Η οικονομία και η κοινωνία της Τρίπολης στα μέσα του 19ου αιώνα

Η οικονομία και η κοινωνία της Τρίπολης στα μέσα του 19ου αιώνα

Φεβρουάριος 01, 2015 - 11:28
0 σχόλια

Οι γραμμές που ακολουθούν, φιλοδοξούν να σκιαγραφήσουν την κοινωνική και οικονομική ζωή της Τρίπολης ακριβώς στο μέσον του 19ου αιώνα, μέσα από τις ποικίλες συμβολαιογραφικές πράξεις που σώζονται από το αρχείο του συμβολαιογράφου Τριπόλεως Γεωργίου Λάσκαρη, όπως αυτό έφτασε στην υπηρεσία των Γενικών Αρχείων του Κράτους. Όλες οι πράξεις, και οι περίπου 900, συντάχθηκαν από τον Λάσκαρη κατά τα έτη 1846-1847, μόλις 13 χρόνια μετά την ίδρυση του πρώτου Ελληνικού Κράτους και τρία χρόνια μετά την παραχώρηση Συντάγματος εκ μέρους του βασιλιά των Ελλήνων Όθωνα και την αλλαγή του πολιτεύματος από απόλυτη μοναρχία σε συνταγματική, η οποία ακολούθησε τα γεγονότα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Επομένως, ο χρόνος σύνταξης των πράξεων συμπίπτει με την περίοδο εκείνη κατά την οποία το Κράτος των Ελλήνων συγκροτείτο με αβέβαιους βηματισμούς, πάντοτε υπό τη σκιά των Μεγάλων Δυνάμεων, και με νωπό ακόμα τόσο τον αγώνα για την ανεξαρτησία όσο και τον απόηχο της οθωμανικής κυριαρχίας.

          Την ίδια περίοδο, σε ένα παράλληλο σύμπαν, η Ευρώπη βίωνε τα τελευταία μεγάλα επαναστατικά κινήματα και την τελική επικράτηση της αστικής τάξης απέναντι στην αριστοκρατία, στην Κίνα μαινόταν ο πόλεμος του οπίου, στην Αμερική οι ΗΠΑ απέκτησαν όλη τη δυτική περιοχή τους διεξάγοντας ανηλεή πόλεμο εναντίον των Μεξικανών και οι Γάλλοι είχαν σπάσει την αντίσταση της Αλγερίας. Παράλληλα, το δουλεμπόριο καταργήθηκε διεθνώς, ενώ ο Έκτορ Μπερλιόζ έγραφε την 4η Συμφωνία και ο Γιόχαν Γκάλε ανακάλυπτε τον Ποσειδώνα. Όλα αυτά, όμως, ήταν πολύ μακριά από την τριπολιτσιώτικη πραγματικότητα.

          Με διάταγμα του 1833, το πρώτο ελληνικό κράτος διαιρέθηκε σε 10 νομούς, και κάθε νομός σε επαρχίες. Την 1η Δεκεμβρίου του 1834 η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από το Ναύπλιο στην Αθήνα, ενώ το ίδιο έτος με διάταγμα και πάλι θεσπίστηκε η λειτουργία 10 πρωτοδικείων, από ένα σε κάθε νομό, 3 εμποροδικείων και δύο δικαστηρίων εφέσεων, ένα στην Αθήνα και ένα στην Τρίπολη.

