Η αρχιτεκτονική στα ορεινά αρκαδικά χωριά

Η αρχιτεκτονική στα ορεινά αρκαδικά χωριά

Μάιος 30, 2015 - 09:34
0 σχόλια

Μιας και ξεκινά το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, και πολλοί από εμάς θα επισκεφθούμε τα χωριά στην Αρκαδία, χρήσιμο είναι να ρίξουμε μια ματιά στα κύρια στοιχεία της αρχιτεκτονικής τους, στο γιατί και στο πώς οι άνθρωποι που τα έχτισαν, επέλεξαν τους συγκεκριμένους τόπους, στον τρόπο με τον οποίον διαμόρφωσαν τις οικίες τους, και τελικά στον τρόπο ζωής τους.

Τα αρκαδικά χωριά, κεφαλοχώρια και πιο μικρά, στη συντριπτική τους πλειονότητα έχουν κρατήσει την παραδοσιακή αρχιτεκτονική τους, και αρκετά από αυτά αποτελούν αναγνωρισμένους παραδοσιακούς οικισμούς. Τούτο σημαίνει ότι οι επεμβάσεις των νεότερων κατοίκων στην αρχιτεκτονική των οικισμών και των σπιτιών είναι περιορισμένες, μη επιτρέποντας να αλλοιωθούν τα κύρια χαρακτηριστικά τους.

Κατ' αρχάς, η θέση που χτιζόταν ένα χωριό, ακολουθούσε κανόνες που πήγαιναν αιώνες πίσω. Το ορεινό χωριό έπρεπε να είναι προστατευμένο, σε μια απόμακρη πλευρά, και προσήλιο. Έπρεπε να έχει οπωσδήποτε πηγή νερού και χωράφια σε κοντινή απόσταση, έπρεπε να διαθέτει κάποιο λιβάδι ώστε να εξυπηρετείται η βοσκή των ζώων και ακόμα να υπάρχει εκεί δάσος, ώστε να προμηθεύονται οι κάτοικοι την απαραίτητη ξυλεία, αλλά και να μπορούν να καταφύγουν οι κάτοικοι σε καιρό ανάγκης.

Και σήμερα ο επισκέπτης των ορεινών αρκαδικών χωριών στο κέντρο του χωριού θα συναντήσει την αγορά, μια πλατεία μικρή και την εκκλησία. Στα περισσότερα χωριά δε, ανάλογα βέβαια και με τη μορφολογία του κάθε χωριού, υπήρχε το σχολείο. Τα κοιμητήρια βρίσκονται συνήθως έξω από το χωριό, πέρα από το ρέμα.

Δεν ήταν απαραίτητο κάθε σπίτι να διαθέτει τον δικό του φούρνο, αλλά όλοι έπρεπε να τον χρησιμοποιούν. Έτσι, οι φούρνοι ήταν κοινόχρηστοι, όπως και τα αλώνια, που τα χρησιμοποιούσαν όλοι οι νοικοκυραίοι. Όπου υπήρχαν αμπελοκαλλιέργειες, κτίζονταν υπαίθριοι «ληνοί» με «πολήμι».

Ακόμη, ένα χωριό έπρεπε να διαθέτει ικανή υδροδοσία για τις καλλιέργειες: στα αμφιθεατρικά χωριά της Βόρειας Κυνουρίας η καλλιέργεια των κηπευτικών αλλά και των δέντρων οργανώνεται και σήμερα σε πεζούλες, οι οποίες υδροδοτούνται μέσω μικρών καναλιών που ξεκινούν από τις πηγές -από τις Μάνες του Νερού- και οι κάτοικοι κατόπιν συνεννόησης «κόβουν» και «ανοίγουν» τη ροή του νερού ανάλογα με το κτήμα που θέλουν να ποτίσουν. Επίσης, οι νερόμυλοι ήταν απαραίτητοι, διότι αλλιώς δεν θα είχαν οι κάτοικοι αλεύρι και θα έπρεπε να ταξιδεύουν με τα μουλάρια για να αλέσουν το σιτάρι. Παράλληλα, υπήρχαν νεροτριβές, όπου έπλεναν τα ρούχα τους.

