Το Πάσχα στην παλιά Τρίπολη (pics)

Το Πάσχα στην παλιά Τρίπολη (pics)

Απρίλιος 20, 2016 - 09:16
1 σχόλια

1900 - 1980

Χριστὸς ἀνέστη: Νέοι, γέροικαὶκόρες,
Ὅλοι, μικροὶ μεγάλοι, ἑτοιμαστεῖτε·
Μέσαστὲς ἐκκλησιὲς τὲς δαφνοφόρες
Μὲ τὸ φῶς τῆς χαρᾶς συμμαζωχτῆτε·
Ἀνοίξετε ἀγκαλιὲς εἰρηνοφόρες
Ὀμπροστὰ στοὺς Ἁγίους καὶ φιληθῆτε·
Φιληθῆτε γλυκὰ χείλη μὲ χείλη,
Πέστε Χριστὸς Ἀνέστη ἐχθροὶ καὶ φίλοι.

 

Στο παραπάνω απόσπασμα του ποιήματος « Ἡ Ἡμέρα τῆς Λαμπρῆς» του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού, μεδιάχυτο το λυρικό στοιχείο, το αναστάσιμο μήνυμα καλεί αέναατους απανταχού χριστιανούς σε ανάταση ψυχών και συμφιλίωση, για να ξεπεραστούν οι εθνικές δοκιμασίες.

Oι Τριπολιτσιώτες τηρούν πιστά τις πατροπαράδοτες παραδόσεις οι οποίες βγαίνουν από τα βάθη των αιώνων, από την Αρχαία Ελλάδα με τους Αρχαίους Έλληνεςνα τελούν θυσίες στις μεγάλες εορτές και τα εθνικά γεγονότα, από την εορτή του Πάσχα των πρώτων Χριστιανικών Χρόνων και των Βυζαντινών Χρόνων, από την εποχή της Τουρκοκρατίας με τους κλέφτες και αρματωλούς στα αρκαδικά βουνά να ψήνουν το αρνί μετά από κάθε μεγάλη νίκη τους!

Τα παλιά  χρόνια όλες οι τριπολιτσιώτικες οικογένειες ως καλοί χριστιανοί άρχιζαν τη νηστεία το Σαραντάημερο με ταχίνι, φάβα, πλιγούρι και χταποδάκι με κοφτό μακαρονάκι. Πλησιάζοντας η Μεγάλη Εβδομάδα έτρωγαν μόνο χαλβά, ταραμά, τοματόσουπες κ.ά. Την εβδομάδα της Λαμπρής οι νοικοκυρές στόλιζαν τα σπίτια ενώ οι νοικοκύρηδες αναλάμβαναν να μαζέψουν κλήματα για τη φωτιά. Το Σάββατο του Λαζάρου φτιάχνονταν τα λαμπροκούλουρα. Από την Κυριακή των Βαΐων άρχιζαν οι ολονυχτίες. Τη Μεγάλη Τρίτη ο κόσμος πήγαινε στην εκκλησία για να ακούσει κατανυκτικά το τροπάριο της Κασσιανής μοναχής και τη Μεγάλη Τετάρτη για το ιερό μυστήριο του Ευχελαίου.

Τη Μεγάλη Πέμπτη oιγυναίκες οδηγούσαν τα παιδιά στην εκκλησία για να κοινωνήσουν κι έπειτα επιστρέφοντας στο σπίτι έφτιαχναν τσουρέκια, κουλούρια κι έβαφαν τα αβγά κόκκινα. Άρχιζαν το στόλισμα των πασχαλινών αυγών με φυσικές χαλκομανίες. Διάλεγαν φύλλα από φυτά και λουλούδια, συνήθως τριφύλλι, κι έβαζαν από ένα πάνω σε κάθε αβγό. Στη συνέχεια, τύλιγαν τριγύρω μια παλιά κάλτσα, την οποία στερέωναν με μια κλωστή.Έπειτα τα έβαφαν με φυσικά χρώματα ή με μπογιά από βρασμένα κρεμμυδόφλουδα. Τέλος επέλεγαν τυχαία ένα από τα αβγά και το έβαζαν στο εικονοστάσι για ευλογία του σπιτιού.Το κρατούσαν εκεί έως το επόμενο Πάσχα.

