Γ. Δ. Αναγνώστου: Ένας ποιητής που έγραψε πεζά μιλά για το νέο του βιβλίο, «Ο μονόλογος του Ελπήνορα και άλλοι μύθοι»

Γ. Δ. Αναγνώστου: Ένας ποιητής που έγραψε πεζά μιλά για το νέο του βιβλίο, «Ο μονόλογος του Ελπήνορα και άλλοι μύθοι»

Απρίλιος 15, 2024 - 22:15
0 σχόλια

Φωτογραφία Σπύρος Περδίου

Με τον Γ. Δ. Αναγνώστου συναντηθήκαμε πρώτη φορά πριν από τρία χρόνια, όταν με τον φωτογράφο Σάκη Ανδρουτσόπουλο κάναμε ένα αφιέρωμα σε σύγχρονους ποιητές που ζουν και δημιουργούν στην Τρίπολη για την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.

Γίναμε φίλοι. Καλοί φίλοι. Είναι ένας αγαπησιάρικα ιδιόρρυθμος άνθρωπος, πάντοτε ευγενής, πάντοτε παρατηρητικός, πάντοτε ειλικρινής. Έχει διαβάσει πραγματικά πολύ –και ουσιαστικά. Οι 1.500 τίτλοι της βιβλιοθήκης του δεν βρίσκονται εκεί για να γεμίζουν τα ράφια ή να εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη. Ως σήμερα έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές [«Τα λάματα της πρώτης νιότης» (Όστρια,2017) «Μέσα στα όμικρον του ονείρου» (Γαβριηλίδης,2018), «Η πολυθρόνα της λύπης» (Ιωλκός, 2021)]. Εξ ων και «ποιητής». Ωστόσο, το νέο του βιβλίο, αποτελείται από πεζά.

Το τελευταίο του βιβλίο, με τίτλο «Ο μονόλογος του Ελπήνορα και άλλοι μύθοι» (Ιωλκός,2024), είναι το πρώτο του βιβλίο με πεζά και, όπως μου είπε στο τέλος της κουβέντας μας, δεν θα είναι και το τελευταίο. Πρόκειται για μικρά διηγήματα τα οποία, για μένα τουλάχιστον, έχουν ρυθμό και μέτρο σχεδόν ποιητικό. Τα έγραφε καιρό, σε ένα δερματόδετο σημειωματάριο, με εκείνα τα υπέροχα γράμματα που κάνει. Ωστόσο, από εκείνες τις ιστορίες μόνο δύο μεταφέρθηκαν στο βιβλίο. Ήταν ένας έρωτας, μου είπε, εκείνα τα γραπτά, που εκτεινόταν σε 25 σελίδες. «Και κράτησα μόνο τις δύο. Είχα πει όλα όσα ήθελα να πω, σε εκείνες τις δύο σελίδες», μου είπε.

Τον συνάντησα μεσημεράκι στο γραφείο του, στην κουζίνα του σπιτιού του στο «κελλί» του «με δύο λάμδα», όπως λέει, γιατί μια μικρή ανορθογραφία πού και πού έχει τη νοστιμιά της, γιατί η λάθος γραφή και η σωστή γραφή είναι ζήτημα οπτικής. «Το λάθος, η ατέλεια στη γραφή, είναι ενδιαφέρον», λέει, όπως στο πρόσωπο μιας όμορφης γυναίκας η ατέλεια, στην οποία ο ίδιος θα προσηλωθεί και εκεί θα βρει το νόημα. Στο «ανορθόγραφο» κελί του, λοιπόν, γράφει, δημιουργεί, έχει τα αγαπημένα του πράγματα. Κούπες καφέ μπροστά μας και ξεκινήσαμε να μιλάμε για όλα.

Εξάλλου, με τον Αναγνώστου ποτέ μια συνέντευξη δεν είναι ακριβώς συνέντευξη.

