Η πλατεία Βαλτετσίου ή Πάνω Αγορά: Το ονομαστό παζάρι της παλιάς Τριπολιτσάς (pics)

Η πλατεία Βαλτετσίου ή Πάνω Αγορά: Το ονομαστό παζάρι της παλιάς Τριπολιτσάς (pics)

Ιούλιος 09, 2018 - 10:34
0 σχόλια

Το Γουρονοπάζαρο της Τριπολιτσάς, 1900-1980...

Βόρεια πλευρά, φωτογραφία Τάσου Μπιρμπίλη

Η σημερινή Τρίπολη έχει κληρονομήσει τον εμπορικό της χαρακτήρα από την παλιά Τριπολιτσά. Όπως και σήμερα, έτσι και στο παρελθόν, η πόλη διέθετε «εμπορικά κύτταρα», παζάρια. Η πλατεία Βαλτετσίου είναι και σήμερα ένα εμπορικό κύτταρο: κάθε Σάββατο κόσμος πολύς από νωρίς συρρέει στην αγορά, όπου μπορεί κάποιος να βρει μα ποικιλία προϊόντων, όλα φρέσκα, αλλά και κρεοπωλεία και ιχθυοπωλεία.

Πάμε να κάνουμε μια βόλτα στην παλιά πλατεία Βαλτετσίου και να φθάσουμε ως το σήμερα.

Η πλατεία Βαλτετσίου ήταν η πλατεία που γινόταν το παζάρι και η πώληση προϊόντων που έφερναν οι διάφοροι αγρότες από τα χωριά τους. Αρχικά δεν είχε κτίρια. Όλοι πήγαιναν στη νοτιοδυτική πλευρά (άνω δεξιά, όπως ανηφορίζουμε την οδό Ουάσιγκτον) της πλατείας. Οι χωρικοί έφερναν πολύ πρωί, από τα χαράματα, όπως έλεγαν, και πουλούσαν τα ζωντανά τους, γουρούνια, κότες, κουνέλια, κατσίκια, αρνιά κ.ά. Για αυτόν τον λόγο ονομάστηκε Γουρνοπάζαρο. Το παζάρι τελείωνε το μεσημέρι ώστε να γυρίσουν πίσω στα χωριά τους με τα ζώα τους.

Στην ανατολική πλευρά της πλατείας (αριστερή πλευρά της πλατείας όπως ανηφορίζουμε την οδό Ουάσιγκτον) οι αγρότες έστηναν πάγκους και πουλούσαν την παραγωγή τους. Φυσικά, τα προϊόντα ήταν ό,τι έβγαζε η ντόπια παραγωγή (και στον καιρό του το καθένα) και ό,τι έφερναν οι χονδρέμποροι από τους γύρω νομούς. Το παζάρι γινόταν και στην οδό Ουάσιγκτον. Πουλούσαν πιτσούνια, κότες, αβγά. Αυτό γινόταν για πολλά χρόνια από την αρχή του 20ού αιώνα ως και επί δημαρχίας Γεωργίου Μουτζουρόπουλου. Τότε κτίστηκε ένα συγκρότημα κτιρίων στη δυτική πλευρά της πλατείας.

Έτσι, η πλατεία διαμορφώνεται ως εξής:

Είναι ένα ενιαίο συγκρότημα, που οι δρόμοι το τέμνουν σε σχήμα σταυρού, αφήνοντας τα κτίρια των καταστημάτων με σχήμα «Γ» στα δύο δυτικά τμήματα και υπαίθριες αγορές στα δύο ανατολικά.

Αρχίζοντας την περιήγηση των καταστημάτων από το πρώτο κτίριο και ανεβαίνοντας από την οδό Ουάσιγκτον, βλέπουμε το πρώτο κατάστημα, το κρεοπωλείο του Γεωργίου Τζωρτζόπουλου, το οποίο είχε με το γιο του. Έπειτα από χρόνια στο ίδιο μέρος στεγάστηκε το κρεοπωλείο του Χρήστου Κολιόπουλου. Κολλητά ήταν το οπωροπωλείο του Πολύβιου Περδίου, το οποίο όταν πέθανε ο Πολύβιος το πήρε ο Ευστάθιος Κατσιφώλης, πάλι ως οπωροπωλείο.

