Ένας γέρος Τυριώτης θυμάται για τον πόλεμο του '40

Ένας γέρος Τυριώτης θυμάται για τον πόλεμο του '40

Οκτώβριος 28, 2018 - 10:01
0 σχόλια

Του δασκάλου Γιάννη Θ. Κορολόγου.

"Με τη λόγχη χαράξαμε αδρό στα βουνά
τ' όνομά μας -γαλάζιο τραγούδι-
να το πάρει ως τα πέρατα
ο θρύλος ξανά
στους λαούς να το κάνει
τραγούδι".

Κάθε χρόνο η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου 1940, με το ιστορικό ΟΧΙ, θα συγκλονίζει με το βαθύ και πελώριο μήνυμά της, με την εκθαμβωτική λάμψη του ηθικού της μεγαλείου, τη μνήμη και την καρδιά των Ελλήνων. Καθιέρωσε θριαμβευτικά στο σύγχρονο κόσμο την ακαταμάχητη πίστη και αφοσίωση της Ελληνικής ψυχής στο ιερό και υπέρτατο αγαθό της ελευθερίας.

Ιδιαίτερα εκείνοι που είχαν το εξαιρετικό προνόμιο, τη χαρισματική εύνοια της μοίρας να ζήσουν οι ίδιοι, προσωπικά και άμεσα, τόσο την ατμόσφαιρα της αυθόρμητης κι εκρηκτικής πατριωτικής έξαρσης, όσο και τη μαχητικότητα των Ελλήνων συμπολεμιστών τους στα μέτωπα του πολέμου, έχουν το ιδιαίτερο χάρισμα να ξαναζούν εντατικότερα και αμεσότερα, κάθε χρόνο, κάθε φορά, τη θαυμάσια ημέρα που η αυγή της ιστορικής επετείου την ξαναφέρνει το ίδιο λαμπρή, το ίδιο φωτοβόλα στους ορίζοντες της ιστορικής μνήμης.

Γιατί, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί, έγραψαν τη δική τους ιστορία, αψηφώντας την αριθμητική και υλική υπεροχή του εχθρού. Με το μεγαλειώδες πατριωτικό φρόνημα και το εκθαμβωτικό αγωνιστικό πνεύμα, έδωσαν το μήνυμα στην ανθρωπότητα ότι «οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».

Ο Τυριώτης μπάρμπα Μιχάλης Λαλουδάκης (Σαρκίβορας), είναι ένας από τους πολεμιστές του '40. Διαθέτει αξιοθαύμαστη μνήμη, παρά τα 90 χρόνια της ζωής που τον βαραίνουν. Χωρίς να την κουράσει καθόλου, πριν μιλήσει για τη δική του ιστορία στο Αλβανικό μέτωπο, θα «ξεφυλλίσει», με πολύ άνεση, τον ονομαστικό κατάλογο των συμπατριωτών μας που πήραν μέρος σ' αυτόν τον ιερό αγώνα για την τιμή και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας.

Από τον Τυρό ήταν: 
Γεώργ. Μανούσος (Φάβας), Παναγ. Κόσυβας (Ποτηράνης), Νικ. Χρ. Τριανταφύλλου (Ροσκοσόν), Ευστάθιος Μιχ. Ζαρόκωστας, Παναγ. Ν. Μανούσος (Ράτσας), τα αδέλφια Κων. και Γιάννης Ν. Ντουζένης (Λαρίου), τα αδέλφια Γιώργος (Βρακάς) και Γιάννης (Καρπούτσος), Δημ. Μανούσος, Δημοσθένης Μιχ. Πολίτης (Μάτθης), Κων. Στ. Σουλιώτης, Γιάννης Σταμ. Αλευράς και ο αδελφός του Δήμος Στ. Αλευράς, αξιωματικός του στρατού που σκοτώθηκε με το βαθμό του ταγματάρχη στον εμφύλιο στα Άγραφα το 1947, Χρήστος Κορολόγος (Μίγκας), Ευστράτιος Μαρνέρης, τα αδέλφια Ιωάννης, Δημήτριος και Γεώργιος Μιχ. Τσουκάτος (Καντάρης), Νικόλαος Λαλουδάκης (Κόλιας), Σπύρος Κ. Κυριάκου, Λεωνίδας Ι. Καρδαράς, Παναγιώτης Ι. Λουκάς, Κων. Ηλ. Λυρής (Τσιρίμπαση), Νικ. Γκουβούσης (Δέπης), Ηλίας Σαπουνάκης (Γούλος), Αθανάσιος Τρικούπης, Κων. Μιλτ. Πέτρου, Γεώργιος Κ. Παπαδιάς, Γεώργιος Δ. Τσουκάτος και ο αδελφός του Μιχάλης που σκοτώθηκε στην αντίσταση το 1944, Σαράντος Δ. Παπαδιάς και ο αδελφός του Παναγιώτης, Δημ. Κουρμπέλης (Ήρωας), Παναγ, Κ. Αλευράς (Παντελεήμονας), Γεώργιος Ι. Ψαρράς, Μιχαήλ Ηλ. Αλευράς, Γεώργιος Ι. Πολίτης (Σπόρδης).

