Ο Κώστας Παπαθεοδώρου και η Αγία Φωτεινή

Ο Κώστας Παπαθεοδώρου και η Αγία Φωτεινή

Δεκέμβριος 22, 2009 - 08:09

Αν δεν έχουν γραφεί, και γραφεί, για την, εν Μαντινεία, Αγία Φωτεινή, ένα σωρό κείμενα..., άλλα υπέρ κι άλλα κατά..., δεκαετίες τρείς και τόσο... “Αριστούργημα” ο ένας, “έκτρωμα” ο άλλος, “θαύμα του αιώνα” ο Χαρίλαος..., “τι κιτς, θεέ μου” η Κλεονίκη..., “αρχαιοπρεπές” η μία Αρχαιολόγος..., “ένα ακαθόριστο σύμπλεγμα...” ο..., “το Βυζάντιο στο μεγαλείο του” ο έτερος Κριτικός...

Τι να πρωτακούσεις και ποιον να πρωτοπιστέψεις... Μήπως, όμως, δεν πρέπει ν' ακούσεις κανέναν και να μην πιστέψεις κανέναν παρά ν' αφήσεις, το νου και την ψυχή σου, να προσκολληθούν, ως ένα συμπαγές κεραμιδάκι, σ' αυτό το μεγαλείο, του λιλιπούτειου κάμπου της Αρχαίας Μαντινείας, που ακούει στο όνομα Αγία Φωτεινή Μαντινείας!

Όχι, μόνο, εγώ, αλλ' όλοι οι Τριπολιτσιώτες, καθώς και οι Μαντίνειοι “του βορρά”, ναι όλοι, ζήσαμε, κειδά στο '70 και στις αρχές του, να ορθώνεται, αργά μεν, σταθερά δε, τούτο “το κάτι άλλο” στην τέχνη της φαντασίας! Είτε καλοκαίρι ήταν, είτε χειμώνας, είτε πρωί, είτε 'λιόγερμα.., μέσα στ' απομεινάρια των μπαζών, των μπαζών από ξακρίδια μαρμάρων λατομείου και παλιών υλικών κατεδαφισμένων οικοδομών ή μέσα σε κομμάτια συμπαγών κεραμιδιών αλλά και πέτρινων αγκωναριών... ναι, και ποιος δεν έβλεπε, όταν περνούσε, με τα πόδια ή το ποδήλατο, ποιος δεν έβλεπε “το φάντασμα της Αρχ. Μαντινείας...”· έναν ανθρωπάκο να κινείται μέσα στα χίλια δυο φερτά υλικά, ως “χαμένος”...· να σηκώνει πέτρες, να μετράει, ν' ανασκαλεύει, πότε μόνος και πότε μ' ένα δυο “ανειδίκευτα”, περί την Αρχιτεκτονική, παιδαρέλια..., ο ίδιος, με το καλέμι, να χτυπάει και να δίνει μορφή και ψυχή στ' άψυχα κομμάτια – τα κομμάτια για πέταμα– του μάρμαρου ή της μαντινειακής πέτρας... Επρόκειτο, για έναν “παράξενο” άνθρωπο, που βολόδερνε, πότε μέσα στα γήινα φερτά μπάζα, και πότε μονήρης στους δρόμους της Τριπολιτσάς... Τον έβλεπες, κι έλεγες “τι θέλει αυτός, εδώ, και τι κάνει ανάμεσα στα μπάζα...”. Κι όμως, το “ακαταλαβίστικο”, για πολλούς, σιγά σιγά έπαιρνε όγκο και σχήμα... οπότε, και οι πολύ δύσκολοι, αναρωτιούνταν “ρε μπας και δεν είναι έτσι τα πράγματα... και πως κάτι το μεγαλειώδες, εδώ ανεγείρεται...”. Μέχρι, που το όλο δημιούργημα τελείωσε, επιτέλους, οπότε, “χαράς ευαγγέλια” στον Αρχιτέκτονα-Ζωγράφο-Αγιογράφο... άνθρωπο της κουλτούρας και φιλοσοφημένο, Κώστα Παπαθεοδώρου, “χαράς ευαγγέλια” σε όλους εμάς, “χαράς ευαγγέλια” δε όλους τους φιλότεχνους Έλληνες, που, απ' όλα τα σημεία της Ελλάδας έρχονταν κι έρχονται προς επίσκεψη και θαυμασμό αν και ακόμα, αυτό το έργο, δεν έχει προβληθεί ή, αυτό το λίγο που έχει, μάλλον από σύμπτωση...

