Η ιστορία της πλατείας Αγίου Βασιλείου στην Τρίπολη (photos)

Η ιστορία της πλατείας Αγίου Βασιλείου στην Τρίπολη (photos)

Σεπτέμβριος 26, 2014 - 10:28
9 σχόλια

Πλατεία Βασιλέως Γεωργίου Β' ή Αγίου Βασιλείου 1830 - 1980 - Δείτε τις μοναδικές, ιστορικές φωτογραφίες

Η Πλατεία Βασιλέως Γεωργίου Β΄ ή Αγίου Βασιλείου η οποία πήρε το όνομά της άτυπα από τον ομώνυμο μητροπολιτικό ναό βρίσκεται στο κέντρο της Τρίπολης και αποτελούσε πάντα εμπορικό κέντρο, τόσο σε τοπικό όσο και ευρύτερο επίπεδο.

Η πλατεία κατασκευάστηκε επί Δημαρχίας Γιαννάκου Πετρινού και στην αρχική της μορφή περιελάμβανε πολλά πλατάνια και λεύκες, τα οποία έχουν τη δική τους συνεισφορά στην ιστορία της πλατείας, με τη σημερινή της εικόνα να μην παρουσιάζει μεγάλες διαφορές σε σχέση με το παρελθόν. 

Το 1851 η δημοτική αρχή μερίμνησε για την διαμόρφωση της πλατεία όπου έγινε σταυροειδής και τριγωνοειδής λιθόστρωση.

Σύμφωνα με παλιό δημοτικό τραγούδι, το 1870, σε ένα από αυτά τα πλατάνια είχε κρεμαστεί προς παραδειγματισμό το κεφάλι του Κίτσου του ληστή. Το 1891, ο Δήμαρχος Αθανάσιος Χριστόπουλος (που διατηρούσε το προσωνύμιο Μπόλικος)  έκοψε τα πλατάνια, αλλά μετά από έντονες αντιδράσεις των πολιτών άφησε μόνο ένα, το οποίο βρισκόταν αριστερά του ναού του Αγίου Βασιλείου και μπροστά από το φαρμακείο της Φράγκου. Επί Δημαρχίας Αν. Χατζησαράντου έγινε νέα διαμόρφωση, κόπηκαν δέντρα και έγινε η σημερινή της μορφή.

Στις 9 Ιουλίου 1949 όμως, ο Στρατιωτικός Διοικητής Θωμάς Πετζόπουλος έδωσε διαταγή να κοπεί ο πλάτανος. Αφορμή αυτής του της διαταγής, ήταν σύμφωνα με ιστορίες της εποχής η πτώση μιας κουτσουλιάς στο καπέλο του καθώς περνούσε κάτω από αυτόν. Μια δεύτερη εκδοχή η οποία συγκεντρώνει και τις περισσότερες πιθανότητες όσον αφορά στην αλήθεια της, είναι ότι το έκανε εξαιτίας των παραπόνων των καφετζήδων της περιοχής, οι οποίοι θεωρούσαν ότι η δουλειά τους επηρεαζόταν αρνητικά από το δυνατό κελάηδισμα των πουλιών που κάθονταν στον πλάτανο και ενοχλούσαν τους πελάτες των καφενείων τους.

Στην ανατολική πλευρά της πλατείας, δεσπόζει ο Άγιος Βασίλειος, ο Μητροπολιτικός ναός της πόλης, φτιαγμένος από λευκό μάρμαρο, με δύο επιβλητικά καμπαναριά και ένα χαρακτηριστικό ρολόι, δωρεά των αδερφών Σπετσερόπουλων. Το πανέμορφο τέμπλο του ναού, κατασκευασμένο επίσης από λευκό μάρμαρο αποτελεί δείγμα ανώτερης γλυπτικής τέχνης και είναι δωρεά του Αποστόλου Πετρόπουλου ή Λέμη, καταδεικνύοντας για ακόμα μια φορά το αυξημένο θρησκευτικό συναίσθημα των πολιτών.

Γύρω από την πλατεία εκτείνονται οι στοές με τα διάφορα  μαγαζιά. Πάνω στη πλατεία υπήρχαν δυο πηγάδια ξεσκέπαστα για να ποτίζουν οι αμαξάδες τα άλογα τους αλλά έπειτα από χρόνια ( 1920-1922;; ) τα σκέπασαν για λόγω ασφάλειας των πολιτών. Το Σιντριβάνι όταν έγινε ο δωρεά αρχικά αποθηκευτικέ στο Καποδιστριακό Σχολείο (σημερινό Μαλλιαροπούλειο Θέατρο). Επί Δημαρχίας Α. Χατζησαράντου το 1887, τοποθετήθηκε στο κέντρο της σιντριβάνι είχε γίνει δωρεά από τον Ι. Σκάγιαννη. Εξαιτίας όμως του μεγέθους του κάλυπτε μεγάλο μέρος της πλατείας, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια εργασιών στο σύστημα υδροδότησης της πόλης (αντικατάσταση παλαιών σωλήνων με νέους από χυτοσίδηρο), οι οποίες έλαβαν χώρα στις αρχές 20ου αιώνα επί Δημαρχίας Χαρ. Μάνεση, να αποξηλωθεί και να επανατοποθετηθεί στην πλατεία Άρεως. Έπειτα από αρκετά χρόνια αντικαταστάθηκε από νέο σιντριβάνι, στην ίδια ακριβώς θέση ( Πλατεία Αγ. Βασιλείου ).