Δίπλα ακριβώς ήταν το μανάβικο του Ευστάθιου Κατσιφώλη, το οποίο ένωσε με το κατάστημα που προαναφέραμε.

Στη συνέχεια, βλέπουμε το κρεοπωλείο των αφών Νίκου –Κώστα - Γιώργη Δαγρέ του Παναγιώτη. Όταν μεταφέρθηκαν σε ιδιόκτητο κτίριο στην αρχή της Ουάσιγκτον, στο ίδιο σημείο ήρθε και άνοιξαν οι Νικόλαος Κωστόγιαννης (Χαρακτήρας) και ο Γιώργος Καραπάνος, ιχθυοπωλείο. Στην συνέχεια κάνει «Γ» το κτίριο και στη γωνία με την οδό Πελοπίδα υπήρχε το ιχθυοπωλείο του Κοττή.

Συνεχίζοντας μετά το «Γ» του κτιρίου επί της οδού Πελοπίδα, συναντάμε το οπωροπωλείο του Λακασά. Κολλητά βλέπουμε το κρεοπωλείο του Χαράλαμπου Κωτσιόπουλου (Λαμπίτσας) με τον γιο του Ηλία. Αμέσως μετά ήταν το οπωροπωλείο του Γεωργίου Κουγιούφα, το οποίο μετά από χρόνια το συνέχισε ως οπωροπωλείο ο Βαγγέλης Παράσχος (Μπουήκ).

Αμέσως μετά ήταν το οπωροπωλείο του Κωνσταντίνου Χαμπηλωμάτη. Μετά από χρόνια, όταν το έκλεισε, το άνοιξε και πάλι οπωροπωλείο ο Στούπας Θεόδωρος. Δίπλα ακριβώς είναι το τελευταίο κατάστημα του πρώτου συγκροτήματος, το οποίο ήταν κρεοπωλείο των αφών Νίκου και Χρήστου Κωτσιόπουλου.

Ξεκινώντας  την περιήγηση του δευτέρου συγκροτήματος της Πάνω Αγοράς, αρχίζουμε από την οδό Πελοπίδα προς την οδό Ουάσιγκτον, εκεί βλέπουμε το κρεοπωλείο  του Αντώνη Γκιντώνη, μετά από χρόνια το κράτησε  η γυναίκα του, το οποίο άφησε στη συνέχεια στα ανίψια της, αδελφούς Μπίσια.

Κολλητά ήταν το οπωροπωλείο χονδρικής του Γεωργίου Καλιτσίδα, που  έπειτα το πήρε ο Ευθύμιος Καστραντάς. Μετά  από χρόνια στο ίδιο μέρος άνοιξαν επίσης οπωροπωλείο ο Γεώργιος Σπυρόπουλος και Γεώργιος Μιχαλόπουλος.

Στη συνέχεια αυτής της διαδρομής, βλέπουμε το κατάστημα χονδρικής πώλησης μαναβικής του Γεώργιου Θεοδοσόπουλου (Καούνης). Κολλητά ήταν το οπωροπωλείο χονδρικής πώλησης του Νικολάου Παπαδόπουλου.

Αμέσως μετά ήταν το κρεοπωλείο των Σωτηρίου Κωτσιόπουλου και έπειτα του γιου του Γεωργίου Κωτσιόπουλου.

Επόμενο κατάστημα γωνία με την οδό Ουάσιγκτον (κάνει «Γ» το δεύτερο συγκρότημα προς την οδό Ουάσιγκτον) ήταν το οπωροπωλείο του Γεωργίου Οικονόμου. Μετά από χρόνια ήρθαν και άνοιξαν το ιχθυοπωλείο τους οι αφοί Καραμήτου. Όταν έφυγαν, άνοιξε επίσης ιχθυοπωλείο ο Αντώνης Παρασκευόπουλος.

Συνεχίζοντας την πορεία επί της οδού Ουάσιγκτον συναντάμε το οπωροπωλείο του Βασιλείου Καντζάβελου, το οποίο έπειτα συνέχισαν ως οπωροπωλείο οι Θεόδωρος Γκιτάκος και ο Χρήστος Μπούκας, το όποιο κράτησε μόνος του μετά τον θάνατο του Θεοδώρου Γκιτάκου.

Επόμενο κατάστημα ήταν το οπωροπωλείο των Σταύρου Βεργόπουλου και Ιωάννη Μανιάτη. Στο ίδιο μέρος έπειτα από χρόνια άνοιξε το κρεοπωλείο του ο Σίμος Τσαντίλας του Αντωνίου. Αμέσως μετά ήταν το οπωροπωλείο του Σταύρου Δημητρακόπουλου. Επόμενο κατάστημα και τελευταίο του δευτέρου συγκροτήματος ήταν το κρεοπωλείο του Πανάγου Μπολοβή, το οποίο κράτησε στη συνέχεια ο γιος του Χρήστος.  

Εδώ τελείωσε η περιήγηση των καταστημάτων στα δύο συγκροτήματα της πάνω αγοράς.

Γύρω από την πλατεία υπήρχαν πολλά καταστήματα. Ξεκινώντας από την οδό Ουάσιγκτον, το πρώτο κατάστημα που συναντάμε στη γωνία ήταν ένα διώροφο κτήριο του Ιωάννη Τσιώλη συμβολαιογράφου το επάγγελμα και το έδωσε προίκα στην κόρη του Μαρίκα. Τη δεκαετία του ‘30 –‘40 στεγάστηκε το 5ο Δημοτικό σχολείο. Έπειτα από χρόνια στο άνω όροφο άνοιξε το  φροντιστήριο αγγλικής γλώσσας της Καίτης Καπόγιαννη. Στο ισόγειο του κτιρίου ήταν το κατάστημα ψιλικών και πώληση καπνών του Χρήστου Δημητρακόπουλου. Συνεχίζοντας την πορεία προς τα δυτικά και πλάι του πρώτου κτιρίου της αγοράς ήταν το διώροφο κτίριο του συμβολαιογράφου Καλαντζόπουλου. Στο άνω όροφο ήταν η οικία του και στο ισόγειο στέγαζε το γραφείο του. Μετά από χρόνια ήρθε στα χέρια του Παπαπολίτη (πολιτικός στην Αθήνα) και στη συνέχεια το πήρε ο Μπολοβής.

Κολλητά κάνει «Γ»  προς το πίσω μέρος του πρώτου κτιρίου της αγοράς. Εκεί βρισκόταν  η οικία του Θεοδόση Κωνσταντόπουλου ή Αγριακωνίτη (κλητήρας στην Αγροτική Τράπεζα) από την Αγριακώνα. Στο ισόγειο αρχικά ήταν αποθήκη και στη συνέχεια έγινε καφενείο του Θύμιου Κομίνη το οποίο έπειτα από χρόνια το πήρε ο Κώστας Καρκούλης.

Μετά το «Γ» και συνεχίζοντας πίσω από το κτίριο της αγοράς προς την οδό Πελοπίδα, ήταν η ισόγεια οικία του κουρέα Γρηγόρη Κωνσταντόπουλου, την οποία πήρε έπειτα από χρόνια ο Γεωργόπουλος. Κολλητά ήταν η οικία του Γεωργίου Ταμπακόπουλου, μουσικού το επάγγελμα. Αμέσως μετά ήταν γωνιακό κτίριο με την οδό Πελοπίδα και ήταν ιδιοκτησία Νίκου Θωμά και Θύμιου Κομίνη. Στο άνω όροφο ήταν η οικία τους και στο ισόγειο στεγαζόταν το καφενείο του Νίκου Κομίνη.