Επίσης την ίδια μέρα ζύμωναν περίτεχνα τις πασχαλινές κουλούρες, έβαζαν ένα κόκκινο αβγό στη μέση και τις πήγαιναν στην εκκλησία για τις «διαβάσουν» με τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Υπήρχε το έθιμο να ψήνουν ένα μικρό κουλουράκι από τη ζύμη της κουλούρας, να βάζουν στη μέση ένα κόκκινο αβγό και να το διατηρούν στο εικόνισμα του σπιτιού για ευλογία μέχρι την επόμενη χρονιά.Μόνο όσοι πενθούσαν από πρόσφατο θάνατο οικείου προσώπου δεν έβαφαν αβγά για το Πάσχα αλλά θα τους τα έφερναν έτοιμα οι συγγενείς και οι φίλοι. Τη Μεγάλη Πέμπτη στέλνονταν  στα βαφτιστήρια οι λαμπάδες και τα παπούτσια, οι κουλούρες και τα κόκκινα αβγά.

Το απόγευμα στηλειτουργιά των Δώδεκα Ευαγγελίων, όταν ο ιερωμένος έψελνε το κάθε ευαγγέλιο, υπήρχε το έθιμο να έχουν οι πιστοί έναν σπάγκο και σε κάθε ευαγγέλιο να κάνουν ένα κόμπο. Αυτό τον σπάγκομε τους δώδεκα κόμπους το θεωρούσαν θαυματουργό και το έζωναν  στη μέση του αρρώστου.

Όλοι οι πιστοί μετά τη λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης συμμετείχαν στον στολισμό του επιταφίου. Ο επιτάφιος στολιζόταν μέσα σε ατμόσφαιρα θρησκευτικής κατάνυξης μέσα στην εκκλησία, όλο το βράδυ έως να ξημερώσει η Μεγάλη Παρασκευή. Με μεγάλο μεράκι διαπερνούσαν υπομονετικά τις λεπτές κλωστές στα ανοιξιάτικα λουλούδια. Μερικά προέρχονταν από τους κήπους των κατοίκων κι άλλα από τους αγρούς, χαμομήλια, πασχαλιές, βιολέτες...Η όλη διαδικασία αποτελούσε ιεροτελεστία...Όταν θα έφτανε η ώρα να τον ξεστολίσουν, τα λουλούδια τα οποία έπαιρναν οι πιστοί από τον επιτάφιο θεωρούνταν ευλογημένα και τοποθετούνταν στοεικονοστάσι του σπιτιού για φυλαχτό.

Η Μεγάλη Παρασκευή αποτελούσε μέρα βαθύτατου πένθους. Όταν ξυπνούσαν, ήταν έθιμο να πίνουν τρεις πολύ μικρές γουλιές ξύδι συμβολικά όπως έβαλαν να πιει ο Χριστός, για να συμμετάσχουν στα πάθη του. Καμία νοικοκυρά δεν έπρεπε να πιάσει στα χέρια της βελόνα ή να κάνει «βαριές» δουλειές, γιατί θεωρούταν μεγάλη αμαρτία.Η μέρα αυτή ήταν αργία και αυστηρή νηστεία, η οποία περιελάμβανε μαρούλι με ξύδι, βολβούς και ταχινόσουπα το βράδυ.

Το πρωί ο κόσμος πήγαινε στην εκκλησία για τη λειτουργία της Αποκαθήλωσης του Εσταυρωμένου. Οι καμπάνες χτυπούσαν πένθιμα ολημερίς αντηχώντας σε όλη την πόλη καθορίζοντας μελαγχολική την ψυχολογία όλων. Το απόγευμα οι κάτοικοι περιφέρονταν σε όλες τις ενορίες της πόλης για να προσκυνήσουν τους επιταφίους και να κρίνουν ποιος ήταν ο πιο ωραίος.

