Τεγέα και Παλλάντιον

Τεγέα και Παλλάντιον

Οκτώβριος 17, 2009 - 13:21

Από την Μαντίνεια ξεκινούσαν δρόμοι που οδηγούσαν στην υπόλοιπη Αρκαδία. Αν έπαιρνες το δρόμο που οδηγούσε στην Τεγέα, έξω από το τείχος της πόλης συναντούσες ένα στάδιο και πάνω απ’ αυτό το Αλήσιον όρος. Άλη στην αρχαία ελληνική είναι η περιπλάνηση, από το ρήμα αλάομαι ή αλώμαι. Το βουνό ονομάστηκε έτσι, επειδή σ’ αυτό περιπλανιόταν η Ρέα για να αποφύγει το Κρόνο. Στους πρόποδες του βουνού υπήρχε ιερό του Ιππίου Ποσειδώνα φτιαγμένο από τους Τροφώνιο και Αγαμίδη. Αυτοί ήσαν αρχιτέκτονες, γιοί του βασιλιά του Βιωτικού Ορχομενού, Εργίνου. Είχαν κτίσει πολλά μαντεία και ναούς. Ανάμεσα τους και το μαντείων των Δελφών.

Το νεώτερο, όμως, ιερό το έκτισε ο αυτοκράτωρ Αδριανός. Ήταν στο άλσος αυτού του ιερού που ο Αίπυτος ο γιος του Ιππόθοου, έχασε την όραση και τη ζωή του επειδή το παραβίασε μπαίνοντας μέσα ενώ απαγορευόταν. Πάνω στο βουνό υπήρχε άλσος της Δήμητρας. Πέρα από το ιερό του Ποσειδώνα υπήρχε ένα τρόπαιο από πέτρα, το είχαν στήσει οι Μαντινείς μετά τη νίκη τους επί των Λακεδαιμονίων. Ο Παυσανίας γράφει ότι στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγις ο Δ ο γιός του Ευδαμίδα. Ασφαλώς πρόκειται για παρεξήγηση, αφού ο Άγις θανατώθηκε με στραγγαλισμό από τους αντιπάλλους του Αγησίλαο και Λεωνίδα. Όσο αφορά το τρόπαιο στήθηκε γιατί οι Μαντινείς ισχυρίζοντο ότι ο ίδιος ο Ποσειδώνας τους είχε βοηθήσει στη μάχη. Εάν μετά το ιερό του Ποσειδώνα έστριβες αριστερά, ύστερα από πέντε με έξι στάδια έφτανες στους τάφους των κορών του Πελία, που κατέφυγαν στην Μαντίνεια, μετά τον τεμαχισμό του πάτερα τους, πράξη στην οποία την ώθησε η Μήδεια παραπλανώντας τις ότι έτσι θα τον ξαναφέρουν νέο στη ζωή. Είκοσι περίπου στάδια μετά ήταν μια τοποθεσία που ονομαζόταν Φοίζων. Εκεί έλεγαν ότι ευρίσκετο ο τάφος του Αρηίθοου. Ο Αρηίθοος που τον αναφέρει ο Όμηρος (Η138) ήταν ένας άνδρας που εμάχετο μόνο με ρόπαλο, γι’ αυτό τον αποκαλούσαν Κορυνήτην, δηλαδή ροπαλοφόρον. Τον σκότωσε με δόλο ο Λυκούργος ο γιος του Αλεού. Συνεχίζοντας το δρόμο προς την Τεγέα, λίγο πριν από το Παλλάντιο, ο δρόμος περνούσε από ένα μεγάλο δρυμό με δρύς που ονομαζόταν Πέλαγος (πάνω από το δρόμο Κορίνθου- Τριπόλεως, αριστερά από την Τρίπολη). Εδώ το 362 π.Χ. το ιππικό των Αθηναίων και Μαντινέων έδωσε μάχη ενάντια στο ιππικό των Βοιωτών. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο Γρύλος ο γιός του Ξενοφώντα, αφού πρώτα τραυμάτισε θανάσιμα τον Επαμεινώνδα τον οποίον έθαψαν στο σημείο όπου έπεσε. Αυτή ήταν η εκδοχή των Αθηναίων και Βοιωτών σχετικά με τον τραυματισμό του Επαμεινώνδα. Οι Λακεδαιμόνιοι ισχυρίζοντο ότι τον τραυμάτισε ο Σπαρτιάτης Μαχαιρείων αυτόν όμως τον διεκδικούσαν και οι Μαντινείς. Προχωρώντας ακόμη πιο κάτω έφτανες στο Παλλάντιο, μία πόλη που την είχε ιδρύσει ο Πάλλας, γιός του Λυκάονος. Σύμφωνα με την παράδοση 50 με 60 χρόνια πριν τα Τρωικά ο Εύανδρος, γιός του Ερμή ξεκίνησε από δω, επικεφαλής και άλλων συμπολιτών του και πήγε στην Ιταλία κοντά στον ποταμό Τίβερη και εγκαταστάθηκε σε ένα λόφο που έδωσε το όνομα της πατρίδας του, Παλλάντιον. Γύρω από το λόφο αυτόν κτίστηκε αργότερα η Ρώμη και ο λόφος μετονομάστηκε σε Παλλατίνο. Γι΄ αυτόν το λόγο πολλοί Ρωμαίοι θεωρούσαν το Αρκαδικό Παλλάντιον μητρόπολη της Ρώμης. Για τον ίδιο λόγο ο αυτοκράτορας Αντώνιος Πίος (138-161μ.χ.) ανακήρυξε το Παλλάντιο πόλη ελεύθερη και την απάλλαξε από κάθε φορολογία. Στην ακρόπολη της πόλης υπήρχε ιερό των Καθαρών Θεών, μέσα στην πόλη ναός του Πάλλαντος και ιερό της Περσεφόνης καθώς επίσης και πέτρινο άγαλμα του Ευάνδρου, όπως και ανδριάντας του ιστορικού Πολύβιου. Από το Παλλάντιο και μετά από πορεία σαράντα δύο σταδίων ανατολικά έφτανες στην Τεγέα. Η πόλη οφείλει το όνομα της στον Τεγεάτη, το γιο του Λυκάωνα και ήταν ο βασιλίας της Αγαπήνωρ