Μιλάμε, λοιπόν, για την Τεχνητή Νοημοσύνη και μου δείχνει πόσο πολύ απολαμβάνει όλες τις εφαρμογές στο κινητό του.

«Δυστυχώς υπάρχουν απαντήσεις σε όλα. Κι όχι επειδή υπάρχει η Τεχνητή Νοημοσύνη. Κανείς δεν κάθησε να φτιάξει μια ερώτηση αν δεν ξέρει πρώτα την απάντηση. Στο τελευταίο μου βιβλίο έχω ένα διήγημα, με τίτλο ‘’Με γεωμετρική ακρίβεια’’. Αν δεν ξέρεις μαθηματικά, αν δεν ξέρεις γεωμετρία, δεν μπορείς να γράψεις».

Τι είναι οι μονόλογοι στο βιβλίο σου; Είναι διηγήματα;

«Καθόμουν εδώ που κάθομαι πάντα και έγραφα. Οι ήρωες των διηγημάτων, εκτός από ήρωες εντός του βιβλίου, ξεπετάγονται σε άλλα σημεία. Μονολογούν. Ένας μονόλογος προκύπτει από κάποια σειρά γεγονότων ή από κάποιο γεγονός».

Εγώ ακόμη και τον μονόλογο τον θεωρώ αφήγημα. Δεν είναι απαραίτητο στο διήγημα να ξεκινήσεις τις περιγραφές ή να έχεις χρονικό και τοπικό προσδιορισμό.

«Το 2024, ας μην επαναπαυόμαστε σε  έναν τίτλο. Όλα είναι μύθοι μέσα από αυτό το βιβλίο. Αν ήταν το πρώτο μου βιβλίο αυτό, κανείς δεν θα με έλεγε ποιητή. Έναν άλλον τίτλο που θα μπορούσα να βάλω, είναι ‘’Δεν είναι ποίηση, δεν είναι ποίηση, δεν είναι ποίηση’’».

Πάντως και τα πεζά σου, όπως και τα ποιήματά σου, έχουν μουσικότητα, έχουν ρυθμό.

«Το 2017 όταν έκανα την ‘’Πολυθρόνα της λύπης’’, ο Σάμης Γαβριηλίδης μου είπε, ‘’Γιώργο, θα το πάρεις και θα το διαβάσεις δυνατά’’, μου υπέδειξε τον τρόπο που μπορεί κάποιος να γράφει καλά. ‘’Όπου σκορτσάρει ο στίχος, θα το διορθώνεις’’, μου έλεγε. Πάντα γράφω χειρόγραφα και μετά διορθώνω στον υπολογιστή. Εγώ τα πεζογραφήματά μου τα βαφτίζω έμμετρη πεζογραφία.  Δεν θα με ενοχλούσε να πουν ότι είναι ποίηση, αλλά εκείνοι που έχουν διαβάσει δική μου ποίηση, θα καταλάβουν ότι δεν είναι ποίηση».

Οι χαρακτήρες του βιβλίου σου, ποιοι είναι; Υπάρχουν;

«Είναι όλοι εγώ. Εκτός από εκείνους στο ‘’Οδοντιατρείο’’, που γίνεται χαμός! (σ.σ. γελάμε, διότι πρόκειται για μια αναπάντεχη ιστορία, δεμένη με πολύ χιούμορ). Στις ‘’Καταραμένες βαριάντες’’, η Σήλια, η ηρωίδα, είμαι εγώ. Με τον Βασίλη Αναστόπουλο, τον Χαλαρό, όταν ήταν μπάρμαν στο Κύκλωμα, και ήταν ψημένος μπάρμαν, πανέξυπνος, πήγαινα στο μπαρ και του έλεγα ‘’βάλε ένα τζιν τόνικ’’. Όταν τελείωνα, του έσπρωχνα το ποτήρι, μου το γέμιζε, όσες φορές ήθελα. Και έφευγα. Και μου λέει: ‘’Όπως ερχόσουν, έφευγες. Ούτε μιλούσες με κανέναν, έπινες τα ποτά σου και έφευγες κύριος’’. Τόσο κύριος έφευγα, που δεν το θυμόμουν! Όπως η Σήλια στην ιστορία μου».