Η πλατεία έχει τετραγωνικό σχήμα με εγγεγραμμένο στο εσωτερικό της έναν κύκλο και αποτελεί την αφετηρία των τεσσάρων κεντρικών αρτηριών της πόλης, της οδού Εθνικής Αντιστάσεως (ή Κωνσταντίνου ΙΒ΄), της οδού  Ουάσιγκτον (ή Καλαμών), της οδού Εθνομαρτύρων (ή Βασιλέως Παύλου) και της οδού Βασιλέως Γεωργίου Α΄.

Ο εσωτερικός κύκλος έχει μικρύνει τρεις φορές σε σχέση με το αρχικό μέγεθος της πλατείας εξαιτίας κυκλοφοριακών ρυθμίσεων.

Από την εποχή της Τουρκοκρατίας, η πλατεία αποτελούσε πόλο έλξης και κέντρο πολυποίκιλης δράσης. Από τις πρώτες πρωινές ώρες έσφυζε από ζωή, με τον κόσμο να έρχεται από τα γύρω χωριά για να πουλήσει την πραμάτειά του. Ανάμεσα τους ήταν ξυλέμποροι, εργάτες, τεχνίτες και μάστορες που έκλειναν δουλειές, μεταφορείς με κάρα αλλά και χαμάληδες, εναπομείναντες της Μικρασιατικής Καταστροφής, χαρακτηριστικές μορφές της εποχής.  Αποτέλεσμα αυτής της έντονης δραστηριότητας ήταν οι ταβέρνες της πλατείας να είναι πάντα γεμάτες, έχοντας ως σπεσιαλιτέ το βραστό και την πατσά, με σημείο αναφοράς το Μεγάλο Καφενείο, στέκι της  καλή κοινωνίας της πόλης, το οποίο διατηρήθηκε ακόμα και μετά την εποχή του πολέμου.

Κομβικό χρονικά σημείο για τη μορφή της πλατείας ήταν το 1955. Από το συγκεκριμένο έτος και μετά  η πλατεία άλλαξε ριζικά, με τα γραφικά κτίρια της να γκρεμίζονται και να αντικαθίστανται από τσιμεντένια ψηλά κτίρια, «νέας γενιάς», εκφραστές μιας νέας οικοδομικής αλλά και πολιτισμικής πραγματικότητας.

Το ψηλότερο μέχρι τότε κτίριο της πλατείας βρισκόταν ιδιοκτησία Γιαννηκώστα, εκεί που εντοπίζεται σήμερα το ξενοδοχείο Γαλαξίας, χωρίς όμως να ξεφύγει από το πνεύμα αλλαγής της εποχής.

Η πλατεία αποτελούσε δίχως άλλο ένα κέντρο εμπορικής δραστηριότητας, με τα μαγαζιά που βρίσκονταν εκεί να είναι πολυάριθμα και διαφορετικού αντικειμένου. Άλλαζαν μάλιστα κατά καιρούς ιδιοκτησία και εμπορεύσιμα είδη, με τις πληροφορίες που υπάρχουν σήμερα για εκείνη την εποχή να είναι περιορισμένες.

 Την τιμητική τους είχαν όμως και τα παντοπωλεία της εποχής.

Έτσι, στις νοτιοδυτικές καμάρες υπήρχε το παντοπωλείο του Π. Παπαδόπουλου, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Αγροτική Τράπεζα. Στις νότιες καμάρες υπήρχαν το παντοπωλείο του Θ. Μπουσιούλη και αργότερα του Δ. Χρονόπουλου (ή Λίντζου), εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το εστιατόριο του Σταυρόπουλου,  το παντοπωλείο του Δ. Καρλή, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το ζαχαροπλαστείο Πλατανίτη,  το παντοπωλείο του Ν. Κουρέτα, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το κατάστημα λαϊκής τέχνης Γ. Μπουρλόκα, το κατάστημα Γενικού Εμπορίου Αφοί Ιωάννη και Παναγιώτη Αργυρόπουλοι, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το κατάστημα εφημερίδων Μιχόπουλου.