Από τα Σαπουνακέικα ήταν: 
Ευάγγελος Π. Φιλιππακόπουλος, ανάπηρος και στα δύο πόδια από κρυοπαγήματα, κυκλοφορεί σήμερα πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι, υπερήφανος που έδωσε τη σωματική του ακεραιότητα για την τιμή της πατρίδας, τα αδέλφια Νικόλαος και Γεώργιος Ι. Αλευράς (Λαχανιά), Μιχ. Ευαγ. Μένης, τα αδέλφια Νικόλαος και Ηλίας Γ. Τουρλεντός (Μαστρονικολή), Ιωάννης Ηλ. Ψαρολόγος, Ευστάθιος Θ. Παρασκευάς (Θοδωρούκας), Ιωάννης Ν. Κόκκινος (Τώρας), Γεώργιος Χρ. Ψαρολόγος (Φούντης), Ηλίας Αν. Ψαρολόγος (Μαστρολίας), Παναγ, Τρ. Ψαρολόγος, Θεόδ. Αθ. Ανεζύρης (Καλιβάδης), Ιωάννης Εγγλέζος (Γριάς), Δημ. Κ. Ντουζένης, Μιχ. Δ. Ψαρολόγος (Βέλας), Δημ. Ζαρόκωστας (Πικές), Δημήτ. Αλευράς (Μιτριζόνας) και Γεώργιος Ρεντούλης, ο οποίος μάλιστα έφερε κι ένα ψαρή μουλάρι από το Αλβανικό μέτωπο, μετά τη συνθηκολόγηση. 

"Εμπρός της Ελλάδος παιδιά,
 που σκληρά πολεμάτε ... "

Και πολέμησαν οι συμπατριώτες μας με την Τσακώνικη παλικαριά που τους χαρακτηρίζει, αψηφώντας τον κίνδυνο, τις δυσκολίες, το κρύο, την πείνα και με την αστραπή της ψυχής τους φώτισαν το σκοτάδι που απλωνόταν πέρα εκεί στο βουνό και στους κάμπους της Βόρειας Ηπείρου. 
Όμως: 

"Μέσα σε βόλια κι οβίδων κρότους
έπεσαν νιάτα μέσ' τον ανθό τους.
Πάνε λεβέντηδες, πάνε κορμιά 
κι άγνωστα τα 'θαψαν στην ερημιά". 

Εκεί στα κακοτράχαλα βουνά της Πίνδου, μέσα στη φριχτή αντάρα του πολέμου, σαν άλλοι Μαραθωνομάχοι, έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι οι συμπατριώτες μας: Παναγ. Δ. Παπαδιάς, τα αδέλφια Κων. και Νικ. Σπ. Τουρλεντός (Βούτα), Ιωάννης Η. Κόκκινος και αγνοούμενος θεωρείται ο Μιχαήλ Ευαγ. Μένης.