Παράλληλα, κάθε νομός αποτελούσε και μια Επισκοπή. Σε νομαρχιακό επίπεδο, επτά αξιωματούχοι ασκούσαν τη διοίκηση: ο νομάρχης, ο μητροπολίτης, ο έφορος, ο δημόσιος ταμίας, ο μοίραρχος της Χωροφυλακής, το σώμα μηχανικών και τα πρωτοβάθμια δικαστήρια. Για τη διαχείριση της δημοτικής περιουσίας ήταν απαραίτητη η υπογραφή του νομάρχη, ενώ για την είσπραξη φόρων ήταν απαραίτητη η βασιλική άδεια. Ο Νομός Αρκαδίας περιελάμβανε τις επαρχίες: Μεγαλοπόλεως, με πρωτεύουσα το Λεοντάρι, Μαντινείας, με πρωτεύουσα την Τρίπολη, Γορτυνίας, με πρωτεύουσα την Καρύταινα αρχικά και τη Δημητσάνα αργότερα, Κυνουρίας, με πρωτεύουσα τον Πραστό. Η επαρχία Μαντινείας αποτελείτο από τους δήμους Τριπόλεως, Φαλάνθου, Μαντινείας, Μαινάλου, Τεγέας, Καφυών, Ορεσθασίου, Περέας, Νάσου, Καλτεζών, Κορυθίου, Ελισσούντος και Μανθυρέας. Ως προς τον πληθυσμό, η απογραφή του 1848 αναφέρει ότι η επαρχία της Μαντινείας είχε 37.265 κατοίκους, και ο δήμος Τρίπολης 9.028 κατοίκους, σχεδόν τους διπλάσιους από την απογραφή του 1836 (4.600). Ως προς τις επαγγελματικές δραστηριότητες των πολιτών, θα γίνει εκτενής αναφορά στη συνέχεια. Πρέπει να επισημανθεί, όμως, ότι τη συγκεκριμένη περίοδο οι αγροκαλλιέργειες έχουν αρχίσει να συνέρχονται από την καταστροφή που είχαν υποστεί εξαιτίας των επιδρομών, ιδίως η αμπελοκαλλιέργεια, που αφορά την περιοχή μας, και, όπως θα δούμε και στο υλικό, γνώριζε την απαρχή της άνθησής της, ενώ και η βιοτεχνία αναπτυσσόταν γοργά.

          Οι συμβολαιογραφικές πράξεις αποτελούν μια πρώτης τάξεως πηγή για τον ερευνητή. Και τούτο, διότι περιέχουν πληροφορίες για την οικονομία μιας περιοχής, για την εργασία, την οικονομία, για τον τρόπο με τον οποίον οι άνθρωποι διέθεταν την περιουσία τους. Οι πράξεις δανεισμού, οι αγοραπωλησίες, τα προικοσύμφωνα και οι διαθήκες, οι συναλλαγματικές και οι συμβάσεις εργασίας, οι μισθώσεις γαιών περιέχουν ένα σωρό στοιχεία τα οποία, ποσοτικοποιημένα, μπορούν να συμπληρώσουν και να διευρύνουν τη γνώση μας επάνω στην υπό εξέταση κοινωνία για ζητήματα όπως η αξία της γης, τα ημερομίσθια, η θέση της γυναίκας, το ποσοστό αναλφαβητισμού, τα επαγγέλματα.

Σε επίπεδο μικροϊστορίας, λόγω της ακρίβειας των στοιχείων τους, περιέχουν πληροφορίες για τα πρόσωπα και τα πράγματα ενός τόπου, ενώ, ιδίως στα συμβόλαια αγοραπωλησιών, απαντούν πολλά τοπωνύμια χαμένα στο χρόνο. Η σύνθεση όλων των παραπάνω στοιχείων, όπως προκύπτει από τη μελέτη του υλικού, συμπληρώνει τη γνώση της τοπικής ιστορίας, αλλά και βοηθά στη διεξαγωγή γενικότερων συμπερασμάτων για την ελληνική κοινωνία της περιόδου.

