηγορικό Σύλλογο) και το Τουριστικό Περίπτερο του Αγίου Γεωργίου το οποίο αρχικά το είχε ο Κασάρας που προείπαμε και το συνέχισε ο Σταμάτης Αδαμόπουλος. 

Έπειτα από το 1960 κάποια καφενεία είχαν καλύτερο μεζέ του ούζου όπως του Ματθαίου, γνωστός ως «Αγαπητός» αρχικά στην οδό Β. Οικονομίδου πίσω από τον κινηματογράφο «Αελλώ» (για λίγα χρόνια πήγε στην καντίνα του Φιλοτεχνικού και έπειτα άνοιξε στην οδό Μαλλιαροπούλου και τέλος στην οδό Επισκόπου Ανθίμου). 

Επίσης βλέπουμε του Κλουκίνα στην οδό Π.Π. Γερμανού κάτω από το ξενοδοχείο Αβέρωφ και του Χριστόπουλου, του  Περδίου στην πλ. Αγίου Βασιλείου, του Δημητρόπουλου και του Εξόριστου στην Φιλελλήνων, του Καρβέλα – Μπιρμπίλη που ήταν και καφενείο στην οδό Ταξιαρχών, του Ν. Φούφα στη Μεταμόρφωση, του Κ. Γκλίνου και του Αντωνόπουλου στην οδό Αγίας Βαρβάρας (28ης Οκτωβρίου) και Νικηταρά κ.ά.

Αυτά ήταν τα καφενεία στην παλιά Τρίπολη. Ήταν ένα μεγάλο κεφάλαιο στην αγαπημένης Τριπολιτσάς…

Πληροφορίες -και τους ευχαριστώ πολύ- από παλιούς καφετζήδες και από την εφημερίδα «Οδός Αρκαδίας». Φωτογραφικό αρχείο  οικογένειας Γκλίνου, Τάσου Μπιρμπίλη, αειμνήστου Αλκισθένη Θεοφανόπουλου, αειμνήστου Δημητρίου Καμαριώτη και από δικό μου αρχείο.

ΧΡΗΣΤΟΣ Η. ΜΗΤΣΙΑΣ

Για να επικοινωνήσετε με τον κ. Μήτσια στείλτε του email στο xristoshmitsias@hotmail.com


2 Σχόλια

Μπράβο σας κύριε Μήτσια για την εξαιρετιλή δουλεοά που κάνετε παρουσιάζοντας την παλιά και νέα Τρίπολη τους ανθρώπους της τα επαγγέλματά τους -έχουν εκλείψει κάμποσα-, τα μαγαζιά τους τις συνθήκες ζωής τους, τις συνήθειές τους .... κλπ.Μήπως όλα αυτά που έχετε γράψει κατά καιρούς τα συμπεριλάβετε σ ενα βιβλίο;Ενδιαφέρουσες και οι προτάσεις σας για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την ελληνική επανάσταση ....

Σας ευχαριστώ για το σχόλιο σας. Ετοιμάζω το βιβλίο για την αγαπημένη μας Τριπολιτσά. Για τις ιδέες που είπα για τα 299 Χρόνια πιστεύω κάποιες να γίνουν με εκτίμηση. Χρήστος Ή Μητσιας

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.