Με δακρυσμένα τα μάτια, με φωνή πνιγμένη από συγκίνηση, αλλά με μια λάμψη στο πρόσωπό του, άρχισε τώρα ο μπάρμπα Μιχάλης Λαλουδάκης να εξιστορεί το δικό του οδοιπορικό στο Αλβανικό μέτωπο, χωρίς καμία δυσκολία στη μνήμη, λες και είναι χαραγμένα όλα με ανεξίτηλα γράμματα στα κατάβαθα της καρδιάς του:

"Γεννήθηκα το 1911. Το 1932 υπηρέτησα ως κληρωτός επί 14 μήνες. 
Το 1935 έγινε η επανάσταση του Βενιζέλου κατά του Τσαλδάρη και βρέθηκα επί ένα μήνα πάλι στο στρατό. 
Το 1940, στις 12 Ιουλίου, με πρόσκληση, με πήραν ξανά στο στρατό. 
Υπηρέτησα 3 ½  μήνες, στην αρχή στην Αθήνα, μετά στην Καβάλα και τελευταία στα βουλγαρικά σύνορα. Απολύθηκα στις 20 Οκτωβρίου και στις 28 που κηρύχτηκε ο πόλεμος, με τη γενική επιστράτευση, βρέθηκα πάλι στο στρατό. 
Όλοι οι επιστρατευμένοι της περιοχής, από το Λενίδι βγήκαμε στο Ναύπλιο με καράβι και με το τρένο πήγαμε στην Αθήνα. Δεν μας είχε κυριέψει κανένας φόβος. Ο ενθουσιασμός και η πεποίθηση για τη νίκη μας έκαναν να γελάμε και να τραγουδάμε, λες και πηγαίναμε σε πανηγύρι. Ξέραμε ότι έπρεπε να κάνουμε το χρέος μας για την πατρίδα και την οικογένειά μας. Σε κάθε σταθμό μπαίνανε κι άλλοι και το τρένο γέμιζε όσο προχωρούσαμε για την Αθήνα. Κι όλοι γελαστοί κι αποφασισμένοι για τη νίκη. 
Από την Αθήνα, με καράβι, πήγαμε στη Θεσσαλονίκη κι από κει με τρένο στο Αμύνταιο, μετά στην Κοζάνη, στην Καστοριά, στο Άργος Ορεστικό και κατασκηνώσαμε στην Ιεροπηγή. Με είχαν κατατάξει στο Σώμα του Μηχανικού. Ο λοχαγός μου λεγόταν Ντινόπουλος και διμοιρίτης ήταν ο ανθυπολοχαγός Νίκος Δελαπόρτας. Φύγαμε από την Ιεροπηγή και περπατώντας επί ένα μήνα μπήκαμε στην Αλβανία. Η αποστολή μας ήταν ν' ανατινάζουμε γέφυρες για να μην περάσει ο εχθρός, να κατασκευάζουμε πρόχειρες ξύλινες γέφυρες για να περάσει ο στρατός μας, ν' ανοίγουμε χαντάκια και να βοηθάμε με κάθε τρόπο την προέλαση του στρατού μας. 
Οι δυσκολίες ήταν μεγάλες. Φτωχά τα μέσα που διαθέταμε. Το χιόνι, το κρύο, οι βροχές, η πείνα, οι ψείρες ήταν χειρότερο από τον πραγματικό εχθρό. Τα μέρη ήταν ανώμαλα και δύσβατα και ο ανεφοδιασμός με τρόφιμα ήταν δύσκολος. Νηστικοί και βρεγμένοι ως το κόκαλο, πέφταμε να κοιμηθούμε στο αντίσκηνο που έσταζε νερό από χίλιες μεριές. 
Αφού ήρθαμε για λίγο στην Κακαβιά, στα ελληνοαλβανικά σύνορα, πήραμε εντολή να προχωρήσουμε, πάντα ποδαρόδρομο, προς την Πρεμετή και μετά στην Κλεισούρα κι από κει στη Μεντικουράνη, ως το ύψωμα Σεντέλι. Τη νύχτα μέναμε στο ύψωμα και την ημέρα ανοίγαμε στον αμαξωτό δρόμο προς την Κλεισούρα αντιαρματικό χαντάκι, δηλαδή μια γράνα, μήκους 7 μ., πλάτους 5 μ. και βάθους 3 μ. Το πεζικό μας που ήταν λίγο μπροστά, μας προστάτευε από τους Ιταλούς που ήσαν σε μικρή απόσταση. 