          Το υλικό το οποίο εξετάζεται στην παρούσα παρουσίαση είναι 270 συμβολαιογραφικές πράξεις από τις περίπου 900.   Τα 270 συμβόλαια συντάχθηκαν από τις 15.7.1846 έως τις 13.9.1846. Ως προς τα τεχνικά χαρακτηριστικά, ο συμβολαιογράφος χρησιμοποιεί πάντοτε τέσσερα φύλλα γερού χαρτιού, το οποίο φαίνεται να περιέχει κάποια φυτική ίνα, ενώ φέρει σε όλο του το εύρος υδατογράφημα και πάντοτε στην πάνω αριστερή γωνία υπάρχει η σφραγίδα του χαρτοσήμου, το οποίο κοστίζει ανάλογα με την πράξη, και ακριβώς δίπλα υπάρχει η σφραγίδα της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Λάσκαρης χρησιμοποιεί ως προς τη σύνταξη των εγγράφων έναν πολύ απλό τύπο διάρθρωσης του κειμένου: Στο μέσον στο επάνω μέρος της σελίδας αναφέρεται, αλλά όχι παντού, η φράση «Εν ονόματι του βασιλέως της Ελλάδος Όθωνος», αμέσως μετά η ημερομηνία, η ώρα και ο τόπος, τα συμβαλλόμενα μέρη, ο λόγος σύνταξης της πράξης και οι λεπτομέρειες, η διευκρίνιση αν κάποιο από τα συμβαλλόμενα μέρη δηλοί «άγνοια γραμμάτων», τα ονόματα των μαρτύρων και η επαγγελματική τους ιδιότητα, και τέλος οι υπογραφές. Όλες οι σελίδες είναι υπογεγραμμένες στο μέσον στο κάτω μέρος από τον Λάσκαρη, εκτός από τις κενές, ενώ σε περίπτωση που υπάρχει ανάγκη να σβηστεί κάποια λέξη ή πρόταση, τούτο διευκρινίζεται στο περιθώριο της σελίδας και κάτω από τη διευκρίνιση υπογράφουν τόσο ο συμβολαιογράφος όσο και οι μάρτυρες.

          Η πλειονότητα των πράξεων έχει συνταχθεί στο γραφείο του συμβολαιογράφου, που, όπως αναφέρεται σε όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, βρισκόταν στην πλατεία του Αγίου Βασιλείου, στην οικία του Γεωργίου Σωφρονά, μέρος της οποίας ενοικίαζε. Ο Λάσκαρης εργαζόταν τα Σάββατα, καθώς και αρκετές Κυριακές.

Ας περάσουμε στο ίδιο το υλικό. Κατ’ αρχάς, χρήσιμο είναι να αναφερθεί το πλήθος των πράξεων ανάλογα με το είδος τους. Στη συντριπτική τους πλειονότητα, πρόκειται για αγοραπωλησίες (127 συμβόλαια), τα οποία αφορούν σε γη (95), τόσο σε χωράφια μικρά όσο και σε μεγαλύτερα κτήματα, σε αμπέλια (9), σε οικίες (8) και οικοτόπους (6), σε ζώα (2 άλογα, 1 γουρούνια), σε δέντρα (2) και σε εργαλεία (3), ενώ απαντά ένα συμβόλαιο πώλησης αυλής –πρόκειται για την πώληση ενός πολύ μικρού περιβολιού με αγοραστή τον ιερομόναχο Αγάπιο Καζή, ο οποίος ιερουργούσε στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, προκειμένου ο ναός να αποκτήσει αυλή- και ένα συμβόλαιο πώλησης περιβολιού.

Στη συνέχεια, μια μεγάλη ομάδα συμβολαίων αφορά στον διορισμό πληρεξουσίου, συνολικά σε 37 πράξεις, ο οποίος θα εκπροσωπούσε τον εντολοδότη στις χρηματικές συναλλαγές του, στις δικαστικές του υποθέσεις και θα φρόντιζε τις αγοραπωλησίες του. Ως πληρεξούσιοι ορίζονται τόσο απλοί πολίτες (24 πράξεις), συνήθως συγγενείς ή συνάδελφοι του εντολοδότη, είτε επειδή αυτός είναι γυναίκα είτε επειδή κατοικεί μακριά από τον τόπο των επαγγελματικών του ενδιαφερόντων, όσο και δικηγόροι (13 πράξεις), σε υποθέσεις που αφορούν στην άμεση εκπροσώπηση στη Δικαιοσύνη, δηλαδή στο πρωτοδικείο της πόλης αλλά και στον Άρειο Πάγο, σε περίπτωση άσκησης έφεσης.

Περίπου ισάριθμες είναι και οι πράξεις που αναφέρονται στη σύναψη δανείου. Τριάντα εννέα συμβόλαια αναφέρονται σε δάνεια για μικρά ή μεγαλύτερα ποσά, στη συντριπτική τους πλειονότητα τακτοποιημένα μετά το πέρας του έτους ή του εξαμήνου, όπως φαίνεται από τη συμπληρωματική πράξη εξόφλησης η οποία τα συνοδεύει. Αδυναμία αποπληρωμής δανείου αναφέρεται σε τρία συμβόλαια, στα οποία ο λήπτης θέτει στη διάθεση του δανειοδότη την ακίνητη περιουσία του, ώσπου να κατορθώσει να ξεχρεώσει.

Κατόπιν, απαντώνται 29 πράξεις ενοικίασης, από τις οποίες οι 13 αφορούν σε γη προς καλλιέργεια, οι οκτώ σε αποθήκες τις οποίες ενοικίαζε το κράτος από ιδιώτες «διά την αποθήκευσιν εθνικών γεννημάτων», οι δύο σε οικίες, ενώ υπάρχει ένα ενοικιαστήριο υδρόμυλου και δύο ενοικιαστήρια εργαστηρίων, δηλαδή επαγγελματικών χώρων.

Ακόμη, απαντούν τρία προικοσύμφωνα και τρεις πράξεις συμπληρωματικές αυτών, τα οποία παρέχουν πολλές πληροφορίες ως προς τον τρόπο με τον οποίον προικίζονταν τα κορίτσια όταν ερχόταν η ώρα του γάμου. Όπως φαίνεται, μάλιστα, από τα συμπληρωματικά έγγραφα, το προικοσύμφωνο αποτελούσε σημαντική συμφωνία ανάμεσα στον πατέρα της νύφης και στον γαμπρό, καθώς, σε περίπτωση κατά την οποία ο πρώτος αδυνατούσε να καταβάλει ακριβώς το συμφωνημένο προικίο, οι συμβαλλόμενοι παρουσιάζονταν στον συμβολαιογράφο, προκειμένου να γίνει εκ νέου συμφωνία με ακριβείς όρους παράδοσης της προίκας. Αλλά και σε όσα πωλητήρια αναφέρεται η εκποίηση μέρους ή και του συνόλου του προικώου εκ μέρους του συζύγου, σε νέο συμβόλαιο το οποίο συντάσσεται την ίδια μέρα ο σύζυγος αντικαθιστά το εκποιηθέν ακίνητο της γυναίκας του με ακίνητο ίσης αξίας.

Επίσης, στο υπό εξέταση υλικό έχουν σωθεί τρεις διαθήκες, η μία εκ των οποίων συντάχθηκε λίγο πριν από τον θάνατο του διαθέτη, στο σπίτι του. Η διαθήκη αποτελεί την πιο «προσωπική», θα λέγαμε, από όλες τις συμβολαιογραφικές πράξεις. Και τούτο, διότι περιέχει τις επιθυμίες του ανθρώπου που την υπογράφει, ενώ είναι το μόνο έγγραφο που συντάσσεται σε πρώτο πρόσωπο.

Επιπλέον, απαντούν οκτώ πράξεις ανταλλαγών. Οι ανταλλαγές ήταν αρκετά διαδεδομένες, όπως φαίνεται και από τα συμβόλαια των αγοραπωλησιών, όπου συνήθως δηλώνεται ο τρόπος με τον οποίον αποκτήθηκε κάποιο περιουσιακό στοιχείο. Σε αυτές τις πράξεις συνήθως τα συμβαλλόμενα μέρη είναι γυναίκες, οι οποίες ανταλλάσσουν μεταξύ τους μέρος ή και ολόκληρη την κτηματική τους περιουσία. Αν τα προς ανταλλαγή ακίνητα δεν είναι της ίδιας αξίας, η αποπληρωμή γίνεται τοις μετρητοίς. Ο λόγος της ανταλλαγής είναι η συγκέντρωση της κτηματικής περιουσίας σε ένα μέρος, κυρίως στον τόπο κατοικίας των συμβαλλομένων μερών. Ωστόσο, υπάρχει και μια ενδιαφέρουσα περίπτωση κατά την οποία κληρωθείς στη στρατιωτική υπηρεσία άνδρας έχει συμφωνήσει με κάποιον συγχωριανό του να παρουσιαστεί αντ’ αυτού στον στρατό. Ο αντικαταστάτης λαμβάνει και χρηματική ανταμοιβή για την προσφορά των υπηρεσιών του.