Που αρχηγός όλων των Αρκαδικών πόλεων, οδήγησε τους Αρκάδες στην Τρωική εκστρατεία. Πολύ πριν ο βασιλιάς Αλεός είχε εισαγάγει στην Τεγέα τη λατρεία της Αθηνάς Αλέας από το ονομά του και είχε ιδρύσει το πρώτο ιερό στη θεά. Η Αθηνά έχαιρε ιδιαίτερης λατρείας στην Αρκαδία, καθώς οι Αρκάδες πίστευαν ότι η θεά είχε γεννηθεί στην Αρκαδία, στις κορυφές της Αλίφειρας, κοντά σε μια πηγή που λεγόταν Τριτωνίδα. Το ιερό αυτό καταστράφηκε τελείως από πυρκαγιά. Αργότερα οι Τεγεάτες έκτισαν για τη θεά ναό κατά πολύ ανώτερο από όλους τους άλλους ναούς της Πελοποννήσου τόσο στην κατασκευή, όσο και στο μέγεθος. Η πρώτη σειρά των κιόνων ήταν Δωρικού ρυθμού και η επόμενη Κορινθιακού, ενώ εκτός του ναού ήσαν στημένοι κίονες Ιωνικού ρυθμού. Αρχιτέκτων ήταν ο Σκόπας από την Πάρο. Στο μπροστινό αέτωμα παριστάνετο το κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου. Ο κάπρος ήταν σκαλισμένος στο κέντρο και στις δύο πλευρές, εκτός από το Μελέαγρο, παριστάνοντο όλοι σχεδόν οι ήρωες που πήραν μέρος σ’ αυτό καθώς και η Αταλάντη και ο Τεγεάτης Αγκαίος, τραυματισμένος από τον κάπρο, να τον κουβαλάει ο αδελφός του Έποχος. Στο οπίσθιο αέτωμα παριστάνετο η μονομαχία Αχιλλέως – Τήλεφου. Το άγαλμα της Αλέας Αθηνάς που υπήρχε στο ναό κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από ελεφαντόδοντο έργο του Ενδοίου, όπως επίσης και τα δόντια του Καλυδώνιου κάπρου που ήσαν αφιερωμένα στη θεά, τα πήρε ο Αύγουστος στη Ρώμη για να στολίσει την αγορά που ο ίδιος έφτιαξε. Οι Τεγεάτες αργότερα μετέφεραν στο ναό ένα άγαλμα της Αθηνάς από το Μανθουρικό έργο του Σκόπα, που ενώ ήταν της Ιππίας Αθηνάς επεκράτησε σιγά, σιγά να λέγεται Αλέα Αθηνά. Από το ένα μέρος του αγάλματος στεκόταν ο Ασκληπιός και από το άλλο η Υγεία κατασκευασμένο από Πεντελικό μάρμαρο. Ανάμεσα στα άλλα αφιερώματα υπήρχε και το δέρμα του Καλυδώνιου κάπρου, καθώς και οι αλυσίδες που είχαν φέρει μαζί τους οι Λακεδαιμόνιοι όταν προσπάθησαν να καταλάβουν την Τεγέα. Είχαν ερμηνεύσει λάθος χρησμό της Πυθίας που ενώ τους αρνιόταν την Αρκαδία έλεγε θα σου δώσω την Τεγέα για να την πατήσεις χορεύοντας και να μετρήσεις με σχοινί την όμορφη πεδιάδα της*. Πολλοί Λακεδαιμόνιοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι και αναγκάστηκαν να μετρούν την έκταση της πεδιάδας της Τεγέας σκάβοντας την και φορώντας τις αλυσίδες που είχαν φέρει να δέσουν τους αντιπάλλους τους. Κοντά στο ναό υπήρχε στάδιο όπου εκτελούντο τα Αλεαία προς τιμήν της Αθηνάς Αλέας, και τα Αλώτια επειδή αιχμαλώτησαν μεγάλο μέρος των Λακεδαιμονίων. Προς βορρά του ναού υπήρχε μια κρήνη και έλεγαν ότι σ’ αυτήν ο Ηρακλής βίασε την Αύγη, και ακόμη λίγο πιο πάνω υπήρχε ναός του Ερμή Αιπύτου. Στην Τεγέα υπήρχε ακόμη ένα ιερό της Αθηνάς Πολιάτιδας που το ονόμαζαν «Ερυμα» και έλεγαν ότι το είχε παραλάβει δώρο από την ίδια τη θεά ο Κηφέας, ο γιός του Αλεού, για να είναι η Τεγέα πάντα ελεύθερη. Λέγανε ακόμη ότι η Αθηνά έκαψε μερικές τρίχες της Μέδουσας και του τις έδωσε για φυλακτό της πόλης. Στην αγορά της πόλης, που είχε σχήμα πλίνθου, υπήρχε ναός της Αφροδίτης εν πλυνθίω και πέτρινο άγαλμα της θεάς. Υπήρχε ακόμη στην αγορά, μια στήλη με ανάγλυφο του Άρη Γυναικοθοίνα. Όταν οι Λάκωνες επιχείρησαν να εισβάλουν με το βασιλιά τους Χάριλλο, οι γυναίκες ζώστηκαν τα άρματα και έστησαν ενέδρες και όταν άρχισε η μάχη εμφανίστηκαν και έτρεψαν σε φυγή τους Λάκωνες ενώ συνέλαβαν και τον ίδιο το Χάριλλο. Οι γυναίκες θυσίασαν μόνες στον Άρη για τα επινίκεια και δεν έδωσαν καθόλου στους άνδρες από τα σφάγια. Γι’ αυτό ο θεός πήρε αυτό το όνομα. Υπήρχε ακόμη ένας ναός του Τελείου Διός με ένα τετράγωνο άγαλμα καθώς και ο τάφος του Τεγεάτη και της συζύγου του Μαιράς. Υπήρχε και ναός και άγαλμα της Ειλειθύιας που οι Τεγεάτες την ονομάζουν «Αύγη εν γόνασι» γιατί στο σημείο αυτό η Αύγη έπεσε στα γόνατα και γέννησε τον Τήλεφο. Εκεί κοντά ήταν και ένας βωμός της Γής και μια στήλη από λευκό μάρμαρο. Στη στήλη ήταν σκαλισμένος ο ιστορικός Πολύβιος, ενώ σε άλλη ο Έλατος ο γιός του Αρκάδος.