Συνεχίζοντας την ίδια πορεία στην απέναντι γωνία με την οδό Πελοπίδα, υπήρχε ένα διώροφο οίκημα του Δημητριάδη. Στο ισόγειο κατά καιρούς στεγάστηκαν το ποδηλατάδικο του Κουλαρμάνη και έπειτα το καφενείο του Καλιντέρη. Μια πληροφορία που έχουμε, αναφέρει ότι στο πλάι του κτιρίου επί της οδού Πελοπίδα ήταν το χάνι – ταβέρνα του Μώμολα ή «Αράπη», ο οποίος είχε άμαξα και στη συνέχεια τρίκυκλη μηχανή.

Συνεχίζοντας την πορεία προς το πίσω μέρος του δεύτερου κτιρίου της αγοράς, συναντάμε σπίτι με ένα οικόπεδο του δικηγόρου Κωνσταντινόπουλου. Στην πορεία το αγόρασε ο Παναγιώτης Κρεμμύδας  και  έχτισε διώοφο και έμεινε με την οικογένειά του.

Δίπλα ακριβώς ήταν το σπίτι της κύριας Νότας, η οποία νοίκιαζε τα δωμάτια του σπιτιού της σε μαθητές που έρχονταν από τα χωριά. Κολλητά ήταν η οικία της κύριας Λάμπινας και του άντρα της. Εδώ κάνει «Γ» η πλατεία και ήταν η ταβέρνα του Σωτήρη Σιναδινού. Μετά από χρόνια απαλλοτριώθηκε το οίκημα από τον Δήμο Τρίπολης και δημιουργήθηκε ένα στενάκι που καταλήγει στην οδό Τρικόρφων. Απέναντι γωνία με το στενάκι που δημιουργήθηκε και κατεύθυνση προς την οδό Ουάσιγκτον ήταν ένα διώροφο κτίριο του 1848 του Σωτηρίου Μητρόπουλου ή «Καφέ» και το πήρε προίκα η αδελφή του Κατίνα και στη συνέχεια της κόρης της Βασούλα. Η Βασούλα παντρεύτηκε τον υδραυλικό Θύμιο Κασσαβέτη.

Εδώ τελειώνει η περιήγηση της πλατεία πίσω από τα κτίρια της αγοράς.

Ανατολική πλευρά της πλατείας

Συνεχίζουμε την περιήγηση της ανατολικής πλευράς της πλατείας. Γωνία σε αυτό έμενε η πολυμελής οικογένεια, του Δημητρίου και της Ελένης Βήτα.

Στα χρόνια που πέρασαν, έμεινε στο σπίτι μόνο η Μαρία, καθώς τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας έφυγαν «για άλλες πολιτείες». Η Μαρία ήταν αυτή που μεγάλωσε, σπούδασε και παντρεύτηκε τον συνάδελφό της δάσκαλο Ιωάννη Κοσμά. Έπειτα κτίστηκε οικοδομή με τρία καταστήματα. Το γωνιακό ήταν η αντιπροσωπεία κρασιών Αχαΐας και Νεμέας την οποία είχε ο «Λάζος», κατά κόσμον Παναγιώτης Ζορμπάς. Κολλητά ήταν κουρείο το οποίο κατά καιρούς το είχαν κατά σειρά ο Σινάνης, ο Κολάρας και, τέλος, ο Γαλίφας. Έπειτα άνοιξε πάλι μανάβικο ο Αντώνης Τσαντίλας και έπειτα οι Μιχάλης Ξύδης και Κ. Μπρούσαλης Κολλητά, πριν από το «Γ» της πλατείας ήταν ένα μονώροφο οίκημα στο οποίο στο ισόγειο βρισκόταν το μανάβικο του Νίκου και Χρήστου Τζανή ή «Ταγάρα» και στον άνω όροφο η οικία του.