Το βράδυ της ίδιας μέρας τελούσαντη λειτουργία των Παθών του Χριστού. Όλοι προσκυνούσαν τον Επιτάφιο. Ιδιαίτερα όμως οι γυναίκες και τα παιδιά «για να τους πιάσει η χάρη», περνούσαν σκυφτοί στα γόνατα από κάτω του, τρεις φορές. Στις 9.00 το βράδυ άρχιζε η περιφορά του επιταφίου με τα «σταυρολούλουδα», γύρω από την εκκλησία κάθε ενορίας. Έπειτα η πομπή με τους πιστούς να κρατάνε αναμένα κεριά και τις νεαρές κοπέλες λευκοντυμένες να τον συνοδεύουν ως μυροφόρες, συνεχιζόταν προς την κεντρική πλατεία Αγίου Βασιλείου. Εκείσυγκεντρώνονταν όλοι οι επιτάφιοι των ενοριών με τη συνοδεία των πιστών τους και τις χορωδίες τους να ψέλνουν ευλαβικά τους ύμνους. Η συνάντηση αυτή των επιταφίων συμβολίζει ότι η Εκκλησία είναι Μία. Κατά διαστήματα σταματούσαν σε πλατείες και σταυροδρόμια όπου οι ιερείς έψελναν δεήσεις. Κατά μήκος της πομπής, οι πιο ηλικιωμένοι κι ανήμποροι την παρακολουθούσανμε τα φώτα αναμένα από τα μπαλκόνια τους, όπου τοποθετούσαν αναμένα κεριά και λιβάνι για να λάβουν την ευλογία.ΗΦιλαρμονική του Δήμου και η μπάντα του Στρατούέπαιζαν πένθιμα εμβατήρια μπροστά από τον ναό τουΑγίου Βασιλείου. Ήταν τόσος πολύς ο κόσμος ώστε καμιά φορά συνωστίζονταν σε τέτοιο βαθμό ώστε να προκαλείται καβγάς για το αν θα περάσει πρώτος ο επιτάφιος της τάδε ή της δείνα ενορίας! Ωστόσο χαρακτηριστική ήταν η ευγενής άμιλλα ανάμεσα στις ενορίες για τον ομορφότερα στολισμένο Επιτάφιο.

Το Μεγάλο Σάββατο μετά την Πρώτη Ανάσταση οι άντρες πήγαιναν στα χασάπικα για την αγορά του αρνιού ή πέρναγαν οι χασάπηδες από το σπίτι όπου γινόταν η σφαγή τουκαι η τοποθέτησή του στη σούβλα. Ο λόγος που έσφαζαν το αρνίτο Μεγάλο Σάββατο ήταν ότι δεν είχαν μέρος να το διατηρήσουν, αν το έσφαζαντη Μεγάλη Πέμπτη. Εκτός από την αγορά του αρνιού από τους κρεοπώληδεςπάραπολύς κόσμος αγόραζεαρνιάζωντανά από τα γύρωχωριά, τα έβαζε στο κήπο του για δυο - τρεις μέρες. Έπειτα καλούσε τον ειδικό για να το σφάξει. Σε κάθε χωριό υπήρχαν οι ειδικοίγια το σφάξιμο. Για να αφαιρέσουν το τομάρι υπήρχε η εξής τεχνική:αφού το έσφαζαν, χάραζαντο κάτω μέρος του δεξιού ή αριστερού ποδιού του αρνιούκαι στη συνέχεια ο σφάχτης το έβαζε στο στόμα του και το φυσούσε με πολύ δύναμη συνεχόμενα. Αυτό επαναλαμβανόταν  πολλές φορές, με τελικό αποτέλεσματο αρνί ναφουσκώνει (τουμπανιάζει). Αυτοί οι άνθρωποι θα έπρεπε να είχανπολύ γερά πνευμόνια για να κάνουν αυτή τη δουλειά. Στη συνέχεια με προσοχή έβγαζαν το τομάρι. Ο νοικοκύρης έπαιρνε το αρνί και ο σφαγέας  ως πληρωμή το τομάρι, το οποίο πουλούσε στους τομαράδες, το Βουτσελάκο, τον Ρέκκα κ.ά. Αυτοί τα συγκέντρωναν αλάτιζαν για να διατηρηθούν και τα πουλούσαν στα βυρσοδεψία.Το δέσιμο του αρνιού το έκανε ο νοικοκύρης, αν ήξερε, γιατί ήταν τέχνη το πώς το έπλενε με κρασί και ξύδι και πώς θα το έδενε και πόσο αλατοπίπερο θα έριχνε! Στη συνέχεια  θα άρχιζε η διαδικασία του σουβλίσματος του αρνιού και η δημιουργία του κοκορετσιού. Οι νοικοκυρές έφτιαχναν το παραδοσιακό φαγητό,τη μαγειρίτσα,η οποία προερχόταν από τα εντόσθια, τα ποδαράκια και τις πατσιές του αρνιού μαζί με διάφορα λαχανικά και μυρωδικά όπως μαρούλια, κρεμμύδια, δυόσμο,μάραθο.