Κοντά στην αγορά ήταν το θέατρο και ανδριάντες. Ανάμεσα τους και ο ανδριάντας του Φιλοποίμενος. Την μνήμη του Φιλοποίμενος την διατηρούσαν, όχι μόνο οι Αρκάδες, αλλά όλοι οι Έλληνες με ευλάβεια γιατί ήταν ο τελευταίος μεγάλος Έλληνας της αρχαιότητας. Στο βάθρο του ανδριάντος ήταν χαραγμένο ένα ελεγείο που αναφερόταν στην αρετή, τα κατορθώματα και τη δόξα του Φιλοποίμενος.

Στην Τεγέα υπήρχαν τέσσερα αγάλματα του Απόλλωνα του Αγιυέα με την ιδιότητα του προστάτη των δρόμων (Αγυιαί) ένα από κάθε μια από τις τέσσερεις φυλές που συγκροτούσαν την Τεγέα (Κλαρεώτις, Ιπποθοΐτις, Απολλωνιάτες, Αθευεάτις). Υπήρχε ακόμη ναός της Αφροδίτης Παφίας που ίδρυσε η Λαοδίκη, από την Πάφο της Κύπρου, απόγονος του Αγαπήνορα, και κοντά σ’ αυτόν ναός της Δήμητρας και κόρης με την ονομασία καρποφόρες. Υπήρχε ακόμα ναός του Απόλλωνα με επίχρυσο άγαλμα, έργο του Κρητός Χειρισόφου. Υπήρχε ακόμη και στο καιρό του Παυσανία, το σπίτι του Αλεού και ο τάφος του Έχεμου με ανάγλυφη στήλη, όπου παριστάνετο η μονομαχία του Έχεμου με τον Ύλλο.

Υπήρχε τέλος και μια κοινή εστία για όλους τους Αρκάδες. Εκεί υπήρχε και άγαλμα του Ηρακλή που παριστάνετο με ένα τραύμα στο μηρό, που έλαβε στη πρώτη μάχη που έδωσε με τους γιούς του Ιπποκόωντα.

*«Δώσω τον Τεγέην ποσσίκροτον ορχήσασθαι και καλόν πεδίω σχοίνω διαμετρίσασθαι»

Πηγή: ancientarkadiancities.gr

Ειδήσεις: