Ένα αντικείμενο, μια ιστορία: Το σίδερο φουστανέλας στο Μουσείο Χαλκού του Τάσου Μπιρμπίλη στην Τρίπολη (pics)

Ένα αντικείμενο, μια ιστορία: Το σίδερο φουστανέλας στο Μουσείο Χαλκού του Τάσου Μπιρμπίλη στην Τρίπολη (pics)

Ιούνιος 12, 2021 - 10:21
4 σχόλια

Οδός Χρονά 18, στην Τρίπολη. Το Μουσείο Χαλκού του Τάσου Μπιρμπίλη περιμένει τους επισκέπτες με την πόρτα ανοιχτή.

Περνώντας το κατώφλι της, είναι σαν να ανοίγει μια πύλη στο παρελθόν: Χάλκινα ως επί το πλείστον χρηστικά αντικείμενα των προηγούμενων αιώνων με τάξη τοποθετημένα δεξιά και αριστερά, περιμένουν να αφηγηθούν με τη φωνή του ακούραστου Τάσου Μπιρμπίλη την ιστορία του υλικού μας πολιτισμού.

Ανάμεσα στα εκατοντάδες αντικείμενα, εντοπίσαμε ένα που δεν είχαμε ξαναδεί: Μακριά λαβή, σχήμα σταγόνας, αρκετά βαθύ. Δεν μπορεί να χρησιμεύει ως μαγειρικό σκεύος ούτε ως σκεύος σερβιρίσματος.

Τι είναι ετούτο το παράξενο αντικείμενο, λοιπόν;

Σίδερο φουστανέλας, απαντά η κυρία Γεωργία. Τοποθετούσαν μέσα τα κάρβουνα, και σιδέρωναν τη φουστανέλα, που ως ένδυμα έχει ιδιαιτερότητες ως προς τη ραφή και τη φροντίδα του.

Το σιδέρωμα δεν ήταν εύκολη υπόθεση τους προηγούμενους αιώνες. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται το γνωστό «βαποράκι», το σίδερο εντός του οποίου τοποθετούνταν κάρβουνα, με το οποίο πολύ προσεκτικά οι νοικοκυρές περιποιούνταν τα ρούχα. Το έλεγαν βαποράκι επειδή το μπροστινό του μέρος θύμιζε πλώρη πλοίου.

Πριν από αυτό, οι νοικοκυρές ζέσταιναν ένα συμπαγές σίδερο στη φωτιά, και με εκείνο σιδέρωναν τα ρούχα.

Ο ποιητής Νίκος Καββαδίας στο «Μαραμπού» αναφέρει ότι οι ναυτικοί σιδέρωναν τα ρούχα τους με ένα μπουκάλι που περιείχε ζεστό νερό.

Επομένως, το σίδερο ήταν ένα αντικείμενο που ζητούσες από τον σιδερά να σου το κατασκευάσει. Από την κατασκευή του άθραυστο και γερό, το χρησιμοποιούσαν για πολλά χρόνια, και παραπάνω από μία νοικοκυρές σε μια οικογένεια.

Το σχήμα του συγκεκριμένου αντικειμένου της κεντρικής φωτογραφίας βόλευε στο σιδέρωμα της φουστανέλας, ένδυμα το οποίο κατασκευάζεται από πολλά ορθογώνια τρίγωνα τεμάχια υφάσματος, που ράβονται μεταξύ τους ίσιο με λοξό και μετά σουρώνονται στη μέση. Η μακριά λαβή και το σχήμα με τη μύτη μπροστά που φαρδαίνει πίσω μοιάζει με του κλασικού σίδερου, ενώ η λαβή επιτρέπει στον άνθρωπο που το χειρίζεται να μην καίγεται από τα κάρβουνα, καθώς το σκεύος είναι ασκεπές.

Η φουστανέλα

Η φουστανέλα ήταν παραδοσιακό ένδυμα των αντρών, των ποιμενικών κυρίως ομάδων, στα Βαλκάνια. Τις πιο πολλές φορές η φουστανέλα κατασκευάζεται σε δύο ξεχωριστά τμήματα και δένει στη μέση δεξιά και αριστερά. Το ρούχο χρησιμοποιήθηκε και από τους Βλάχους και Αλβανούς, ιδίως από τους Τόσκηδες. Στην Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από τους Αρβανίτες και σε διάφορες παραλλαγές από Ηπειρώτες, Ρουμελιώτες και Πελοποννήσιους κυρίως. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα φοριόταν συστηματικά στην Ελλάδα, οπότε και σταδιακά αντικαταστήθηκε για λόγους μόδας από «τα φράγκικα», αυτό δηλαδή που σήμερα αποκαλούμε παντελόνι. Διατηρείται ως στρατιωτική στολή της Προεδρικής Φρουράς.

Το αρχαιότερο ανάγλυφο που απεικονίζει φουστανέλα, βρίσκεται στο Σπήλαιο Νυμφολήπτου. Η φουστανέλα είναι ουσιαστικά η εξέλιξη του ανδρικού δωρικού χιτώνα. Μελετητές αναφέρουν σχετικά με την φουστανέλα πως προέρχεται από μια σειρά αρχαίων ελληνικών ενδυμάτων, που έκαναν την εμφάνισή τους εκείνη την εποχή, όπως ο χιτώνας. Σε βυζαντινά όστρακα και αγγεία (κεραμική), πολεμιστές εμφανίζονται να φέρουν όπλα, φορώντας την βαριά πολύπτυχη φουστανέλα. Ο Τσαρούχης θεωρούσε πως η απώτερη καταγωγή εντοπίζεται στην Ινδία. Το λευκό ένδυμα των μαχαραγιάδων είναι κατασκευασμένο από βαμβακερή μουσελίνα και έχει φούστα από πολλά ισοσκελή τρίγωνα, προσαρμοσμένη σε μακρυμάνικο σταυρωτό μπούστο, που δένει στο πλάι. Οι φούστες που συντίθενται από ισοσκελή τρίγωνα είναι πολύ διαδεδομένες στην επαρχία Ράτζασταν στη Βορειοδυτική Ινδία, σε άνδρες και γυναίκες και ονομάζονται «γκαρί». Στο παλάτι του Μαχαραγιά του Μπενάρες σώζεται σε ελεφαντόδοτο παράσταση με τελετουργική πομπή στις αρχές του 20ου αιώνα. Στην παράσταση δεσπόζουν οι σπαχήδες, που δίνουν την εντύπωση ότι φορούν στολή με φουστανέλα, παρόμοια με των Ελλήνων του 1821. Κατά την Παπαντωνίου, ένας τέτοιος συσχετισμός είναι δύσκολο να γίνει δεκτός, επειδή η βασικότερη μεταξύ τους διαφορά είναι η κοπή των τριγώνων. Στην Ελλάδα έχουμε ορθογώνια ανισοσκελή τρίγωνα που ενώνονται λοξό με ίσο (η υποτείνουσα του ενός τριγώνου με την κάθετη πλευρά του άλλου), για να μην ξεχειλώνει ο ποδόγυρος.

Αρχαιολογικά ευρήματα, και συγκεκριμένα θραύσματα βυζαντινών διακοσμημένων πιάτων που βρέθηκαν στην Κόρινθο και αλλού, δείχνουν ότι η φουστανέλα ήταν σε κοινή χρήση στην Ελλάδα ήδη από τον 11ο αιώνα. Σε ένα από αυτά, του 12ου αιώνα, διακρίνεται ότι η φουστανέλλα ήταν αυτοτελές ένδυμα, ξεχωριστό από την φορεσιά του κορμού. Οι πολεμιστές που εικονίζονται στα ευρήματα αναγνωρίζονται ως ακρίτες ή "Διγενής", και η φουστανέλλα τους διαφοροποιεί από τις απεικονίσεις του Αλεξάνδρου ή του Αγίου Γεωργίου. Κατά τον ελληνιστή Νοτόπουλο, η φουστανέλλα προέρχεται από τη ρωμαϊκή τόγκα, και για το λόγο αυτό συναντάται και στους σύγχρονους (19ο-20ο αι.) λατινόφωνους Βλάχους.

Κατά τον Αντώνιο Κεραμόπουλο, η φουστανέλα κατάγεται από το ρωμαϊκό στρατιωτικό ένδυμα: το συγκεκριμένο ένδυμα φοριόταν από τους εκάστοτε μισθοφόρους των Ρωμαίων στον χώρο της Ηπείρου.

Από ενδυματολογική άποψη, αν αφαιρεθούν τα πολύ νεώτερα επίρραφα χρυσοκεντήματα από εξαρτήματα όπως τα γιλέκα και οι περικνημίδες, μένει ένα μεσαιωνικό ευρωπαϊκό ένδυμα. Στο αρχαιολογικό μουσείο της Επιδαύρου εκτίθεται ακέφαλο άγαλμα ρωμαίου αξιωματούχου, όπου φαίνεται καθαρά ότι φοράει μία φούστα πάνω από κοντό χιτώνα.

Φουστανέλα ή Φράκο;

Προς το παρόν, έχουμε επισκεφθεί μόνο ψηφιακά την εξαιρετική έκθεση του Λυκείου των Ελληνίδων «Μύρια Όσα (γ)ραμμένα εν πανίον. 1821-2021) (δείτε ΕΔΩ), όπου αναφέρονται τα εξής για τη φουστανέλα και τον τρόπο με τον οποίο διακωμωδούνταν οι ενδυματολογικές επιλογές των Ελλήνων τον 19ο αιώνα:

Η «φουστανέλα», -διεθνώς γνωστή ως επί το πλείστον ως το ένδυμα των αγωνιστών της Επανάστασης του 1821-, από καθημερινό ποιμενικό ένδυμα στον ευρύτερο Βαλκανικό χώρο  και τύπος που συνδέθηκε πότε με τους Αρβανίτες, πότε με τους Σουλιώτες και πότε με άλλα πολεμικά σώματα, έγινε σήμα κατατεθέν της εθνικής ταυτότητας των Νεοελλήνων, όταν την υιοθέτησε ο πρώτος βασιλιάς της νεότερης Ελλάδας Όθωνας ως το επίσημο αυλικό του ένδυμα. Ο τύπος αυτός του ενδύματος απέκτησε διαφορετικές σημασιολογικές φορτίσεις στην πορεία των χρόνων, ενώ άφησε το αποτύπωμά του ακόμη και στη «μόδα», με πλήθος μεταμορφώσεις που άλλες ξαφνιάζουν, άλλες χαρακτηρίζονται αναπάντεχα πρωτοπόρες, άλλες πολιτικά μη-ορθές έως και «αιρετικές». Ωστόσο, η φουστανέλα έγινε αντικείμενο διαμάχης και αιτία αμείλικτης σάτιρας σχεδόν «εν τη γενέσει» της ως «εθνικού ενδύματος», ξεσηκώνοντας συχνά αντιδράσεις τόσο υπέρ όσο και κατά αυτής.

«Γάλλος, Γραικός, Οθωμανός, Έλλην, Ρωμαίος είσαι; μ' αλλόκοτα ενδύματα στους δρόμους τι κινείσαι; φορείς στο σπήτι τίβενον, Ρωμαϊκήν χλαμύδα, με γούναν Ασιατικήν πολλαίς φοραίς σε ίδα. Σαν Τούρκος το κεφάλι σου το έχεις ξυρισμένο, και με μπαρμπέταις Γαλλικαίς το έχεις στολισμένον, με λαιμοδέτι θωριακό το κούτελο σου δένεις, εις σώβρακο δεκάπηχιν ολόκληρος εμβαίνεις και κρυφτείς σ' αντερί φαρδή το τρίπηχο κορμί σου ή Τουρκικά, ή Φράγκικα, ή Γραικικά ενδύσου. Αν ήσουν σωστός Έλληνας πράγμα κακόν δεν ήτον Γάλλος μισός, Γραικός μισός, Οθωμανός εν τρίτον, Ρωμανός ένα τέταρτον είν' εντροπή να ήσαι· κοσμοπολίτης μ' έγινες; ωσάν τους άλλους ζήσε!» (Αλέξανδρος Σούτσος, σατιρικό ποίημα Ε', 1827). Στους παραπάνω στίχους του σατιρικού του ποιήματος, ο Σούτσος θίγει την ανάγκη ομοιογένειας της εξωτερικής εμφάνισης των Ελλήνων. Την ίδια εικόνα περιγράφει και o Ν. Δραγούμης στο Ιστορικαί Αναμνήσεις: «[το 1827] στην εν Τροιζήνη συνέλευση εκάθηντο οι πληρεξούσιοι, ποικίλλον ένδυμα φέροντες, οιον φουστανέλας, φράγκικα, κάνδιας ασιατικάς, βράκες, αρνακίδας ή καπότας». Πράγματι, για την ενδυματολογική ετερότητα της κοινωνίας του 19ου αιώνα κάνουν λόγο αρκετές πηγές- κάποιες καυτηριάζοντας το φαινόμενο, ορισμένες σχολιάζοντας σκωπτικά τις μεν, άλλες στηλιτεύοντας τις δε ενδυματολογικές επιλογές, και άλλες πάλι διακωμωδώντας την κατάσταση. Ο Ιάκωβος Πιτσιπίος (1803-1869) στο έργο του Ο Πίθηκος Ξουθ ή Τα ήθη του αιώνος (1848), στο πρόσωπο του Καλλίστρατου Ευγενίδη, ενός ευγενούς νέου των Αθηνών, σατιρίζει την πιθηκίζουσα συμπεριφορά των ανθρώπων της μεταεπαναστατικής κοινωνίας που μιμούνται τον ξενόφερτο τρόπο ζωής και υιοθετούν τα δυτικά πρότυπα στην ένδυση: «[…]αληθώς δεν υπήρχεν έθιμον, ή συρμός ευρωπαϊκός, τον οποίον ο Καλλίστρατος να μην εμιμείτο αμέσως, και μάλιστα να μη φέρη εις το άκρον της τελειότητος· οι ράπται, οι υποδηματοποιοί, οι κουρείς, οι μυρεψοί, οι πιλοποιοί και αι πλύστραι των Αθηνών ίσταντο αείποτε εκατέρωθεν της οδού, οσάκις το βαρόμετρον τούτο του δυτικού συρμού διέβαινε, διά να παρατηρήσωσιν αυτόν από κεφαλής μέχρι ποδών, και περιεργασθώσι και μυρισθώσι, και ούτω να κανονίσωσι πάσας τας πράξεις και επιχειρήσεις αυτών· […]». Από την άλλη μεριά, ο Αχιλλεύς Παράσχος στο ποίημα του «Η φουστανέλλα» παρουσιάζει την τάση που απεχθάνεται κάθε νεωτερικότητα: «[…] Όλο το έθνος φράγκικα κοντεύει να φορέση, «Κ’ εμείς μονάχα είχαμε για φουστανέλλα μέση! Όχι· δεν είσθε σεις παιδιά δικά μας, και πατέρα «Δεν έχετε τον Μπότσαρη και τον Καραϊσκάκη· […]!». Εντούτοις, η συνύπαρξη του «παραδοσιακού» με το ευρωπαϊκό ένδυμα είναι γεγονός που θα συνεχιστεί στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες της ζωής του νέου κράτους, με κάποιους να υιοθετούν τις δυτικότροπες τάσεις και να αποδεσμεύονται πλέον από τα «παραδοσιακά» σχήματα, και άλλους να εμμένουν πεισματικά σε αυτά. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Βάσσου Μαυροβουνιώτη που -σύμφωνα με τις πηγές- εμφανίζεται στις δεξιώσεις του Παλατιού φορώντας φουστανέλα, ενώ η γυναίκα του τον συνοδεύει με γαλλική τουαλέτα.