Πώς άρχισε για σένα η περιπέτεια της λογοτεχνίας;

«Όταν είχα κάνει ένα ταξίδι στην Ευρώπη, το όνειρό μου ήταν να πάω στο Παρίσι, να δω την Παναγία των Παρισίων. Και ανέβηκα στο καμπαναριό, από τη σκάλα τη στριφογυριστή, και ήταν εκείνα τα λεπτά σαν να διάβαζα ξανά το βιβλίο ‘’Οι άθλιοι’’ του Ουγκώ. Από τα 18 και πριν, δεν είχα πολύ μυαλό. Μέχρι τότε, δεν διάβαζα λογοτεχνία καθόλου. Ύστερα από μια ερωτική απογοήτευση, έβαλα μυαλό και ξεκίνησα να διαβάζω».

Τι θέση έχει ο έρωτας στο έργο σου;

«Ο έρωτας έχει κεντρική θέση, ο έρωτας έχει κυρίαρχο λόγο, είναι η ανάσα μου. Αν δεν υπήρχε ο έρωτας, δεν θα ήμασταν εδώ τώρα. Άρχισα να γράφω μετά την ερωτική απογοήτευση στα 18. Και δεν ήξερα τι έγραφα. Γράφω γιατί δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Και όταν με ρωτάνε να ερμηνεύσω αυτά που γράφω, δεν μπορώ να το κάνω. Είναι δουλειά άλλων. Και μένα δουλειά μου είναι να τους δυσκολέψω».

Με τον Ελπήνορα, τον σύντροφο του Οδυσσέα που έπεσε από μια στέγη κοιμισμένος ύστερα από μεθύσι, έχεις κοινά;

«Ναι, είχα κάποτε. Ήταν ένας άνθρωπος δίχως πολύ μυαλό και δίχως γνώση, λέει ο Όμηρος. Ήταν ερωτικός άνθρωπος. Τώρα, αν κάποιος καθήσει και σκεφτεί πραγματολογικά τι συνέβαινε, δηλαδή ότι είχαν πολεμήσει στην Τροία, ότι προσπαθούσαν να γυρίσουν στην πατρίδα, ας φανταστούμε την ψυχολογία, ο Ελπήνορας έπαθε κάτι που ήταν λογικό να συμβεί».

Δεν χρειαζόμαστε τους ήρωες μόνο, αλλά εκείνους που ηρωικά χαίρονται τη ζωή. Ο Ελπήνορας περιπλανήθηκε, ταξίδεψε.

Εσύ περιπλανιέσαι;

«Περιπλανιέμαι στα αναγνώσματα,  στη μουσική, μεταξύ ποίησης και πεζογραφίας. Μου αρέσει πολύ να περπατάω στην πόλη, να βλέπω τους ανθρώπους, παρά να περπατάω μέσα στη φύση. Τελευταία έχω κάνει ένα μεγάλο λάθος, να ‘’προαυλίζομαι’’ στο Στάδιο (σ.σ. ΔΑΚ Τρίπολης). Μπαίνεις σε έναν περιφραγμένο χώρο, περπατάς εκεί και πρόκειται για κανονικό προαυλισμό και ψυχαναγκασμό, γιατί ξέρεις ότι σε κάθε στροφή έχεις κάνει 400 μέτρα. Και δεν ξέρεις σε ποια στροφή είσαι κάθε φορά!».