Στο συγκεκριμένο μάλιστα εμπορικό είχε γίνει το μεγάλο ατύχημα που συγκλόνισε την κοινωνία της εποχής όταν το υπόγειο, με βαρέλια γεμάτα από θειάφι και μπαρούτι, έπιασε φωτιά από πτώση λάμπας πετρελαίου, οδηγώντας σε μια μοιραία έκρηξη με 20 νεκρούς και 33 τραυματίες.

Στη γωνία με την οδό Ναυπλίου ( Γεωργίου Α’ ) βρισκόταν το ξενοδοχείο Αρκαδία του Μαλεβίτη και κάτω από αυτό το παντοπωλείο του Γιάννη Ιωάννου.

Εκτός όμως από τα σημεία της πλατείας που διακρίνονταν για την αυξημένη εμπορική τους κίνηση, υπήρχαν μέρη ιδιαίτερα γραφικά, αναδεικνύοντας το ρομαντικό ύφος του «τότε» και τη νοσταλγία του «σήμερα». Ένα τέτοιο μέρος  ήταν η πιάτσα με τα μόνιππα αμαξάκια που χρησιμοποιούσαν οι Τριπολιτσιώτες για τις ρομαντικές τους βόλτες και για τις καθημερινές του μεταφορές. Έπειτα από χρόνια τα μόνιππα αντικατέστησαν τα ταξί.

Μια ακόμα γραφική όψη της πλατείας ήταν τα κατά τόπους σημεία όπου οι λούστροι με τα καλογυαλισμένα κασελάκια τους είχαν τη δική τους θέση στην πλατεία αλλά και στη ζωή της πόλης.

Εκτός όμως από τα παντοπωλεία, στην πλατεία υπήρχαν διάσπαρτα διάφορα μαγαζιά, τα οποία λειτουργούσαν απρόσκοπτα, αδιαμφισβήτητο μέρος της καθημερινότητας.

Συγκεκριμένα, στη γωνία με την οδό Ουάσιγκτον υπήρχαν δύο μαγαζιά ιδιοκτησίας Γετήμη, από τα οποία το γωνιακό ήταν το ζαχαροπλαστείο «Τέρψις» των Πλατανίτη και Κοντόπουλου και το διπλανό ήταν  μεταναστευτικό γραφείο και αλευροπωλείο του Δημοσθένη Μπουρλόκα.

Στη θέση αυτή χτίστηκε αργότερα από το Ν. Δημητρακόπουλο μια  πολυκατοικία, με το ισόγειο να φιλοξενεί το φαρμακείο του ιδιοκτήτη και το οποίο μετέπειτα πέρασε στα χέρια του γαμπρού του Γιαννούλη.

Στη συνέχεια αυτής της διαδρομής θα συναντούσε κανείς το χαμουρατζήδικο του Γιάννη Πράπα και του γιου του Χριστόφορου. Έπειτα από χρόνια, το συγκεκριμένο εμπορικό έγινε πρακτορείο αυτοκινήτων του Β. Καρδαρά, έπειτα παντοπωλείο του Ν. Κουρέτα, το οποίο με τη σειρά του πέρασε στα χέρια του  Γ. Μπουρλόκα το 1968, αλλάζοντας σε πυλοπωλείο και ακολούθως σε μαγαζί με είδη λαϊκής τέχνης και εθνικών ενδυμασιών.

 Ακολουθεί το οίκημα ιδιοκτησίας Ντελόπουλου (ιδιοκτήτη της ομώνυμης φανελοποιείας το οποίο είχε δοθεί ως προικώο στον γαμπρό του Μητσάκο Τσίριμπα) και λειτουργούσε ως σαράτσικο των αφών Τζελφέ για ένα φεγγάρι ήταν και η ταβέρνα του Κατσικονούρη. Δίπλα, βρισκόταν το καφέ ουζερί του Χρήστου Λυμπερόπουλου, γνωστό για τους αργιλέδες που διέθετε στους θαμώνες του. Το συγκεκριμένο μαγαζί έγινε έπειτα από λίγα χρόνια το πρακτορείο ταξιδίων Τσακαλέκα – Κοροδήμος – Κοττής,  με τα χαρακτηριστικά λεωφορεία των 16 θέσεων, έπειτα ο γιος του  Λυμπερόπουλου το έκανε πάλι καφέ, στη συνέχεια έγινε μηχανάκια ο Βήλιος και τέλος μανάβικο του Ν. Κυρίμη. Κολλητά το γνωστό για την εποχή το φαρμακείο του Αναστασίου και του γιου του Περικλή Πετούνη με την αριστοκρατική επίπλωση.