Η απορία, όμως, και το άξιο λόγου, σίγουρα είναι ο Παπαθεοδώρου· όμως, δε θα ήταν ο Παπαθεοδώρου, δεν θα ήταν η Αγία Φωτεινή..., εάν δεν υπήρχε ο Μαντινειακός Σύνδεσμος των, εν Τριπόλει... Κι έρχεσαι, να πεις, πώς, αυτά τα Μέλη ενός συντηρητικού Διοικητικού Συμβουλίου, πήραν μια τέτοια επαναστατική απόφαση –γιατί περί επανάστασης πρόκειται-, να φτιάξουν ένα “μη συνηθισμένο” έργο στον αφαλό του Μοριά, στην Αρχαία Μαντινεία. Το “μεγάλο μπράβο”, λοιπόν, ανήκει και σ' αυτούς, τους Αείμνηστους, που είπαν το ναι, σ' ένα μνημείο, που, μπορούσε και να τους “εξέθεται”!

Προσωπικά, πάντα τον ήξερα, τον Κ. Παπαθεοδώρου, από εκείνα τα χρόνια, και πάντα τον θαύμαζα για το μεγαλείο του... ενώ, διακριτικά, τον παρακολουθούσα... παρακολουθούσα τις δουλειές του... Πολλές φορές είχα αναφερθεί, από την Ο.Α, στην Αγία Φωτεινή και το Μαντινειακό Σύνδεσμο, όμως, όχι, για τον Κ. Παπαθεοδώρου, ο οποίος, είναι παραλήπτης της Εφημερίδας από το πρώτο φύλλο και τον ευχαριστώ αφού, τέτοιοι παραλήπτες, σου δίνουν δύναμη να συνεχίσεις... Η τηλεφωνική επικοινωνία μας, ιδού, τι απέφερε από τη συζήτησή μας στο γραφείο της Εφημερίδας:

ΕΡ.: Ποιός είναι ο Κ. Παπαθεοδώρου;