Το βράδυ όλοι οι κάτοικοι μετά τις 22:30 συνέρρεανστην εκκλησία για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία της Αναστάσεως κι έδιναν το «φιλί της αγάπης». Η λαμπάδα της Ανάστασης δώρο του νονού προς το βαφτιστήρι ή του αρραβωνιαστικού προς τη μνηστή του ήταν λευκού χρώματος στολισμένη με λουλούδια και κορδέλες. Γυρίζοντας στο σπίτιμε τα πόδια ήταν καλοτυχία να μη σβήσει η λαμπάδα με το Άγιο Φως!

Μπαίνοντας στο σπίτι σταύρωναν με το Άγιο Φως το ανώφλι της εξώπορτας κι ανανέωναν το φως του καντηλιού, το οποίο δεν έπρεπε να σβήσει για 40 ολόκληρες μέρες! Ακολουθούσε πρώτα το τσούγκρισμα των κόκκινων αβγών κι έπειτα γεύονταν τη μοναδική μαγειρίτσα. Νικητής του χαρούμενου ειρηνικού αυτού εθίμου αναδεικνυόταν αυτός ο οποίος έσπαγε διαδοχικά τα αβγά όλων των άλλων. Το έθιμο αυτό συμβολίζει το σπάσιμο του τάφου του Xριστού και την Aνάστασή Tου και χρονολογείται από το 1250 μ.X. Πολλές νοικοκυρές ακόμα και σήμερα φυλάνε το γερό αβγό στο εικονοστάσι όλο το χρόνο μέχρι το επόμενο Πάσχα, αφού λένε πως δεν χαλάει όλη τη χρονιά!

Κατά τις 05:00 η ώρα τα ξημερώματα της Κυριακής του Πάσχα έμπαινε η φωτιά στα κλήματα που είχαν μαζέψει. Οι παρέες των νοικοκυριών είχαν πολύ νωρίτερα κανονίσει σε ποιο σπίτι θα έψηναν τα αρνιά τους. Ο καθένας έφερνε κουλούρια, αβγά, τσουρέκια, κρασί για να φιλεύουν τους επισκέπτες που θα έρχονταν στο σπίτι καθώς και το αρνί του που το έβαζε στη σειρά. Επίσης έβαζαν και το «μούλικο», το ψήσιμο του οποίου έπρεπε να επισπευστεί ώστε να είναι έτοιμο για τον κόσμο που θα ερχόταν και το σέρβιραν μαζί με το κοκορέτσι που ήταν έτοιμο με πλούσιες σαλάτες, τυριά και κρασί. Πάντα άσκουσαν κριτική για το ποιος είχε το καλύτερο και μεγαλύτερο αρνί. Το ψήσιμο πραγματοποιόταν με περιστροφή της σούβλας με το χέρι. Συμμετείχανόλοι με τη σειρά,εναλλάξ ο καθένας για μισή ώρα μέχρι να ψηθεί. Κατά τις 11η ώρα περνούσε ο παπάς της ενορίας για να ευλογήσει τα αρνιά κι όλοι να έχουν υγεία. Κατά τις 12 άρχιζε το τσίμπημα κι η γευστική δοκιμή των αρνιών. Το καλύτερο ήταν πάντα του σπιτονοικοκύρη! Τα αρνιά έβγαιναν κατά τις 16:00 συνήθως. Οι γυναίκες σέρβιραν τα κουλούρια, τα τσουρέκια, τα κόκκινα αβγά, τις σαλάτες,τα τυριά κι άρχιζε το γλέντι με πολύ κρασί, τουφεκίδι, τραγούδια και χορό μέχρι το βράδυ.