Φοβάσαι την τεχνολογία;

«Εγώ με την τεχνολογία τα είχα πάντα πολύ καλά. Έκανα προγραμματισμό από το 1987, και δεν είναι τίποτα φοβερό και τρομερό. Δεν υπάρχει πιο ηλίθιο μηχάνημα από ένα ‘’σούπερ ντούπερ’’ κινητό ή ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ό,τι ζητήσεις, αυτό θα σου κάνει. Πρόσφατα είχα ένα μικρό καβγαδάκι με μια φίλη που είναι φοβική με την τεχνολογία, για το πού θα καταλήξει η τεχνητή νοημοσύνη. ‘’Ο άνθρωπος έφτιαξε κάτι ποιο έξυπνο από αυτόν’’, μου είπε. ‘’Άρα’’, της λέω, ‘’ποιος είναι πιο έξυπνος;’’. Φοβόμαστε για τις ανακαλύψεις, αλλά με την τεχνολογία σώζεται  κόσμος».

Μιλάμε για τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την Ιερουσαλήμ: «Θα έπρεπε να είναι το πιο ειρηνικό μέρος στον πλανήτη. Είτε πιστεύει κάποιος στον Θεό είτε όχι, δεν νομίζω ότι αυτά που έχει πει ο Χριστός, που ήταν υπαρκτό πρόσωπο, είναι λάθος. Όπως το ‘’αγαπάτε αλλήλους’’ ή το ‘’άφες αυτοίς’’. Οι προσευχές είναι ποιήματα. Τα καλύτερα λογοτεχνικά κείμενα, είναι τα πατερικά κείμενα. Και το καλύτερο είναι ο ύμνος στην αγάπη, του Αποστόλου Παύλου, στην επιστολή ‘’Προς Κορινθίους’’. Λέει ο Απόστολος Παύλος, ‘’όταν ήσουν παιδί, σκεπτόσουν σαν παιδί, τώρα που είσαι άντρας, πρέπει να σκέφτεσαι σαν άντρας’’. Αυτές τις κουβέντες μπορεί αν της πει και ένας πατέρας στον γιο του».

Με τις εκδόσεις Ιωλκός έχεις συνεργαστεί δύο φορές. Πώς είναι η συνεργασία;

«Με τις εκδόσεις Ιωλκός έχω κάνει και την ‘’Πολυθρόνα της λύπης’’, που ‘’κάηκε’’ κάπως, επειδή είχε βγει μέσα στην καραντίνα. Δεν έγινε παρουσίαση, και είχε τη σημασία του αυτό. Διότι η παρουσίαση είναι μια σύσταση. Σαν να σου συστήνουν διά ζώσης έναν φίλο. Είναι η προσωπική επαφή».

Το βιβλίο είναι προϊόν;

«Είναι, καθαρά. Και μπορούμε να τα κονιορτοποιούμε όταν γεμίζουν οι αποθήκες. Και τα δικαιώματα πωλούνται και αγοράζονται. Μην είμαστε ρομαντικοί. Ο περίφημος Αλμπέρτο Μοράβια δεν είχε χρήματα να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο. Τον βοήθησε ο πατέρας του και έγινε παγκόσμιο μπεστ σέλερ. Ο Κώστας Ταχτσής το ‘’Τρίτο στεφάνι’’ το είχε πάει σε όλους τους οίκους της Αθήνας, δεν το ήθελε κανένας, και το έβγαλε μόνος του. Και μιλάμε για το τέλος του μυθιστορήματος στην Ελλάδα, ό,τι καλύτερο είχε βγει. Ένας εκδότης δεν ξέρει από πριν πώς θα πάει ένα βιβλίο».

Ποιους αγαπάς από τους νέους συγγραφείς;

«Γιώργος Χειμωνάς, του έχω μεγάλη αδυναμία, με έχει επηρεάσει στη στίξη. Λατρεύω την ποίηση του Γιάννη Αντιόχου. Τώρα τελευταία διαβάζω σύγχρονη λογοτεχνία, όπως ‘’Ο θλιμμένος βάτραχος’’ του Άκη Παρώδη (Ιωλκός), και μάλιστα έκανα και την παρουσίαση του βιβλίου του στην Αθήνα».