Επίσης, στο διασωθέν υλικό υπάρχουν δύο πράξεις διεκδίκησης πατρικής περιουσίας, ένα παραχωρητήριο εργαστηρίου, τέσσερις δωρεές, μία μήνυση για μοιχεία, μία σύμβαση εργασίας, μία έξωση από μισθωμένο εργαστήριο, μία εγγυητήρια πράξη και μία δηλοποίηση πλειστηριασμού, η οποία παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον καθώς τα προς εκποίηση κινητά αντικείμενα ανήκαν στον μητροπολίτη της περιοχής, ο οποίος είχε χρέη σε πολλούς δανειστές, μία πράξη κατάσχεσης και δύο πράξεις στις οποίες αναφέρονται αγωγές: στη μία πρόκειται για καταπάτηση οικοπέδου ενώ στην άλλη, ένας γεωργός και ένας βοσκός μηνύουν το Δημόσιο επειδή δεν τους καταβλήθηκε αμοιβή για τη σύλληψη ενός επικίνδυνου επικηρυγμένου ληστή.

Ποια ήταν, όμως, η ανθρωπογεωγραφία της πελατείας του Λάσκαρη; Ο Γριτσόπουλος αναφέρει στο έργο του τα ονόματα των δικηγόρων της πόλης, πολλά από τα οποία απαντούν στο υπό εξέταση υλικό, όπως των Αλεξανδρόπουλου, Πετρινού, Μαριολόπουλου και Ζαφειρόπουλου. Οι δικηγόροι αυτοί εμφανίζονται είτε ως διορισμένοι πληρεξούσιοι είτε ως συμβαλλόμενα μέρη. Η πελατεία του Λάσκαρη παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη ποικιλία. Η πλειονότητα των συμβαλλομένων είναι γεωργοί (60), ωστόσο απαντούν εκπρόσωποι όλων των επαγγελμάτων: σιδηρουργοί (8), παπουτζήδες (7), τζαρουχάδες (2), φραγγοπαπουτζήδες (1), ποιμένες (13), εμπορευάμενοι (8) και έμποροι (10), βαφείς (3), καπνοπώλες, αμπατζήδες (7), μυλωνάδες (3), μπαλωτές (2), ράπτες (3), κτηματίες (20), βυρσοδέψες (2), χρυσοχόοι (3), αρτοποιοί (2), φορταγωγοί (2), οπλοποιοί (2), παντοπώλες (3), κρεοπώλες (3), κτίστες (1), φαρμακοπώλες (1), ένας γαϊτανοπλέκτης. Από την πελατεία του δεν λείπουν και οι δημόσιοι υπάλληλοι: δικαστικοί κλητήρες (3), δεσμοφύλακας (1), χωροφύλακας (1), επαρχιακός υπάλληλος (1), ελληνοδιδάσκαλος (1), υπογραμματεύς πρωτοδικείου (1), αλλά και αξιωματούχοι, όπως ο οικονομικός έφορος Μαντινείας και ο Μοίραρχος. Επίσης, στα έγγραφα εμφανίζονται οπλοποιοί του Δ’ Τάγματος, φαλαγγίτες, ένας σαλπιτζής α’ τάξεως του Δ’ πεζικού τάγματος των ακροβολιστών και ένας συνταγματάρχης της φάλαγγος. Στην πελατεία του συναντάμε και δύο καταδίκους, οι οποίοι εξέτιαν ποινή στις τοπικές φυλακές.