Τη νύχτα, περνώντας οι Ιταλοί με τα τανκς πέσανε στη γράνα και το πεζικό τους, κάπου 1500 άντρες, που ακολουθούσε πιο πίσω, παραδόθηκε. Κάποια μέρα, μια διμοιρία του Μηχανικού μας πήρε εντολή να πάει να ανατινάξει τη γέφυρα του Μεντικουράνη. Οι Ιταλοί τους βάλανε με τα πολυβόλα και οι δικοί μας οπισθοχώρησαν, χωρίς ν' ανατινάξουν τη γέφυρα. Εκεί σκοτώθηκε ο Στέλιος Αθανασούλιας από το Καστρί, με τον οποίο μάλιστα κοιμόμαστε στο ίδιο αντίσκηνο. 

Την άλλη μέρα το πρωί, πήρε εντολή να πάει η διμοιρία η δική μου, να ανατινάξει τη γέφυρα. Στην ίδια διμοιρία ήταν ο Φίλιππος Τσολομύτης από τον Κοσμά και ο Γεώργιος Κ. Βάσος από τον Πραστό. 'Όμως, ένας ταγματάρχης του Μηχανικού μας γύρισε πίσω, επειδή υπήρχε κίνδυνος να μας βάλουν πάλι οι Ιταλοί. Ο ταγματάρχης μάλιστα έκανε αυστηρή παρατήρηση στον ανθυπολοχαγό διμοιρίτη, γιατί έπρεπε να προηγηθεί πρώτα η εκκαθάριση της περιοχής από το πεζικό μας. Πράγματι έγινε πρώτα η εκκαθάριση και μετά ανατινάχτηκε η γέφυρα. 

'Όταν μας κήρυξε ο Γερμανός τον πόλεμο και τα Ελληνικά στρατεύματα άρχισαν να οπισθοχωρούν, το τάγμα το δικό μας ήρθε στο Καλπάκι και την άλλη μέρα, ανήμερα το Πάσχα, ήρθαμε στα Γιάννενα. Με την υπογραφή της συνθηκολόγησης ο καθένας μας πήρε το δρόμο της επιστροφής. 

 Έφυγα μαζί με άλλους από τα Γιάννενα το βράδυ και περπατώντας όλη τη νύχτα ξημερωθήκαμε στο Μέτσοβο. Από εδώ περάσαμε στην Κατάρα κι ύστερα στην Καλαμπάκα. Κοιμηθήκαμε στον κάμπο και το πρωί, όλο περπατώντας, φτάσαμε στα Τρίκαλα και μετά στην Καρδίτσα. Το βράδυ μείναμε στο σταθμό του τρένου και την άλλη μέρα, ποδαρόδρομο πάντα, αφού περάσαμε διάφορα μέρη, ήρθαμε στο Γοργοπόταμο. Περπατώντας, πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή, ήρθαμε στη γέφυρα της Παπαδιάς κι από κει στη Γραβιά. Μείναμε ένα βράδυ και την άλλη μέρα, περπατώντας, ήρθαμε στη Λειβαδιά. Διανυκτερεύσαμε εδώ και το πρωί φύγαμε για την Οινόη. Από εδώ μας πήρε το τρένο και μας έφερε στην Αθήνα". 

Μ' ένα δάκρυ στα μάτια κι ένα βαθύ αναστεναγμό, σφράγισε ο μπάρμπα-Μιχάλης την εξιστόρηση του οδοιπορικού του στο Αλβανικό Μέτωπο.

Κι εγώ, πλημμυρισμένος από συγκίνηση, δεν έχω παρά να αφιερώσω το λιτό και σύντομο κείμενό μου στους μαχητές του '40. Ας πάρει τη θέση ενός δάφνινου στεφανιού σ' αυτούς που άφησαν την τελευταία τους πνοή στο πεδίο της μάχης, κι ας θεωρηθεί σαν ένα ταπεινό, ευλαβικό μνημόσυνο σ' όλους τους συμπατριώτες που αναφέραμε, μια και οι περισσότεροι σήμερα δεν βρίσκονται στη ζωή.

Από το βιβλίο "Αναμνήσεις και Αναδρομές ενός Τσάκωνα"
Έκδοση: Αθήνα 2002

(ΠΗΓΗ: leonidion.gr)


Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.