Γράφεις και κριτικές…

«Μου αρέσει πάρα πολύ, γιατί παίρνω το βιβλίο, διαβάζω και γράφω, συνεχίζω και διαβάζω, και κάνω κριτική εν οδώ. Το θεωρώ λογοτεχνία αυτό που κάνω. Μου αρέσει, είναι ένας άλλος τρόπος να γράφω λογοτεχνία. Η πρώτη ή η δεύτερη ήταν της Ευανθίας Χαριτοπούλου, που μου άρεσε πολύ το πρώτο της βιβλίο (σ.σ. «Όμως η σάρκα ακόμα απαλή»  (Ενύπνιο, 2023). Μετά έκανα κριτική στο βιβλίο της Έλενας Καραμαγκιώλη (σ.σ. , «Μονωτική ταινία» (Ιωλκός, 2021) του Δημήτρη Γκιούλου, τα ‘’Ακραία καιρικά φαινόμενα’’ (Θίνες, 2023) και με συγκίνησε και η απάντησή του: ‘’Είναι σπάνιο μεγαλύτεροι λογοτέχνες να γράφουν κείμενα αποδοχής για νεώτερους δημιουργούς’’. Δεν γράφουμε κριτικές για φίλους, γιατί θα γελάει ο κάθε πικραμένος, και πρώτος εγώ, που θα είμαι πικραμένος...».

Διαβάζει ο κόσμος;

«Διαβάζει, αλλά όχι οι νεαρότεροι. Ούτε στο κινητό διαβάζουν. Μόνο με τα μηνύματα».

Αν είχες τη δυνατότητα να επιβιώσεις μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης, αν υπήρχε ένα πρόγραμμα που θα συγκέντρωνε όλη τη διαδικτυακή σου παρουσία και αλληλεπιδρούσε, μετά τον θάνατό σου, με τον κόσμο των ζωντανών, θα το έκανες;

«Κάτι σαν τεχνητή αθανασία; Ναι, δεν θα είχα κανένα θέμα γιατί θα ήμουν πεθαμένος. Τι θέμα θα είχα ως πεθαμένος; Αν αυτό γίνει, που θα γίνει, και σκεφτούμε τι πληθυσμό έχει ο πλανήτης, και το κάνει έστω το 1/3, θα είναι τέτοιος ο μύλος των πληροφοριών, που δεν θα έχει σημασία».

Η αθανασία δεν είναι για όλους.

Πώς σου φαίνεται η ενασχόληση με τα κοινωνικά δίκτυα;

«Περισσότερο ο κόσμος ενδιαφέρεται να τραβήξει μια φωτογραφία για να δείξει ότι είναι κάπου, παρά να χαρεί τη στιγμή. Ένας φίλος μου, ο Γιώργος, έχει ταξιδέψει πάρα πολύ, πρέπει να είναι ο μόνος στην Πελοπόννησο  που έχει ταξιδέψει τόσο πολύ και τόσο μακριά. Ποτέ δεν είχε μαζί του φωτογραφική μηχανή. Είναι σαν να μην έχει πάει για κάποιους. Σήμερα η φίλη μου η Κατερίνα μου έστειλε ένα μικρό post, που έλεγε ‘’ακράτεια λόγου’’. Έχουμε πάθει ακράτεια λόγου στα κοινωνικά δίκτυα. Ό,τι μας έρθει, το ανεβάζουμε».

Θυμάμαι το εξαιρετικό σου κείμενο «Θαμμένοι στον λάκκο με τα likes»…

«Ξέρεις, είναι η πρώτη φορά που έχει παρατηρηθεί στην ανθρωπότητα η ίδια ψυχιατρική ανισορροπία σε κάθε άνθρωπο: τα κοινωνικά δίκτυα και τα κινητά. Είναι καθολική ψυχιατρική διαταραχή, που επειδή την έχουμε όλοι, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοια. Αυτό που κάνουν όλοι, θεωρείται φυσιολογικό, ενώ τελικά δεν είναι. Είναι ανισορροπία».

