Tο γεφύρι του Κούκου

Θέση

37° 30' 14.4108" N, 21° 59' 47.094" E

Στο γεφύρι του Κούκου κελαηδούν τα αηδόνια

Το παλιό πέτρινο γεφύρι του Κούκου, στο πιο στενό πέρασμα του Αλφειού ποταμού, συνέδεε τις επαρχίες Ολυμπίας και Γορτυνίας. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πώς κατόρθωσε ο Λαγκαδινός πρωτομάστορας Αντώνης Κάτσαινος να το χτίσει εκεί πάνω, σε ένα στενό μεν, αλλά πολύ επικίνδυνο σημείο. Τριάντα τέσσερα μέτρα ύψος, και από κάτω ο αφρισμένος Αλφειός...

Βρίσκεται στο πιο στενό βραχώδες πέρασμα του Αλφειού, στα Μάραθα (Βλαχορράφτη), στη θέση «Τρία αλώνια» και διευκόλυνε την επικοινωνία των χωριών της Δυτικής Γορτυνίας με την Ανδρίτσαινα. Κτίστηκε το 1880, είναι μονότοξο και το ύψος του είναι 34 μέτρα. Το όνομά του το οφείλει σύμφωνα με την παράδοση στον Κούκο, που τον μαχαίρωσε ο Μπραΐμης, ο νονός του, σε μια συναλλαγή που είχαν για ένα σφαχτό, λένε κάποιοι, ενώ άλλοι λένε ότι η συναλλαγή δεν ήταν ακριβώς συναλλαγή αλλά κλεψιά: ο Κούκος έπιασε τον Μπραΐμη να κλέβει ένα ζώο από το κοπάδι του και πάνω στον καβγά, ο Μπραΐμης τον μαχαίρωσε στην καρδιά.

Οι θρύλοι, όπως έχουμε πει, ζώνουν τα γεφύρια. Έτσι και το γεφύρι του Κούκου: τις νύχτες που φυσάει, η φωνή του αδικοσκοτωμένου ακούγεται να καταριέται τον δολοφόνο του.
Το γεφύρι έχει μήκος περίπου 20 μ, πλάτος 4 μ. και ύψος 34 μ. Διαμορφώνεται από μία μεγάλη ημικυκλική καμάρα που εδράζεται στους βράχους των δύο οχθών. Η βατή επιφάνειά της είναι επίπεδη και χωρίς πλακόστρωση. Για την προστασία των περαστικών, υπάρχει στις δυο πλευρές στηθαίο πάνω σε βάση από ανώμαλες πέτρες. Οι πέτρες της κατασκευής της είναι καλά πελεκημένες και στην πλειονότητά τους ορθογωνισμένες, γι' αυτό βρίσκεται ακόμα σε σχετικά καλή κατάσταση.

Στην ιστοσελίδα του Αρχείου Γεφυριών Πελοποννήσου, ο κ. Θοδωρής Χαμάκος αναφέρει: «Το γεφύρι είναι χτισμένο στη θέση “Τρία αλώνια” Βλαχοράπτη, γεφυρώνοντας τις δύο όχθες του Αλφειού λίγο πιο κάτω από τη συμβολή του με το Λούσιο, τέσσερα χιλιόμετρα περίπου από το Βλαχοράπτη.

»Το 1878 αποφασίστηκε από το κράτος με πρωτοβουλία του Λαγκαδινού πολιτικού Αθανασίου Βαλαβάνη η κατασκευή του γεφυριού με κρατική επιχορήγηση 17.254 δραχμών από τον προϋπολογισμό δημοσίων έργων για να συνδέσει και να διευκολύνει την επικοινωνία των χωριών της δυτικής Γορτυνίας με την Ανδρίτσαινα και την Ολυμπία.

»Η επιλογή έγινε στο πιο στενό σημείο του Αλφειού. Κανένας όμως σπουδαγμένος μηχανικός του κράτους δεν αναλάμβανε την κατασκευή του, λόγω της δυσκολίας του ύψους του χάσματος και της ορμής του νερού. Τότε ανέλαβε ο πρωτομάστορας από το 1868, Αντώνης Κάτσαινος από τα Λαγκάδια και μάλιστα τη συνοικία “Κατσαινέικα”, επικεφαλής μπουλουκιού να το χτίσει. Η κατασκευή του κράτησε δύο χρόνια και τελείωσε το 1880.
  
»Η παράδοση λέει ότι ο Κάτσαινος κατάφερε να φτιάξει το γεφύρι, ενώ άλλοι είχαν αποτύχει, στηρίζοντας τη σκαλωσιά σε δίχτυ που έφτιαξε από 13.000 οργιές τριχιά, που στη συνέχεια κρέμασε σε δέντρα στις δυο πλευρές του φαραγγιού. Κατασκευάστηκε κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και μόνο χάρη στη μαστοριά και την εξυπνάδα του πρωτομάστορα.
  
»Είναι μονότοξο και το όνομά του το χρωστάει, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, σε κάποιον Κούκο από το χωριό Κοτίλι, που τον μαχαίρωσε ο Μπραΐμης, νονός του σ' έναν καβγά που είχαν όταν ο Κούκος τον έπιασε να κλέβει ένα ζώο από το κοπάδι του. Οι ντόπιοι, ακόμα λένε ότι τις νύχτες χωρίς αστέρια, όταν βουίζει ο αέρας, τότε ακούγεται πεντακάθαρα η φωνή του αδικοσκοτωμένου που καταριέται το δολοφόνο του.
  