Αξιοσημείωτη είναι και η παρουσία των γυναικών στις πράξεις. Σαράντα πέντε γυναίκες εμφανίζονται ως συμβαλλόμενα μέρη σε ισάριθμες πράξεις. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι οι γυναίκες προσδιορίζονται με το πατρώνυμό τους και στη συνέχεια το όνομα του συζύγου, εάν υπάρχει. Οι γυναίκες συμμετέχουν σε όλα τα είδη των συναλλαγών: πωλούν, αγοράζουν, δανείζουν, δανείζονται, κάνουν δωρεές, είτε ως ιδιοκτήτριες είτε ως προστάτριες ανήλικων τέκνων. Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει μια συγκεκριμένη κατηγορία ιδιοκτητριών γης, οι λεγόμενες Νεόφυτες. Πρόκειται για νεοφώτιστες βαπτισμένες χριστιανές κόρες Οθωμανών οι οποίες ζουν στο ελληνικό κράτος, είναι παντρεμένες με Έλληνες και έχουν προικιστεί από το ελληνικό δημόσιο με γη, την οποία συνήθως ενοικιάζουν για καλλιέργεια σε γεωργούς και σπανιότερα πωλούν.

Στα ΓΑΚ στην Αθήνα υπάρχει, αλλά όχι διαθέσιμη σε ψηφιακή μορφή ώστε να έχω πρόσβαση από εδώ, στο Υποαρχείο 001, υποαρχείο Ανακτόρων, η σειρά 007 η οποία αναφέρεται στους Νεόφυτους ή Νεοφώτιστους και περιλαμβάνει αποφάσεις από το 1844 έως το 1862. Δεν γνωρίζω αν δινόταν γη και σε άνδρες νεοβαπτισμένους χριστιανούς, διότι στο υλικό που διαθέτω απαντούν μόνο γυναίκες. Υποψιάζομαι ότι και αυτή η ενέργεια εκ μέρους των ανακτόρων, δηλαδή η παραχώρηση εθνικών γαιών, αποσκοπούσε στην καλλιέργεια της γης, η οποία κρινόταν πρωταρχικής σημασίας για τα ανύπαρκτα έσοδα του κράτους. Στην ίδια πολιτική εμπίπτει και η δυνατότητα που δινόταν στους φαλαγγίτες να ανταλλάσσουν την ετήσια σύνταξη που λάμβαναν με κάποια καλλιεργήσιμα στρέμματα. Με διάταγμα της 30ής.9.1835, ιδρύθηκε η Ελληνική Φάλαγγα, για να τιμηθούν οι οπλαρχηγοί των άτακτων σωμάτων οι οποίοι συμμετείχαν στον Αγώνα. Ήταν ένα πρόγραμμα «συνταξιοδότησης», θα λέγαμε, το οποίο κόστιζε στο κράτος 400.000 δρχ. ετησίως, αλλά το τίμημα ήταν μικρό προκειμένου να κατευνάσει η Αντιβασιλεία τη στρατιωτική τάξη. Ωστόσο, επειδή το κόστος ήταν δυσβάσταχτο, το 1838 δόθηκε από το κράτος η δυνατότητα στα μέλη της Φάλαγγας να ανταλλάσσουν το ποσό που ελάμβαναν με εκτάσεις από εθνικές γαίες. Έως το 1840, οι 937 από τους 1.294 φαλαγγίτες είχαν αποδεχθεί τη διανομή. Μια τέτοια περίπτωση είναι και του φαλαγγίτη Αθανάσιου Μπακόπουλου από το Στενό, ο οποίος έχει 50 στρέμματα γης στην κατοχή του και διαθέτει τα 40 προς ενοικίαση σε δέκα γεωργούς, προς 8 δρχ. το στρέμμα.