Οι πληροφορίες για τη φουστανέλα, από τη wikipedia. Οι φωτογραφίες από τα «βαποράκια» από το eleniharou.gr (ασφαλώς θα δείτε πολλά «βαποράκια» και στο Μουσείο Χαλκού Τάσου Μπιρμπίλη, τα οποία ωστόσο η υπογράφουσα δεν φρόντισε να φωτογραφίσει.)

Δείτε και από το Αρχείο της ΕΡΤ «Ελληνική φορεσιά και κόσμημα» ΕΔΩ.

Συνημμένη, για εκείνους που θα ήθελαν να εντρυφήσουν περισσότερο, η δημοσίευση της Κωνσταντίνας Μπάδα, «Η παράδοση στη διαδικασία της ιστορικής διαπραγμάτευσης της εθνικής και τοπικής ταυτότητας. Η περίπτωση της φουστανέλας», Εθνολογία 4, 1995, σ.σ. 127-150.

Ευχαριστώ θερμότατα τον κ. Τάσο Μπιρμπίλη για την ξενάγηση, για την προθυμία του, για το γεγονός ότι έχει διασώσει ένα μεγάλο μέρος του υλικού μας πολιτισμού και ελπίζω η Πολιτεία και ο Δήμος να τον βοηθήσουν με ουσιαστικό τρόπο ώστε η δουλειά του να αναδειχθεί ακόμα περισσότερο.

 

Γαλανιάδη Εύα

Συνημμένα αρχεία: 

4 Σχόλια

ΜΠΡΑΒΟ!!!!ΠΑΡΑ....ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ.ΚΑΙΜΠΡΑΒΟ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΣΥΛΛΕΞΕΙ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ,ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΧΑΝΕΤΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ.

Καλημέρα Εκ μέρους του Τάσου Μπιρμπίλη ευχαριστούμε για το υπέροχο άρθρο που με τόση αρτιότητα έχει παρουσιαστεί στη σελίδα σας. Πάνω απ όλα όμως να σας συγχαρούμε για την αγάπη που έχετε για την διατήρηση της παράδοσης μας των εθίμων και του πολιτισμού μας. Η πόρτα του μουσείου θα είναι πάντα ανοιχτή για εσάς αλλά και για όλους όσους αγαπούν το τόπο και τις ρίζες μας. Να είστε καλά. Ευχαριστούμε!!!

Κυρία Μπιρμπίλη, με συγκινείτε, μας συγκινείτε. Την επόμενη φορά θα πάμε μαζί, έχουμε πολλές ιστορίες να πούμε! Ευχαριστώ από καρδιάς!

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.