Στη συνέχεια αυτής της νοσταλγικής διαδρομής στο παρελθόν συναντάμε τη γωνία της πλατείας, με το διώροφο στο συγκεκριμένο σημείο να είναι ιδιοκτησίας Διαμαντάτσικου και το ισόγειο να φιλοξενεί το γαλακτοπωλείο του Κ. Σπανού, μια οικογενειακή επιχείρηση, αφού δούλευε και ο αδερφός του ιδιοκτήτη, Γιάννης. Ήταν ένα από τα γραφικά γαλακτοπωλεία της πόλης. Μάλιστα ο Γιάννης έπαιρνε δυο τεράστιες τάβλες με ζεστή μπουγάτσα και τις έκοβε μπροστά στη βιτρίνα ώστε να προσελκύει κόσμο ( έσπαγε τη μύτη έλεγαν ).

Συνεχίζοντας προς την ίδια κατεύθυνση και στη γωνιά της πλατείας, συναντάμε το μαγειρείο του Στάικου με το υπόγειό του να είναι γεμάτο με τα παραδοσιακά βαγένια για το κρασί, το οποίο συνόρευε με το δερματοπωλείο του Καρακίτσου, ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό για την εποχή μαγαζί. Κλείνοντας, έγινε το ραφείο του Ανανία Βελονιάδη και στη συνέχεια το μαγαζί ανταλλακτικών αυτοκινήτων του Θύμιου Δήμου.

Ακολούθως, συναντάμε το τσαγκάρικο του Μητσανά, ένα οίκημα επίσης ιδιοκτησίας Διαμαντάτσικου, με το υπόγειο να φιλοξενεί το εμπορικό δερμάτων του Βουτσελάκου. Το τσαγκάρικο διαδέχθηκε το  καφενείο του Πάσχου και μετέπειτα πρακτορείο εφημερίδων του ;;;; Μιχόπουλου.

Στη διασταύρωση της πλατείας με την οδό Ναυπλίου (ή Γεωργίου Α΄), αρχές αιώνα ήταν το ξενοδοχείο - Αρκαδία - του Μαλεβίτη, στη συνέχεια έγινε το παντοπωλείο του Γιάννη Ιωάννου, το οποίο στη συνέχεια έγινε το γνωστό χρυσοχοείο του Ζενέτου.

Το κτίριο έγινε ιδιοκτησία του Αναγνωστόπουλου όπου άνοιξε το βιβλιοπωλείον - Παλλάδιον - μετέπειτα ήρθε στη κατοχή του Ιωάννη Ζαχαρόπουλου, ο οποίος και δημιούργησε στους ορόφους της νέας πια οικοδομής, το ξενοδοχείο «Παλλάδιον» και στο ισόγειο το ομώνυμο βιβλιοχαρτοπωλείο σύγχρονο για την εποχή του.

Ακολουθώντας τη συγκεκριμένη φορά διαγραφής της πλατείας, συναντάμε στην απέναντι γωνία, κάτω από τον Άγιο Βασίλειο με τη σειρά, ένα καφενείο με σερβιτόρο το Μουσούδα και το οποίο μετέπειτα έγινε το κουρείο του Κανέλλου, το φαρμακείο του Ν. Μουσαγιά όπου έπειτα από χρόνια άνοιξε το συμβολαιογραφείο του Μίμη Τσιώλη και τέλος ένα κουρείο και έπειτα έγινε το καφεκοπτείο Μέντη και Τσαντίλα.

Στη βορειοανατολική πλευρά της πλατείας και στην οδό Χατζηχρήστου (ή Κύπρου) συναντάμε το καφενείο των Καραβία – Ορφανού. Έπειτα από χρόνια ο Καραβίας, ακολουθώντας το γενικότερο ρεύμα της εποχής, μετέτρεψε το κτίριο σε πολυκατοικία, με τους ορόφους να φιλοξενούν γραφεία, ενώ στο ισόγειο διατήρησε το καφενείο του.

Το συγκεκριμένο κτίριο, συνόρευε με το γραφείο τον φορτοεκφορτωτών με πρόεδρο τον Καλύβα, το οποίο έπειτα από χρόνια έγινε η ταβέρνα του Μήλιου και τέλος το ψητοπωλείο του Καλιντέρη ( όταν ήρθε από τις νότιες καμάρες δίπλα από ζαχαροπλαστείο του Πλατανίτη ). Στη γωνία που κάνει γάμα η πλατεία είναι η είσοδος της οικίας.

Στη βόρεια πλευρά, μετά τη γωνία της πλατείας βρισκόταν το φαρμακείο του Παπαθανασόπουλου και μετά από λίγα χρόνια το τυπογραφείο του Ηλία Καρύδη, ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Αρκαδικά Νέα». Στο συγκεκριμένο μαγαζί μεταφέρθηκε αργότερα η ένωση Φορτοεκφορτωτών.