»Λέγεται όμως και του “Βαλαβάνη”, λόγω της πρωτοβουλίας για το χτίσιμό του από τον πολιτικό της περιοχής Αθανάσιο Βαλαβάνη και επίσης “Βλαχοραφτίτικο”, από την περιοχή.
 
»Έχει χαρακτηρισθεί διατηρητέο μνημείο και είναι από τα επιβλητικότερα γεφύρια της Πελοποννήσου».
Ο δικηγόρος Ηλίας Γιαννικόπουλος (Ηλίας Γιαννικόπουλος, Γ' Επιστημονική Συνάντηση ΚΕ.ΜΕ.ΠΕ.Γ. - Γεφυριών Ιστορίες. Μαστόροι και γεφύρια. Αθήνα, Νοέμβριος 2006), αναφέρει: 
«Οι Κατσαιναίοι (γράφονται και Κατσαναίοι) είναι κλάδος της οικογένειας Γκιώκα ή Γκιόκα, που είναι άγνωστο πότε εγκαταστάθηκε στα Λαγκάδια. Πήραν το παρώνυμο αυτό “Κατσαναίοι”, ίσως γιατί κάποιος γενάρχης της είχε “κόκκινο πρόσωπο” ή “κόκκινα μαλλιά” ή γιατί επαναλάμβανε συχνά στη ομιλία του τη λέξη “κάτσε”, όπως αφελώς ισχυρίζεται η δισέγγονή του Δήμητρα Τασσιοπούλου. Είναι πολύ πιθανόν η οικογένεια των Γκιωκαίων να κατάγεται από την Ήπειρο, όπως και άλλες λαγκαδινές οικογένειες, γιατί στα αρχεία των αγωνιστών του '21 συναντάει κανένας πολλούς Γκιοκαίους από την περιοχή αυτή, και μάλιστα της Χειμάρας».

Λέγεται ότι μεταξύ των άλλων που έφτιαξε ο Αντώνης Κάτσαινος, ήταν και η αναστήλωση της εισόδου του σταδίου της αρχαίας Ολυμπίας, της Κρυπτής, δηλαδή.

Για το γεφύρι του Κούκου, ο Π. Πολιτόπουλος (Π. Πολιτόπουλος. «Το Βλαχοράπτη», εφημερίδα «Φωνή της Αρκαδίας»), λέει ότι: 

«Η εργασία δύναται να χαρακτηρισθεί αρίστη, όλα τα μάρμαρα που την αποτελούν και από όλες τις πλευρές είναι λαξευτά, σχηματίζουν ένα ωραίο σύνολο, το οποίο μακρόθεν δεν είναι δυνατόν να υποπτευθεί. Προς το δυτικόν σημείον, δηλαδή δεξιά του διερχομένου επί της γέφυρας από Βλαχοράπτη προς Ολυμπίαν επί του μαρμάρου και εις το εξωτερικόν του τοίχου υπάρχει επιγραφή. Ο ΤΕΚΤΩΝ ΑΝΤ. ΚΑΤΣΑΙΝΟΣ 1880».
Κατά τον Αργύρη Π. Πετρονώτη, δρα Αρχιτέκτονα και καθηγητή του Α.Π.Θ, Αργύρης Π. Πετρονώτης. «Πέτρινα γεφύρια στην Ελλάδα», Β' έκδοση. Ανάτυπο από τον τόμο «Φύση και έργα ανθρώπων», Κόνιτσα 2005): 

«Πρόβλημα παραμένει εάν τα καλούπια στηρίχτηκαν στο σχοινένιο πάτωμα (όπως λένε), ή αγκυρώθηκαν τα στυλώματά τους στις άκρες στους βράχους και το πάτωμα από σκοινιά χρησίμεψε ως έδαφος εργασίας».
Λέγεται ότι ο πρωτομάστορας Αντώνης Κάτσαινος έχτισε και την εκκλησία της Αγίας Τριάδας στο χωριό Βλαχοράπτη.

Το χωριό Βλαχοράπτη ή Μάραθα είναι χτισμένο σε μια καταπράσινη πλαγιά , αθέατο απ' όλες τις πλευρές. Ιδρύθηκε γύρω στα 1600 μ.Χ. από έναν ράφτη (έτσι προέκυψε και το όνομα του χωριού) αν και μαρτυρίες λένε ότι είχε κατοικηθεί και στην αρχαιότητα. Στο σημείο του σημερινού χωριού τοποθετούνται τα αρχαία «Μάραθα», σύμφωνα με τον Παυσανία. Στο ύψωμα του Αγίου Νικολάου ή Μαραθιά υπάρχουν αρχαία τμήματα οχυρωματικού έργου, πιθανώς για την προστασία της αρχαίας Γόρτυνας. Από την περιοχή περνούσε η 5η Μυκηναϊκή οδός, που αργότερα έγινε 84η Ρωμαϊκή οδός.
 

Αξιοθέατα: