Καταστροφή της Βυτίνας και των γύρω χωριών από τον Ιμπραήμ τον Ιούνιο του 1825

Καταστροφή της Βυτίνας και των γύρω χωριών από τον Ιμπραήμ τον Ιούνιο του 1825

Ιούνιος 29, 2021 - 21:00
0 σχόλια

Για το κάψιμο των χωριών και τις λεηλασίες, αιχμαλωσίες, αρπαγές γυναικών και αναγκαστικούς γάμους με αυτοθυσία των κατοίκων γράφει η κυρία Μαρίνα Διαμαντοπούλου σε σελίδα της στο Facebook

".....τότε μόνος του έλαβεν εις γυναίκα την ωραιοτέραν, και έπειτα καλέσας εκεί τους περί αυτόν Αγάδες και Μπέηδες έδωκεν εις έκαστον εξ αυτών μίαν εκ των αιχμαλώτων παρθένων....."

Ο Φωτάκος αναφέρει στα απομνημονεύματα του
“..Ο δε Ιμπραήμ μαθών τα της μάχης ταύτης, και τον φόνον τόσων Τούρκων ωργίσθη και απεφάσισε να εκδικηθή τους Έλληνας…
Εις δε τα βουνά αυτά ηύραν κρυμμένας όλας τας οικογενείας της Βυτίνας και της Αλωνίσταινας. Εκεί αιχμαλώτισαν την οικογένειαν του Θεοδώρου Ταμπακοπούλου και τας τρεις του θυγατέρας, αιχμαλώτισαν δε την θυγατέρα του Αθανασίου Σουφλέρη από την Αλωνίσταινα, τας δύο θυγατέρας του παπα Γιάννη από την Βυτίναν, και μιαν γυναίκα υπανδρευμένην, ως και την Σερέταινα. Επήραν επίσης αιχμάλωτον την Θοδωρού Ξερίναν, την Ηλιού Νικόλαινα με τα κορίτσια της, καθώς και την κόρην του Τριανταφύλλου, την πλέον ωραιοτέραν. Όλας δε αυτάς τας νέας τας έφεραν απειράκτους έμπροσθεν του Πασά, όστις ήτο στρατοπεδευμένος ανάμεσα και κατάρραχα εις τα δύο χωρία της Βυτίνας. Τότε συγχρόνως αιχμαλώτισαν και τον ιερέα Τρύφωνα και Οικονόμον της Βυτίνας, όστις μετά δύο ημέρας τους έφυγεν, αλλ’ ήτο παρών στους γάμους του Ιμβραήμ, οι οποίοι έγιναν κατά τον εξής τρόπον.

Αφού αι αιχμαλωτισθείσαι κόραι παρουσιάσθησαν, ο Ιμβραήμ διέταξε τον ιατρόν του, τον διερμηνέα του και μίαν γυναίκα ηλικιωμένην, η οποία ευρέθη εκεί, να εξετάσουν τας αιχμαλώτους μήπως έχουν κανένα νόσημα, και αν είναι παρθένοι. Αφού δε έγινεν η εξέτασις, και εβεβαιώθη από τους ιατρούς, ότι καθ’ όλα ήσαν αι κόραι υγιείς και παρθένοι, τότε μόνος του έλαβεν εις γυναίκα την ωραιοτέραν, και έπειτα καλέσας εκεί τους περί αυτόν Αγάδες και Μπέηδες έδωκεν εις έκαστον εξ αυτών μίαν εκ των αιχμαλώτων παρθένων. Ούτω πως έγιναν οι γάμοι του Ιμβραήμ εκάθησεν δύο ημέρας εις την Βυτίναν, την οποίαν αναποδογύρισεν. Εκείθεν δε αναχώρησε με ολίγον στρατόν και ετοποθετήθη εις τον Παλαιόπυργον και τον κάμπον του Δάρα. Όλον δε το λοιπόν στράτευμα του έτρεχε δεξιά και αριστερά αιχμαλωτίζον τους ανθρώπους και καίον τα χωρία της επαρχίας Καρύταινας. Εισέβαλε και εις την επαρχίαν των Καλαβρύτων και έφθασε μέχρι της Στρέζοβας και πέρα ακόμη….”

Οι Έλληνες οπλαρχηγοί από την Βυτίνα, πέρασαν στα Μαγούλιανα, κατόπιν συγκεντρώθηκαν στα Λαγκάδια και υπέγραψαν έγγραφο προς την κυβέρνηση της Αγγλίας. Στη διαδρομή τους μέσα από τα βουνά και τα έλατα συνάντησαν τους τρομαγμένους κατοίκους.
“...πολλαί χιλάδες ψυχαί Ελλήνων από όλα τα τα πέριξ χωρία, είχαν εκ του φοβου καταφύγει εις το μέρος τούτο. Τα μικρά παιδιά, φορτωμένα επάνω εις τα ζώα από τα πόδια και κρεμάμενα ωσάν κοτόπουλα έκλαιαν, οι γυναίκες φώναζαν τους άνδρας των, γυναικόπαιδα και ζώα μικρά και μεγάλα ήσαν όλα πήχτρα, και ομού εκινούντο ως έν σώμα…….
….ήλθαν δε εκεί ο Ζαϊμης, ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Πλαπούτας, ο Κανέλλος Δεληγιάννης και ο αδελφός του Δημήτριος, ο Γενναίος και ο Αποστόλης Κολοκοτρωναίοι, ο Αναγνωστάκος Παπαγιαννακόπουλος, ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος, ο Αναγνώστης Παπασταθόπουλος, και οι περί τους οπλαρχηγούς τούτους υπασπισταί, γραμματείς και σωματοφύλακες, όσοι εδυνήθησαν να έλθουν εκεί, ως και άλλοι τινές οπλαρχηγοί των κωμοπόλεων της Καρύταινας. Οι δε Ανδρέας Λόντος, οι αδελφοί Νοταραίοι και λοιποί Κορίνθιοι και Καλαβρυτινοί, εχωρίσθησαν εις την ράχιν του Αλογοβουνού και έπεσαν εις το παλαιόν και έρημον χωρίον Ζωριάκου, και εις το Βαλτεσινίκον, χωρίον ήδη κατοικούμενον, και ούτω φεύγοντες επέρασαν της κυράς το Γεφύρι κατά την Ποδογοράν και την Στρέζοβαν, και ανέβησαν εις το Σωποτόν….
….Εις δε την επαρχίαν όλην της Καρύταινας ήτο τότε γενική απελπισία και δια την κατστροφήν των κωμοπόλεων και των χωρίων, την γενομένην υπό του Ιμβραήμ και διότι οι Δεληγιανναίοι, οι οπλαρχηγοί και άλλοι επίσημοι άνθρωποι, έφυγαν εκείθεν, και ούτως όλος ο τόπος έμεινε ξέφραγος.

Οι δε Τούρκοι αναχωρήσαντες από τα Μαγούλιανα και την Βυτίναν επήγαν εις τα Λαγκάδια και τα έκαυσαν. Αφού δε ελεηλάτησαν τα πάντα, έπειτα εκείθεν έπεσαν εις τας Σάραις και εκεί αιχμαλωτισαν την γυναίκα του Θανάση, και ύστερα, ως είπαμεν, επήγαν εις της Κυράς το Γεφύρι.
Εκεί εις το δάσος είχαν καταφύγει οικογένειαι από την Βυτίναν, ο δε Δημήτριος Ξυνογάλης, επειδή το μικρόν παιδί του έκλαιε, φοβηθείς μήπως οι Τούρκοι τους ακούσουν, το έσφαξε. Κατόπιν οι Τούρκοι επροχώρησαν και πέρα ακόμη κατά την Ποδογοράν και την Στρέζοβαν και εκείθεν έπεσαν κάτω και έφθασαν πλησίον εις τα Τριπόταμα και εις τα χωρία Λιόπεσι και Βιδιάκι, και πολλά κοπάδια ζώα και ανθρώπους αιχμαλώτισαν και ύστερα γύρισαν στην Τριπολιτσάν, φορτωμένοι λάφυρα, και κουβαλούντες τα αιχμάλωτα ζώα και τους ανθρώπους.
Εντός δε εξ ημερών κατέστρεψαν το ήμισυ της επαρχίας Καρύταινας”.

Ο Τάκης Κανδηλώρος έγραψε στην “Η Γορτυνία”, εκδοση 1898 : “Αναφέρονται δε και δύο Γορτυνίδων ηρωισμοί. Η εκ Δημητσάνης Τρισεύγενη Καζή, σύζυγος του Π. Δεληβοριά, έρριψε, κατά τον Οικονόμου, τα δύο τέκνα της εις τον Λάδωνα και κατόπιν επνίγη και αύτη, ίν’ αποφύγη την αιχμαλωσίαν. Επίσης δε και η Ελένη Λιαροπούλου ησπάσθη το τέκνο της και κατεκρημνίσθη μετ’ αυτού ως νέα Σουλιώτις εις τον Κότρωνα, ίνα σωθή εκ των διωκόντων αυτήν Αράβων, το τέκνον όμως αναρτηθέν εκ τινος κλάδου εσώθη και ζη ακόμη”.
Το παρακάτω τραγούδι “Η Χριστίτσα του Πάνου” αναφέρεται στην Χριστίτσα κόρη του Πάνου Αναγνωστόπουλου, σπάνιας ομορφιάς, από την Νεμνίτσα (Μεθύδριο) που αιχμαλωτίστηκε στον Μυλάοντα ποταμό(θέση Πλατανογιόφυρο) και αναγκάστηκε σε γάμο με τον στρατάρχη Δελή Αχμέτ ο οποίος την λάτρευε και θρηνούσε όταν τον εγκατέλειψε όπως και τον μικρό γιό τους, με την ανταλλαγή αιχμαλώτων το 1828, και ξαναγύρισε στον πατέρα της γιατί δεν συμβιβάστηκε ποτέ με την αιχμαλωσία της, παρά την άνετη ζωή που της πρόσφερε. (Πηγές: Π. Παπαζαφειρόπουλος “Περισυναγωγή γλωσσικής ύλης και εθίμων του ελληνικού λαού”, έκδοση 1887, Τ. Κανδηλώρος “Η Γορτυνία” έκδοση 1898)

Η Χριστίτσα του Πάνου
“Να το είξερα Χριστίτσα μου, πούθελε να σε πάρουν

Δε σ’ έστελν’ από τη στεριά παρ’ από του πελάγου.

Σ’ έστελνα στην Αρβανιτιά και στ’ Αρβανιτοχώρια,
όπου είχα πύργο γυάλινο για να σε βάλω μέσα.
Να σε βουτίξω στο φλωρί και στο μαργαριτάρι.
Να γύριζ’ ο ντουνιάς τροχός σαν πως γυρίζ’ η ρόδα,
να ερχόμουν πίσω στο Μωριά κι’ αγνάντιο στη Νεμνίτσα.
Να σ’ έβλεπα Χριστίτσα μου πως στρώνεις πως κοιμάσαι.
Στην Πάτρα κάν να σμίγαμε, εκεί ν’ ανταμωθούμε.
Να σ’ έβλεπα, Χριστίτσα μου, κι ας πέθαινα ο καυμένος.”
 


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.