Την Κυριακή το απόγευμα όσοι δεν παρέμεναν στις ψησταριές, πήγαιναν στην εκκλησία για τη λειτουργία της Αγάπης. Όταν τελείωναν οι ψησταριές, έπαιρναν ο καθένας το αρνί του και πήγαιναν στο σπίτι για να το τεμαχίσουν. Το έβαζαν όρθιο για να στραγγίξει κι έπειτα το τεμάχιζε ο πατέρας βάζοντας το σε λευκή πάνινη σακούλα και το κρεμούσαν σε δροσερό μέρος.

Εκτός από τους ιδιώτες διοργάνωναν και οι σύλλογοι ψησταριές. Το έθιμο των ψησταριών στην πλατεία Άρεως άρχισε αρχές της δεκαετίας 1960. Ο σύλλογος των Αρσενέικων έψηνε πίσω από την εκκλησία της Μεταμόρφωσης στα αλώνια, στην πλατεία Σεχίου τη διοργάνωνε ο Σύλλογος Αλληλοβοηθείας «Η Αγία Τριάς», «Οι Άγιοι Απόστολοι» στην πλατεία του Μπασιάκου,η Προσφυγική Ένωση Φιλικών στον Συνοικισμό, ο Σύλλογος Ταξιαρχών στο τέρμα της οδού Ταξιαρχών κ.ά.

Τη Δευτέρα ο κόσμος πήγαινε στο ξωκλήσι της Αγίας Τριάδας πίσω από το Άλσος Άγιου Γεωργίου.Μετά τη λειτουργία έβγαιναν στο προαύλιο, έστρωναν σεντόνια μεγάλα στο έδαφος, σέρβιραν το αρνί, τα κοκορέτσια, την κουλούρα, το κρασί. Καθώς έτρωγαν γινόταν το «διάβασμα» της πλάτης του αρνιού, ένα αρχαιοελληνικό έθιμο, σύμφωνα με το οποίο τα σημάδια της πλάτης αποτελούσαν καλούς ή κακούς οιωνούς για το μέλλον. Καθιερωμένη βόλτα με τα αμαξάκια ήταν στο Αγιώργη, για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία κι άναβαν τις λαμπάδες της Ανάστασης για να καούν έως το τέλος. Όλοι οι Τριπολιτσιώτες γλεντούσαν, χόρευαν και τραγουδούσαν με τη Φιλαρμονική της Τρίπολης.

Έτσι ήταν το παραδοσιακό Πάσχα στην παλιά Τριπολιτσά,το «Πάσχα το καινόν» ή η «πανήγυρις πανηγύρεων» όπως αναφέρεται στους πασχαλινούς θρησκευτικούς ύμνους...     

     

Οι φωτογραφίες είναι ευγενική προσφορά των Ευάγγελου Ζαραβίνου, Νικολάου Κοττή, οικογένειας Μποβέτα, οικογένειας Μίμη Παπαντωνοπούλου, οικογένεια Τσούκα, αειμνήστου Ιατρού Π. Αλεξόπουλου, προσωπικό μου αρχείο και Πολιτιστικός Σύλλογος «Αγία Τριάς» Σέχι.

ΧΡΗΣΤΟΣ Η. ΜΗΤΣΙΑΣ

Για να επικοινωνήσετε με τον κ. Μήτσια στείλτε του email στο xristoshmitsias@hotmail.com


Υπάρχει 1 Σχόλιο

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.