Στη συνέχεια, συναντάμε το ακίνητο ιδιοκτησίας του ιατρού Ιωάννη Βλάχου και στη σειρά το γραφείο ταξιδίων των Τούντα και Πρίτσινα, το καφενείο του Φάνη Νταβέλη, με το υπόγειο του κτιρίου να φιλοξενεί το αλλαντοποιείο του Χρ. Μόκου και τον όροφο να στεγάζει το Εργατικό Κέντρο, σαφές δείγμα της οργανωμένης μορφής εργασίας της εποχής. Για ένα φεγγάρι είχαν στεγαστεί τα γραφεία της ΑΕΚ. Στη θέση του παλιού ακινήτου χτίστηκε ακόμα μια πολυκατοικία με τρία μαγαζιά, το συμβολαιογραφείο του Β. Μπενόπουλου να στεγάζεται στο ισόγειο της, δίπλα του βρισκόταν ένα μπριζολάδικο, το οποίο έγινε πρακτορείο τύπου των Λιάβαρη – Σταματόπουλου και  μετέπειτα των αδελφών Λεμπέκου και Καλιντέρη και στο υπόγειο η γνωστή ταβέρνα του Γιαννίτσα και το φαρμακείο του Ν. Δημητρακόπουλου που μετέπειτα έγινε ιδιοκτησία του Γιαννούλη. Κλείνοντας έγινε το εκλεκτόν ζαχαροπλαστείο «Πικαντίλι» του Ν. Αναστόπουλου.

Αμέσως μετά,  στη γωνία με την οδό Ανακτόρων βρισκόταν το εμπορικό του Μανιάτη με τα ρούχα και κουστούμια πολυτελείας. Οι αφοί Μανιάτη μετέφεραν την επιχείρηση στην Αθήνα και στο συγκεκριμένο μαγαζί άνοιξε το κατάστημα με είδη καπνιστού του Χρήστου Αναγνωστόπουλου, ενώ στον όροφο στεγαζόταν το οδοντιατρείο του Φ. Αλιμήση.

Στην απέναντι ακριβώς γωνία της πλατείας συναντάμε το γνωστό καφενείο «Αι Δυο Υπερηφανοκόρυφοι Λεύκαι» του Ηλία Ελευθερίου όπου έπειτα από χρόνια έγινε το γνωστό καφέ «Ο Πλάτανος» των Καμαριώτη – Τσαρουχά με τον πρώτο όροφο του οικήματος να φιλοξενεί το ραφείο του Δάμη. Δίπλα του βρισκόταν το καπνοπωλείο των Πάπουλα – Πλακούλα, το οποίο διατηρούσε την αντιπροσωπεία τσιγάρων Παπαστράτος, κέντρο εμπορικής κίνησης της εποχής αν αναλογιστεί κανείς τη σημασία της εμπορίας καπνού τόσο από πλευράς κατανάλωσης όσο και από πλευράς εργασίας.

Στον πάνω όροφο του συγκεκριμένου κτιρίου έπειτα από το ραφείο του Δάμη είχε φιλοξενηθεί για κάποια χρόνια το φωτογραφείο του Γ. Κομποχόλη. Στο μπαλκόνι του ορόφου γίνονταν οι ομιλίες των πολιτικών. Το ακίνητο μετά από χρόνια έρχεται στην ιδιοκτησία Γεωργίου Παπαδάκου, δίνοντας τη θέση του σε μια νέα πολυκατοικία, αποτελούμενη από γραφεία και το φαρμακείο του ιδιοκτήτη στο ισόγειο.

Αμέσως μετά συναντάμε το καφενείο «Αττικόν» του Δ. Ντέμου. Ακριβώς δίπλα βρισκόταν το τυπογραφείο του Ι. Αθανασιάδη που έδωσε την θέση του στο γνωστό καφενείο «Κοσμικόν»  ιδιοκτησίας των Δημητρακόπουλου – Γαντέ - Σόσολη.

Στον όροφο του συγκεκριμένου κτιρίου στεγάζονταν τα γραφεία του ΙΚΑ. Όταν έκλεισε το καφενείο, τη θέση του πήρε το κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας. Στη γωνία με τη στοά Αθανασιάδη βρισκόταν το φημισμένο γαλακτοπωλείο του Δεμάγκου, που έδωσε τη θέση του στο καφενείο του Γλίνου.

Η σειρά των καφενείων της πλατείας συνεχιζόταν μετά τη στοά Αθανασιάδη με το ιστορικό Μεγάλο Καφενείο να δεσπόζει στην απέναντι γωνία. Πολλά επιχειρηματικά ονόματα της εποχής διετέλεσαν ιδιοκτήτες του συγκεκριμένου καφενείου, όπως ο Μπερνορίτης, Αθανασιάδης, Αφοί Ευαγγελίου, Παθής, Τσαρουχάς. 