Εδώ κάνει γωνία «Γ» η πλατεία και συνεχίζει η πορεία της προς την οδό Υψηλάντου. Στο σημείο αυτό ήταν σπίτι του Βασίλη Μπότη, αυτοκινητιστή το επάγγελμα, το οποίο ήρθε στα χέρια του οπωροπώλη Αναγνωστόπουλου ή «Νοικοκύρη». Στη συνέχεια της πορείας, γωνία με την οδό Υψηλάντου ήταν το πατρικό της Ρηνιώς Πολιτοπούλου, το οποίο πήρε ο Γιάννης Παπαθεοφάνης. Όταν το πήρε, το γκρέμισε και έχτισε δίπατο κτίριο. Στον άνω όροφο ήταν η οικία του και στο ισόγειο στέγασε την μπακαλοταβέρνα του, η οποία έκανε και... χρέη καφενείου.

Απέναντι γωνία με την οδό Υψηλάντου ήταν ένα μονώροφο σπίτι, η οικία του Νίκου Δαγρέ μετά της συζύγου του Ρηνιώς, και τα παιδιά του Βαγγέλη και Τίμο. Στο ισόγειο στεγάστηκε η ταβέρνα του Τιμολέοντος Δαγρέ και στη συνέχεια του Δημητρίου Μπούρα. Όταν έκλεισε η ταβέρνα, άνοιξε το μανάβικο του Χ. Γεωργακόπουλου. Κολλητά ήταν η διώροφη οικία του Ευάγγελου Δαγρέ. Πριν από τον Πόλεμο λειτουργούσε το Σχολαρχείο. Λίγο πριν από το «Γ» της πλατείας, ακριβώς στο σημείο αυτό, ήταν το μανάβικο του Βασιλείου Σιάμπου. Αμέσως μετά κάνει «Γ» η πλατεία και ήταν ένα διώροφο σπίτι με μεγάλο κήπο. Στο ισόγειο στεγαζόταν το καφενείο του Σταύρου Χόντου ή «Καντιφέ». Στον άνω όροφο ήταν η οικία του. Έπειτα έως τη γωνία με την οδό Ουάσιγκτον ήταν ένα διώροφο, όπου έμενε ο Γεώργιος Κατσούλης με τη γυναίκα του Ευγενία, η οποία ήταν κόρη ειρηνοδίκη. Έπειτα το πήρε ο γιος του Νώντας, έμπορος λαχανικών. Στο άνω όροφο ήταν η οικία του και στο ισόγειο το κατάστημά του.

Τέλος, στην Πάνω Αγορά αρχικά βρισκόταν ένα περίπτερο ως το 1965, του Ευάγγελου Βλάχου, στη δεξιά μεριά που ήταν πεζόδρομος, εκεί που είναι σήμερα η οδός Πελοπίδα, ανάμεσα στα κτίρια της αγοράς. Έπειτα, το περίπτερο μεταφέρθηκε στα αριστερά του δρόμου στο κάτω μέρος της πλατείας. Το πήρε ο Αναστάσιος Τράμπας και μετά το πήρε ο Κ. Τσαντίλας και άνοιξε άλλο ένα στο πάνω μέρος της πλατείας της Θεοδώρας Πανοπούλου που το πήρε έπειτα ο Χρήστος Δημητρακόπουλος.

Εδώ τελειώνει η νοσταλγική μας περιήγηση στην πλατεία Βαλτετσίου ή Πάνω Αγορά, το πολύβουο μέρος όπου συναντιούνται οι κάτοικοι της πόλης μας και σήμερα για να ψωνίσουν, να πιουν τον καφέ τους, για να ειδωθούν. Για εκατό και πλέον χρόνια αποτελεί έναν εμβληματικό τόπο για την Τρίπολη και τους ανθρώπους της.

(Φωτογραφικό υλικό από τα αρχεία Τάσου Μπιρμπίλη, Αγγελόπουλου, Θεμιστοκλή Τσούκα, Γεωργίου Κωτσιόπουλου και Μίμη Παπαντωνόπουλου. Το άρθρο αυτό αποτελεί προδημοσίευση από το υπό έκδοση βιβλίο του Χρήστου Η. Μήτσια για την παλιά Τρίπολη.)

Χρήστος Μήτσιας
xristoshmitsias@hotmail.com


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.