Περισσότερο παρατηρείς και ζεις στο τώρα. Γράφεις για το παρόν, τα κείμενά σου είναι σε χρόνο ενεστώτα.

«Το παρόν ανά πάσα στιγμή γίνεται παρελθόν. Πιάνομαι από τη στιγμή μέχρι να φύγει. Δεν κάνω ποτέ σχεδιάσματα, δεν έχω θέμα να αναπτύξω, γράφω για τη στιγμή. Το παρελθόν δεν υπάρχει πια, το μέλλον δεν ε΄χει έρθει, άρα έχουμε μόνο το παρόν».

Μέλλον δεν υπάρχει, όμως σχεδιάζεις κάτι; Ποιο είναι το επόμενό σου βήμα στη συγγραφή;

«Να σου πω την αλήθεια, από την ‘’Πολυθρόνα της λύπης’’ και ύστερα, αισθάνθηκα ότι δεν θα ξαναγράψω ποίηση. Για τώρα τουλάχιστον».

Σίγουρα δεν θα σταματήσω να γράφω, αλλά ποίηση δεν θα μπορέσω να ξαναγράψω όπως έγραφα. Δεν μπορώ να κάνω σχέδια.

«Αν ήμουν κλασσικός πεζογράφος, μπορεί και να έκανα σχέδια. Εκείνο που θα ήθελα να γράψω, θα ήταν ένα μεγαλύτερο πεζογράφημα, μια νουβέλα. Αν και είμαι μικροπερίοδος. Στο Διαδίκτυο με βοηθά αυτό. Υπάρχει η flash fiction, υπάρχουν τα μικροδιηγήματα, και όταν το ανακάλυψα, ανακουφίστηκα, γιατί αυτό που κάνω, είπα, να, υπάρχει, δεν είναι λογοτεχνική αδυναμία. Η μόνη ικανοποίηση που παίρνω, είναι όταν με συναντούν άνθρωποι και μου λένε, ‘’γράφεις μικρά και συμπυκνωμένα’’. Αφού τα καταφέρνω και χωράω τόσα πράγματα σε τόσο λίγο χώρο, πάει να πει ότι είμαι ουσιαστικός. Θεωρώ ότι ακόμα και οι μονόλογοι, τελικά περιγράφουν κάτι, είναι ιστορίες όλα. Κι αν δεν φαίνονται, έχουν προκύψει από δικές μου ιστορίες».

Βλέπεις τη στιγμή εκείνης της ιστορίας, αλλά ξέρεις ότι έχουν και παρελθόν και μέλλον. Και οι μονόλογοι είναι και η πεμπτουσία της ιστορίας, το καταστάλαγμα.

Στο τελευταίο του βιβλίο, αλλά και στην «Πολυθρόνα της λύπης», ο ίδιος έχει κάνει το εξώφυλλο, αφού σχεδιάζει. «Κάνει άριστα εξώφυλλα ο εκδότης και ελπίζω στο επόμενο βιβλίο να μου φτιάξουν εκείνοι το εξώφυλλο», λέει.

«Εγώ έκανα πάντα ένα ανθρωπάκι. Αυτό είναι το πρώτο εξώφυλλο που έκανα δύο. Και το αυθεντικό, το έχει εκείνη», μου λέει.

Δίνουμε ραντεβού στο Μεγάλο Καφενείο το Σάββατο 20 Απριλίου στις 19:00 για την παρουσίαση του νέου του βιβλίου. Για το βιβλίο θα μιλήσουν: Θάνος Καρνέζης (Νομικός), Κατερίνα Παναγοπούλου (Επιμελήτρια κειμένων), Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης (Υπεύθυνος εκδόσεων Ιωλκός), ο συγγραφέας και η υπογράφουσα.

Στον δρόμο σκέφτομαι τη διήγησή του για τότε που συναντήθηκε με τον Nick Cave στο Decadence.

Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…

 

Γαλανιάδη Εύα


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.