Το οικήματα ως τη γωνία με την οδό Βασιλέως Παύλου ( Εθνομαρτύρων ) ήταν ιδιοκτησίας του Στρατηγού Γιαννηκώστα, μια χαρακτηριστική μορφή της εποχής, ο οποίος συνήθιζε να βγαίνει στο μπαλκόνι του πάνω ορόφου της οικίας του, με τη γυναίκα του να κάθεται δίπλα του σε μια σκαλιστή καρέκλα η οποία κάπνιζε μια μεγάλη ασημένια πίπα.

Μετά το Μεγάλο Καφενείο, στην πρώτη από τις πέντε καμάρες, συναντάμε το τυπογραφείο του Ι. Πύρλα, το οποίο μετέπειτα έγινε το καφενείο των Αφών Ευαγγελίου αρχικά και του Γρίτση έπειτα, Γλίνου μετέπειτα, πριν περιέλθει τελικά στην ιδιοκτησία του Δεμάγκου.

Στην επόμενη καμάρα βρισκόταν το κουρείο του Φιλόππουλου. Όταν έκλεισε, τη θέση του πήραν δύο μικρά μαγαζιά, το καπνοπωλείο Σερετάκου που αργότερα έγινε το στιλβωτήριο του Καριώτη και το πρακτορείο τύπου των Λιάβαρη – Σταματόπουλου (πριν μεταφερθούν στο κτίριο Βλάχου) και έπειτα έγινε το καφενείο του Γρίση.

Η καμάρα που ακολουθεί φιλοξενούσε το κουρείο του Πολύβιου Κολλάρα, το οποίο έδωσε αργότερα τη θέση του στο γνωστό ουζερί του Κώστα και Βασίλη Λάχανη. Στην πέμπτη και προτελευταία καμάρα βρισκόταν το βιβλιοδετείο του Ηλία Ρακόπουλου ( αρχικά είχε και την Πέμπτη καμάρα ) που μετέπειτα έγινε το χαρτοπωλείο του Αριστείδη Μπακόπουλου ή του Φ. Παρασκευόπουλου και έπειτα από χρόνια το γραφείο ταξιδίων του Καλτεζιώτη.

Στη γωνία με την οδό Βασιλέως Παύλου βρισκόταν το ζαχαροπλαστείο του Μπούκουρα - Ριζιώτη, που περιήλθε αργότερα στην ιδιοκτησία των Θ. Κωστόπουλου και Κάλλα, διατηρώντας όμως το είδος της επιχείρησης. Στο Ά όροφο του συγκεκριμένου κτιρίου, όταν είχαν φύγει οι ιδιοκτήτες, είχε στεγαστεί ο κυνηγετικός Σύλλογος Τριπόλεως, η «Άρτεμις». Το ακίνητο αυτό, που εκτεινόταν από το Μεγάλο Καφενείο μέχρι τη γωνία με την οδό Βασιλέως Παύλου, αγοράστηκε από τους αδελφούς Μαρινάκου και στη θέση του χτίστηκε πενταόροφη οικοδομή, η οποία στέγασε το ξενοδοχείο «Γαλαξίας» και το ομώνυμο ζαχαροπλαστείο.

Στην απέναντι γωνία βρισκόταν το κτίριο του γνωστού ιατρού Ι. Μαλλιαρόπουλου, ο οποίος ευεγέρτισε το Δήμο Τριπόλεως δωρίζοντας το αμέσως μετά το θάνατό του. Στον Ά όροφο του κτιρίου στεγαζόταν η Φιλαρμονική του Δήμου.

Με την εικόνα να συμπληρώνεται στην γωνία με την οδό Γορτυνίας ( Εθνομαρτύρων ),  συναντάμε το κουρείο του Πολύβιου Κολλάρα μετά τη μεταφορά του από την προαναφερόμενη θέση και το ζαχαροπλαστείο του Τσιώλη, μετέπειτα ιδιοκτησία του Ν. Σεβδαλή, ο οποίος το χρησιμοποίησε για εμπόριο μπαούλων και βαλιτσών, με γειτονική την Υπηρεσία Εκμεταλλεύσεως Κρατικών Αυτοκινήτων (ΥΕΚΑ). Κλείνοντας η ΥΕΚΑ, έδωσε τη θέση της στα ορυκτέλαια Shell του Γ. Κάλλα. Αμέσως μετά, βρισκόταν το χρυσοχοείο των Σταύρου και Χρήστου Χατζή – άριστοι τεχνίτες του χρυσού.

Στη συμβολή με την οδό Γ. Πετροπούλου βρισκόταν το γνωστό καφενείο «Παλούμπα» του Καπάνταη (που αρχικά λειτουργούσε και στο χώρο του χρυσοχοείου), όταν το καφενείο έκλεισε έγινε το γραφείο μεταφορών ΚΤΕΛ ώσπου το πήραν οι αφοί Παπαγεωργάκη και το έκαναν ζαχαροπλαστείο. Εκεί, επί ΚΤΕΛ έκαναν πιάτσα τα καροτσάκια μεταφορών των Κανάρη, Λαγοπάτη, Τσίπη και Γκαργκάσουλα.