Γενικά, η πολιτική τόσο της αντιβασιλείας όσο και του Όθωνα σε σχέση με τη διανομή των εθνικών γαιών αντικατοπτρίζεται και στο υπό εξέταση υλικό. Πολύ σύντομα, αξίζει να αναφερθεί ότι πριν από το 1821 η γη κατά τα 2/3 ανήκε στους Τούρκους γαιοκτήμονες και κατά το 1/3 στους Έλληνες προεστούς. Οι πρώτες επαναστατικές εθνοσυνελεύσεις κήρυξαν τις τουρκικές γαίες ιδιοκτησία του Έθνους και είχαν ως αρχή κάθε Έλληνας να έχει ένα κομμάτι γη ως ιδιοκτησία. Η αντιβασιλεία αλλά και ο Όθωνας θέλησαν να εκπληρώσουν την υπόσχεση των εθνοσυνελεύσεων, διότι επιθυμούσαν τη δημιουργία ενός έθνους αποτελούμενου από μικρούς εργατικούς ιδιοκτήτες. Έτσι, με διάταγμα της 7ης Ιουνίου 1835, οι αυτόχθονες, ετερόχθονες, φιλέλληνες, όσοι είχαν πολεμήσει στον Αγώνα πολίτες και στρατιώτες είχαν δικαίωμα απόκτησης γης, το οποίο θα ενέκριναν τα δημοτικά συμβούλια και το υπουργείο Εσωτερικών έναντι τιμήματος που θα ξεπληρωνόταν με χρεωλύσιο. Το ζήτημα είναι ότι η γη θα διετίθετο με πλειστηριασμό, και αφορούσε σε εθνικές γαίες ως 40 στρέμματα, με αποτέλεσμα, προϊόντος του χρόνου, η γη να κοστίζει όλο και περισσότερο, καθώς αυξάνονταν τα διατιθέμενα ποσά. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στα συμβόλαια του Λάσκαρη.

Ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον στοιχείο το οποίο καταδεικνύει την κινητικότητα των επαγγελματιών αλλά και την κίνηση του κεφαλαίου ανά την επικράτεια, είναι ο τόπος κατοικίας και δραστηριοποίησης των συμβαλλόμενων μερών. Προκειμένου να πουλήσουν προϊόντα, καταφθάνουν στην Τρίπολη επαγγελματίες από τη Χαλκίδα, την Πάτρα, τον Πόρο, τη Μεθώνη, το Ναύπλιο. Για παράδειγμα, ένας βαφεύς από το Άργος πουλάει όλα τα «υλικά της τέχνης του» σε έναν Τριπολιτσιώτη. Τριπολιτσιώτης έμπορος πανικών, δηλαδή υφασμάτων, κάτοικος Πειραιώς, συνάπτει σύμβαση με το Ναυτικό για να το προμηθεύει. Πατρινός έμπορος σιδήρου ακυρώνει το συμβόλαιό του με σιδηρουργό της Τρίπολης επειδή ο δεύτερος δεν ήθελε να παραλάβει όλη τη συμφωνημένη ποσότητα σιδήρου αλλά μόνο τη μισή, ζημιώνοντάς τον. Οπωσδήποτε, η πλειονότητα των πελατών του Λάσκαρη κατοικούσε και δραστηριοποιείτο στην πόλη (84), ωστόσο, η πελατεία του προερχόταν από κάθε σπιθαμή της Μαντινείας, της Κυνουρίας και της Γορτυνίας.

Ακόμη, μια άλλη πολύτιμη πληροφορία που αντλούμε από τα συμβόλαια, είναι μια ένδειξη για τον αναλφαβητισμό εκείνη την περίοδο. Από τους άνδρες, δεν υπογράφουν και δηλώνουν «άγνοια γραμμάτων» οι 120 σε σύνολο περίπου 300, ενώ στην πλειονότητά τους οι αναλφάβητοι είναι ποιμένες και γεωργοί –χαρακτηριστικά, μόνο ένας γεωργός υπογράφει. Από τις γυναίκες, μόνο δύο υπογράφουν σε σύνολο 45.

