Οι βρύσες και τα πλατάνια στο Κακούρι

Οι βρύσες και τα πλατάνια στο Κακούρι

Σεπτέμβριος 09, 2016 - 09:02
0 σχόλια

Αφήνω για λίγο τις έννοιες μου για να χαρώ τα σημάδια του φθινοπώρου και οι δρόμοι ανοίγουν και οδηγούν στο «Κακούρι» στην ιδιαίτερη πατρίδα μου. Θαυμάζοντας την διαδρομή και την άγρια ομορφιά αυτού του ευλογημένου τόπου, το ταξίδι προκαλεί ξεχωριστή συγκίνηση. Και έρχονται στο νου, θύμησες, χρώματα, μυρωδιές και μνήμες από τα χρόνια εκείνα τα αλησμόνητα, από τα μέρη τούτα τα αγαπημένα. Κοιτάζω γύρω μου και θυμάμαι...

Θυμάμαι τότε που άκουγα ιστορίες για τις βρύσες και τα πηγάδια. Ιστορίες για τα τεράστια πλατάνια που είναι δίπλα στα νερά . Μας έλεγαν οι παππούδες μας ότι τα φύτεψαν όταν ήσαν παιδιά μαζί με τον δάσκαλό τους, τότε που πήγαιναν σχολείο (περίπου το 1900). Μας έλεγαν για το νερό που κουβαλούσαν με τα νεροβάρελα στο χωριό, για τις νεράιδες τις νερογέννητες και τα πνεύματα του νερού που έβγαιναν και σεργιανούσαν σαν έπεφτε το σκοτάδι.

Τα πηγάδια (οι στέρνες), τα ποτάμια, τα γεφύρια, οι βρύσες στα σταυροδρόμια του χωριού και οι πηγές (« τα μάτια» που τα λέγαμε.. ) ασκούσαν και ασκούν πάνω μου μια ιδιαίτερη γοητεία. Αφουγκράζομαι το κελάρυσμα του νερού, το κάλεσμα, το νεροψιθύρισμα και το ακολουθώ μέχρι να το βρω. Το τραγούδι του νερού μας επηρεάζει όλους και ξυπνάει τη ρομαντική μας διάθεση, μιλάει σε μια δική του γλώσσα, με ένα κώδικα, που όσοι τον καταλαβαίνουν και το αποκρυπτογραφούν, απολαμβάνουν την ομορφιά του και την ευεργετικότητά του στην φύση και στης ψυχές τους.

Μεγάλωσα στο χωριό την εποχή που δεν είχε έρθει ακόμη το νερό στα σπίτια. Απ’ μικρή θυμάμαι, τις γυναίκες στην γειτονιά να περιγράφουν με λεπτομέρειες, γνέθοντας τη ρόκα τους, τις συναντήσεις τους με τις νεράιδες στην βρύση, την ώρα που βασίλευε ο ήλιος…

«Ήσαν όλες τόσο όμορφες, ήσαν όλες τους πλανεύτρες.
Κρύβονταν πίσω από τα κλαδιά του πλάτανου,
κοντά στο δροσερό νερό που πάει για το ποτάμι.
Του ουράνιου τόξου χρώματα για φόρεμα φορούσαν,
και τα μαλλιά τους στόλιζαν με τα άστρα του ουρανού,
καθρέφτη είχαν το νερό που ήσυχα κυλούσε
και χτένι να χτενίζονται το φως του φεγγαριού»

Κι’ εμείς μικρά παιδιά τότε, καθισμένα στο πλατύσκαλο του σπιτιού τρέμαμε απ’ το φόβο μας. Δεν θέλαμε όμως να πάμε για ύπνο. Θα χάναμε το τέλος της ιστορίας. Και πού να τολμήσουμε να πάμε προς την βρυση όταν σουρούπωνε! Η κάθε σκιά, το κάθε κλαδί έπαιρνε μορφή σαν έπεφτε η νύχτα. Και σ’ όλα τα παραμύθια το πηγάδι το φύλαγε πάντοτε και ένας δράκος. Ο δράκος του ΑιΓιώργη. Η Κατόβρυση, όπως την λέγαμε, είναι στην είσοδο του χωριού. Στέκει εκεί περήφανη για το παρελθόν της, που ήταν τόπος συνάντησης για όλους, μόνο που άλλαξε λίγο και τώρα πια δεν έχει νερό. Και τα πλατάνια γέρικα πια, όμως το ίδιο επιβλητικά, όπως είχαν μείνει στη μνήμη μου απ’ τα παιδικά μου χρόνια.

Γεωργία Κακαρίκου από τη σελίδα Το Κακούρι


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.