Ούτε η οδός Γ. Πετροπούλου υστερούσε όσον αφορά στην εμπορική της κίνηση.

Κατά καιρούς φιλοξένησε διάφορα μαγαζιά, όπως το ξυλεμπορικό του Γιόκα, το πίσω μέρος του υποδηματοποιείου Χαραλά (με την κεντρική είσοδο του οποίου να βρίσκεται στην οδό Βασιλέως Παύλου και Εθνομαρτύρων, τη  σημερινή είσοδο του Πολεμικού Μουσείου), το  τυπογραφείο του Γ. Γατσόπουλου, το μπακάλικο του Λακασά, τα υδραυλικά του Ρουμελιώτη καθώς και το χρωματοπωλείο του Γιόκα.

Στην απέναντι γωνία βρισκόταν η οικία του δικηγόρου Ν. Μπίκου, με την οικία του δικηγόρου να βρίσκεται στον πρώτο όροφο και το ισόγειο να φιλοξενεί το φαρμακείο του Μενελάου.

 Το μαγαζί άλλαξε χέρια και έγινε το γραφείο ταξιδίων ο << Φάρος >> του Σάββα Φιλόππουλου. Για λίγα χρόνια ήταν και στιλβωτήριο των Μιχόπουλου και Σαράφη.

Η πλατεία συνέχιζε με την οδό Τσακοπούλου, μια από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της εποχής.

Στη συγκεκριμένη οδό υπήρχαν φημισμένα μαγαζιά της εποχής, όπως το γνωστό μπακάλικο του Δ. Ταλούμη, το δερματοπωλείο των αδελφών Ν. και Γ. Θεοδοσίου ή Καρακίτσου, το υφασματοποιείο του Ευάγγελου Κουλαρμάνη και στη γωνία με την οδό Ταξιαρχών το κουρείο του Ηλία Κουνέλη και μετέπειτα των Γκοβόστη – Μανουσάκου. Ερχόμενος κάποιος από την οδό Ταξιαρχών προς την Πλατεία Αγίου Βασιλείου θα συναντούσε κατά σειρά το Τσαγκάρικο του Ανδρέα Κούτουλα, το ραφείο του Δ. Φωτόπουλου, το καπελάδικο του Λουκά και την είσοδο του σπιτιού του Τσιλιμήγκρα.

Στην επόμενη γωνία, στη νότια πλευρά της πλατείας βρισκόταν το καφενείο των Κωνσταντίνου και Αθανασίου Τσιλιμήγκρα που αργότερα έγινε το κατάστημα εδωδίμων και αποικιακών των Γκρεμούτη – Γαβρίλου, που συνόρευε με το καφενείο «Βυζάντιο» των Θ. Γαλιώτου και Παπαδόπουλου, το οποίο διέθετε μπιλιάρδο ως μια καινοτομία της εποχής και το κουρείο του Τζιμάκου Σαλαπάτα που αργότερα έγινε ιδιοκτησία του Ηλία Κακουργιώτη. Στο υπόγειο του συγκεκριμένου κτιρίου βρισκόταν η ταβέρνα του Ανδρέα Παπαδόπουλου, κέντρο συνάντησης των εργατών της εποχής. Το μαγαζί μετά από χρόνια έγινε το εστιατόριο <<Εθνικόν >> του Β. Σταυρόπουλου ( πρώην καφενείο Βυζάντιο ).

Ακολουθούσε το μπακάλικο του Θεόδωρου Μπουσιούλη και μετέπειτα ιδιοκτησία του Δημήτρη Χρονά (ή Λίτζου), με το υπόγειο να φιλοξενεί ακόμα μια χαρακτηριστική εικόνα της εποχής, τις τρόμπες με τις βενζίνες  να κείτονται μπροστά στο πεζοδρόμιο από το μαγαζί με τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων του Τράμπα που το δούλευε ο γαμπρός ο Θύμιος Δήμου ( το μαγαζί ήταν στο υπόγειο του μπακάλικου ). Στη γωνία αυτού του μαγαζιού με το επόμενο υπήρχε μια πάγκα που πουλούσε ψωμί, ως ένας υποτυπώδης φούρνος του Λίτζου.

Έπειτα από χρόνια το αγόρασε ο Τζοροβίλης και το έκανε πολυκατοικία με γραφεία και μαγαζί.

Δίπλα βρισκόταν το κληροδότημα Μυστριώτη, το μαγαζί  του Β. Σπυρόπουλου με εμπόριο Πετρογκάζ, ορυκτελαίων και ελαστικών. Κλείνοντας άνοιξε η ψησταριά του Καλιντέρη όπου έπειτα από χρόνια το πήρε ο Σάββας Φιλόππουλος το έχτισε πολυκατοικία με γραφεία και το μαγαζί το έκανε ταξιδιωτικό γραφείο.