Ωστόσο, οι Έλληνες έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν την αξία της μάθησης. Σε δύο διαθήκες ανδρών, κατοίκων Δολιανών και Καστρίου, όταν, κατά το έθιμο, ο συμβολαιογράφος ρώτησε τους διαθέτες αν αφήνουν κάτι «δι’ ελεημοσύνην», απάντησαν ο πρώτος ότι διαθέτει 80 δραχμές για να φτιαχτεί το σχολείο του χωριού, και ο δεύτερος όρισε οι κληρονόμοι του να φροντίσουν για την ανέγερση σχολείου στο Καστρί.

Μια γρήγορη αναφορά στα προικοσύμφωνα: αποτελούν άριστη πηγή για την αξία ενός νοικοκυριού, αφού προτού συνταχθούν, γινόταν εκτίμηση των αγαθών. Για παράδειγμα, ο Μάρκος Γεωργόπουλος δίνει σε πρώτο γάμο την ενήλικη κόρη του Βασιλική στον Ιωάννη Ευσταθίου, και οι δύο σιδηρουργοί. Εκτός από 4 στρέμματα αμπέλια αξίας 300 δραχμών, την προικίζει με 2 υφαπλώματα αξίας 40 δρχ., 2 φουστανέλες αξίας 30 δρχ., 5 σεντόνια αξίας 40 δρχ., 2 μεσοφούστανα αξίας 10 δρχ. κτλ. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι οι γυναίκες λαμβάνουν και ακίνητη περιουσία, όπως αγρούς, αμπέλια και χωράφια, κάτι που δεν συνηθιζόταν κατά τη φραγκοκρατία και την ενετοκρατία.

Τελειώνοντας, συνάντησα τις υπογραφές δύο σημαντικών ανδρών: του Φώτη Χρυσανθόπουλου, αγωνιστή και απομνημονευματογράφου, και του Αποστόλη Κολοκοτρώνη, του γιου του Γιάννη Κολοκοτρώνη ή Ντασκούλια. Ο πρώτος εμφανίζεται απλώς ως φαλαγγίτης και υπογράφει ένα παραχωρητήριο υδρόμυλου στη θέση Καμπά, και ο δεύτερος προσδιορίζεται ως συνταγματάρχης της Βασιλικής Φάλαγγος. Στο συμβόλαιο, το οποίο υπογράφεται στην οικία του στη συνοικία των Ταξιαρχών, δίδει προς ενοικίαση ένα σπίτι σε μια γυναίκα, ονόματι Δέσπω Κατζαρού προς 1,5 δραχμή μηνιαίως.

Επομένως, συνοψίζοντας, από την πρώτη προσέγγιση των συμβολαίων, και δίχως να έχει μελετηθεί το σύνολο του υλικού, η κοινωνία της Τρίπολης βρισκόταν σε διαρκή κινητικότητα. Το πλήθος των αγοραπωλησιών ακινήτων, η δραστηριότητα των επαγγελματιών-βιοτεχνών, η εμπορική κίνηση των πρώτων δέκα χρόνων μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους προοιωνίζεται τη ζωντανή και δραστήρια κοινωνία της πόλης που θα ακολουθούσε. Ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο: τα δανειζόμενα ποσά, σε όλα τα συμβόλαια δανεισμού πλην μόλις ενός, επιστρέφονται στον δανειστή μέσα στο συμφωνημένο διάστημα. Κάτι που υποδηλώνει ότι η αγορά κινείτο –και κατά κάποιον τρόπο επικυρώνει τη φήμη των Τριπολιτσιωτών ως προς τη σχέση τους με το χρέος και το χρήμα.

 

Γαλανιάδη Εύα

 

Η ανακοίνωση είναι δημοσιευμένη στα Πρακτικά της Διημερίδας «Η ιστορική και αρχαιολογική έρευνα στην Πελοπόννησο, όπως προκύπτει από τα Αρχεία των ΓΑΚ Νομών Πελοποννήσου και Αρχεία άλλων φορέων», (επιμ. Σωτήρης Ραπτόπουλος), Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Πελοποννησιακών Σπουδών, Τρίπολη, 2014, σελ. 308-316.


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.