Τα σπίτια συνήθως είναι πολύ κοντά χτισμένα το ένα στο άλλο. Και, φυσικά, ήταν πέτρινα. Σε πολλά χωριά, τα σπίτια σχηματίζουν κυψέλη όπως είναι τοποθετημένα το ένα ακριβώς δίπλα στο άλλο. Στην Αρκαδία ο πιο παλιός τύπος σπιτιού ήταν το «μακρυνάρι», με ρίζες στην αρχαιότητα και με συνέχεια στη βυζαντινή περίοδο, στην τουρκοκρατία αλλά και στα νεότερα χρόνια. Τον 18ο αιώνα τα μακρυνάρια ήταν ισόγεια, μονόχωρα, και φιλοξενούσαν τους ανθρώπους και τα ζώα τους. Ήταν σπίτια μικρών διαστάσεων, πέτρινα ή χτισμένα με ξερολιθιά, με χωμάτινο δάπεδο και δίρριχτη στέγη, που σκεπαζόταν με κεραμίδια ή πετρόπλακες. Δεν είχαν ταβάνι, δεν είχαν παράθυρο. Σιγά-σιγά, εμφανίστηκαν τα πρώτα τοξωτά παράθυρα, ενώ το «μακρυνάρι» ψήλωνε, απέκτησε ανώγι και κατώγι, όπου έβαζαν τα ζώα και αποθήκευαν τα τρόφιμα. Μετά τον 18ο αιώνα, τα παράθυρα μεγάλωσαν και απέκτησαν ανακουφιστικό τόξο, δείγμα του ότι μάστορες πια αναλάμβαναν το χτίσιμο των σπιτιών και όχι οι ίδιοι οι κάτοικοι.

Τα μπαλκόνια δεν ήταν απαραίτητα -εξάλλου δεν υπήρχε ανάγκη για μπαλκόνι, καθώς τα περισσότερα σπίτια είχαν εσωτερική ή εξωτερική αυλή, στολισμένη με μια δροσερή κληματαριά. Έτσι, όπως θα παρατηρήσετε, τα παραδοσιακά αγροτικά σπίτια δεν έχουν μπαλκόνι, ή έχουν μικρά μπαλκόνια, χωρίς χρηστικό χαρακτήρα, μάλλον διακοσμητικά.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξής λεπτομέρεια: κατά τον 19ο αιώνα, η επίδραση του νεοκλασικισμού δεν άφησε την επαρχία ανέγγιχτη/ Έτσι, στα σπίτια εκείνης της περιόδου, συναντάμε μεγαλύτερα και περισσότερα παράθυρα, όπου τονίζεται η ανακουφιστική διάταξη του υπερθύρου τους ως τρίγωνο με τη μορφή αετώματος.

Πολλά παλιά σπίτια, σώζουν ακόμα την ξύλινη πόρτα τους. Στο παλαιό μονόχωρο σπίτι, η πόρτα ήταν πλατιά, ώστε να χωρούν να περάσουν και τα οικόσιτα ζώα. Σκεπαζόταν με τόξο και είχε ξύλινο φύλλο. Το ασφάλιζαν με μια συρτή ξύλινη αμπάρα, χωνευτή στον τοίχο, ενώ πρόχειρα το έκλειναν με το λεγόμενο «κοράκι», ένα ξύλο που στερεωνόταν στην κάσσα της πόρτας. Κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, η πόρτα έγινε δίφυλλη, με ξύλινα, καρφωτά φύλλα. Το σταθερό της φύλλο στερεωνόταν με το «κολντεμίρι» και με σύρτες, και το ανοιχτό με κλειδαριά, αλλά και πρόχειρα με το «ζελμπερέκι», έναν μικρό μοχλό. Συνήθως πάνω από την πόρτα χάραζαν έναν σταυρό, ή και το «ΙΣ ΧΣ ΝΙΚΑ» (Ιησούς Χριστός Νικά), προκειμένου να αποτρέπεται το κακό από το να μπει στο σπίτι.

Παρουσιάσαμε λίγα στοιχεία της αρχιτεκτονικής των σπιτιών στα ορεινά χωριά της Αρκαδίας. Ο προσεκτικός παρατηρητής θα μπορέσει να ανακαλύψει κατά την περιήγησή του τέτοια μικρά καλά φυλαγμένα και σωσμένα από τον χρόνο χαρακτηριστικά άλλων εποχών στο οικιστικό τοπίο που κουβαλούν τις δικές τους παραδόσεις.

(Οι πληροφορίες από το βιβλίο του Γ. Δεπόλλα, «Επιστροφή στην Αρκαδία», σε κείμενα του Α. Π. Πετρόπουλου, εκδόσεις Fotorama, Αθήνα, 2000. Η φωτογραφία, από την ιστοσελίδα servouvillage. blogspot.com, όπου φαίνεται η προχειρότητα με την οποία είναι κατασκευασμένο ένα μπαλκόνι, καθώς αυτό το χαρακτηριστικό δεν αποτελούσε απαραίτητο στοιχείο της αρχιτεκτονικής των σπιτιών)

Γαλανιάδη Εύα


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.