 Επόμενη καμάρα ήταν το μπακάλικο του Καρλή. Στη γωνία του μαγαζιού με το επόμενο υπήρχε μια δεύτερη πάγκα που πουλούσε ψωμί, ιδιοκτησίας του Νίκου Πιτερού, όταν έκλεισε το μπακάλικο μεταφέρθηκε το ζαχαροπλαστείο των Βασίλη και Θεόδωρου Πλατανίτη

Με τη διαδρομή στην πλατεία να ολοκληρώνεται με το ζαχαροπλαστείο των αφών Παπαγεωργάκη το οποίο βρισκόταν στη γωνία με την οδό Ουάσιγκτον.

Όταν μεταφέρθηκαν οι αφοί Παπαγεωργάκη στην γωνία με τη οδό Πετροπούλου άνοιξε το κατάστημα ψιλικών και κουμπιών των Αφών Αλεξόπουλοι (  αρχικά με τον Γεωργαντά ) όπου το πήραν και το έχτισαν με μαγαζί και ένα όροφο.

Στη πλατεία κάθε Πέμπτη και Κυριακή απόγευμα έπαιζε η Στρατιωτική Μουσική της φρουράς. Έπειτα από χρόνια έπαιζε η Φιλαρμονική του Δήμου.

Το λιανικό εμπόριο ήταν ιδιαίτερα αυξημένο στην πλατεία, με κύριο «εκφραστή» αυτής της εμπορικής δράσης τα διάσπαρτα περίπτερα, τα οποία ήταν τέσσερα εκείνη την εποχή. Εκείνο που βρισκόταν μπροστά από το φαρμακείο του Γιαννούλη, ήταν ιδιοκτησίας Τσούκα, Τσουμπρή και Τράμπα κατά σειρά, εκείνο που βρισκόταν απέναντι από το καφενείο του Καραβία, ιδιοκτησίας Γιώργου Τριάντου, εκείνο που βρισκόταν απέναντι από το Μεγάλο Καφενείο, ιδιοκτησίας Δρούζια (ή Μπελελέου) και τέλος εκείνο που βρισκόταν απέναντι από το κτίριο του Μαλλιαρόπουλου, ιδιοκτησίας Γ. Γκανά και μετέπειτα Σαραντόπουλου.       

ΧΡΗΣΤΟΣ Η. ΜΗΤΣΙΑΣ


9 Σχόλια

Πιστεύω ότι πρέπει να κάνετε και ένα αφιέρωμα για το πως ο πρώην δήμαρχος ήθελε να κάνει την πλατεία δηλ. για την κόψει στην μέση !!! Να προσαρτώνται μακέτες του ΕΣΠΑ... κ.λ.π.

ΣΥΝΓΑΡΙΤΗΡΙΑ ΚΥΡΙE ΜΗΤΣΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΣΑΣ. ΑΝ ΚΑΙ ΑΝΗΣΗΧΗΣΑΜΕ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΑΣ ΔΙΑΒΑΖΑΜΕ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΑΜΕ ΟΤΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΑΤΕ ΣΕ ΑΛΛΟ SITE ΟΠΩΣ ΑΚΟΥΓΟΤΑΝ. ΣΥΝΓΑΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ARCADIA PORTAL ΓΙΑ ΤΑ ΩΡΑΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΒΑΖΕΙ.

ΣΥΝΓΑΡΙΤΗΡΙΑ στο ARCADIA PORTAL και για τους σχολιαστές του. Πραγματικά κοσμήματα (ω τι κόσμος μπαμπά...)

Πολλά συγχαρητήρια. Μας ξυπνάτε πολύ δυνατές αναμνήσεις. Συνεχίστε για να μαθαίνουν οι νεοι και να θυμούνται οι παλιοί....

Όπως πάντα ο Χρήστος μας εξέπλησε ευχάριστα.Εξαιρετική δουλειά ,υπέροχες φωτογραφίες και η ιστορική αναφορά στην Πλατεία αναλυτική, όπως πρέπει πραγματικά να είναι, για όσους απο εμάς δεν γνωρίζουμε.Ευτυχώς που υπάρχουν άνθρωποι σαν τον κύριο Μήτσια που ασχολούνται με όλα όσα αφορούν την πόλη μας.Συγχαρητήρια και στην ομάδα του Arcadia portal για τις δημοσιεύσεις.

good Mroning Angelo, Please see aboe Thanks Peter Dravilas

Θερμά συγχαρητήρια για την εντυπωσιακή έρευνα. Κάποια ασυνταξία καθιστά μη αναγνώσιμες τις σειρές 3-4 της 7ης παραγράφου. Πότε θα εκδοθεί το βιβλίο;

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.