ΑΠ.: Η καταγωγή των γονιών μου είναι από τον Αρκαδικό Ατσίχωλο. Εγώ, γεννήθηκα το 1937 κι έζησα τα παιδικά χρόνια μου, στη Χαλκίδα, όπου, εκεί ήρθαν οι γονείς μου, με τον πατέρα μου ν' ασχολείται με το εμπόριο ενώ η μάνα μου, ήταν μυλωνού στον Ατσίχωλο. Στη Χαλκίδα τελείωσα το Γυμνάσιο. Ήμασταν οκτώ αδέλφια· τα πέντε εν ζωή, σήμερα. Μεταξύ αυτών κι η αδελφή μου η οποία είναι ποιήτρια, γλύπτρια, ζωγράφος και φιλόσοφος. Αποφοίτησα, από το Γυμνάσιο, πήγα στη Βιέννη, μετά στο Βερολίνο για να σπουδάσω Αρχιτεκτονική. Στρατεύθηκα στην Ελλάδα. Γύρισα στο Άαχεν, και συνέχισα τις σπουδές μου με φιλέλληνες Καθηγητές αλλά και εξαίρετους Αρχιτέκτονες που ήθελαν την Αρχιτεκτονική ν' ανεβαίνει, προς τα επάνω, προς τα θεία και ανώτερα πράγματα. Αυτό μ' επηρέασε πολύ όπως και ο Γερμανικός πολιτισμός ο οποίος κατάγεται από τον Ελληνικό. Γι' αυτό πέτυχε ο η Γερμανία διότι πήρε ό,τι καλύτερο από την Ελλάδα. Αυτός είναι και ο Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός δηλ. το χριστιανικό πνεύμα είναι συνέχεια του αρχαίου ελληνικού. Εγώ, σ' αυτά βασίστηκα δηλ. στο σεβασμό της αρχαιότητας και συνέχισα να σέβομαι και τη συνέχεια των αρχαίων που είναι ο χριστιανικός πολιτισμός. Τα ένωσα αυτά τα δυο και εκεί, μερικοί με παρεξήγησαν, ως ειδωλολάτρη· αυτό είναι λάθος. Υπάρχει συγγένεια χριστιανισμού και αρχαιότητας. Είναι μια προσπάθεια, να βρω το θεό, που δε φαινότανε, αλλά τον βλέπαμε μέσα από τα έργα του που ήταν φιλόθεα. Αυτό τον φιλοθεϊσμό τον συνέχισαν οι Έλληνες των χριστιανικών εποχών... Επιστρέφω, το 1967, στην Ελλάδα κι εργάζομαι στο Υπ. Πολιτισμού, για τρία χρόνια, με τον τότε μεγάλο, Σπ. Μαρινάτο. Στο Υπ. Πολιτισμού βρίσκω το έδαφός μου· μου άρεσε πολύ το, εκεί κλίμα, κι αυτό που έκανα, διότι το Υπ. Πολιτισμού ήταν κι είναι το καλύτερο Υπουργείο στην Ελλάδα· το πιο ενδιαφέρον.

ΕΡ.: Πώς έρχεσαι σ' επαφή με το Μαντινειακό Σύνδεσμο;

ΑΠ.: Κάποια στιγμή, ήρθε στο Υπ. Πολιτισμού, ο Κ. Καλτεζιώτης, ο πατέρας του βουλευτή, Νίκου, -αλλά και ο ίδιος ο βουλευτής, ήρθε-, ως πρόεδρος του Μαντινειακού, με την πρόθεση, του Συνδέσμου, να φτιάξει μια εκκλησία στην Αρχαία Μαντινεία. Ήρθε στον κατάλληλο άνθρωπο. Του είπα, λοιπόν, ότι δεν πρέπει, στο μέρος αυτό, να γίνει μια συνηθισμένη εκκλησία αλλά ένα έργο που ν' ανταποκρίνεται στο χώρο και την ιστορικότητά του. Γνώριζα τη Διοτίμα, το Συμπόσιο του Πλάτωνα, τον Αντίνοο που, μαζί με τον αυτοκράτορα Ανδριανό, είχαν έρθει στη Μαντίνεια, στο Μουσείο...· όμως, εγώ, δεν ήξερα τον τόπο... Όταν είδα τον τόπο, είπα μέσα μου, εδώ είναι η Ελλάδα. Τα είχε όλα τα πλεονεκτήματα· το περιβάλλον καταπράσινο κι οι άνθρωποι ήταν υπέροχοι με μια αρχαΐζουσα συμπεριφορά και προφορά. Αυτό, λοιπόν, θέλησα να αξιοποιήσω δηλ. να μεταφράσω και να συνδέσω την ανθρώπινη ποιότητα σε κτίσμα· και θέλησα, αυτό το κτίσμα, να μιλάει, με τη θεολογία στην ψυχή του ανθρώπου και, μέσα εκεί, να υπάρχει όλη η αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Δώσαμε τα χέρια, λοιπόν, με τον Κ. Καλτεζιώτη, αφού παρουσίασα τα σχέδιά μου στο Σύνδεσμο· κι ενώ, θα μπορούσα να παραμείνω στο Υπ. Πολιτισμού και, εκ παραλλήλου, να προχωρώ και την εκκλησία, εγώ, δε θέλησα αλλά παραιτήθηκα από το Υπουργείο κάτι που ξένισε, το Μαρινάτο, ο οποίος με ήθελε πολύ!

ΕΡ.: Πώς, ο συντηρητικός Μαντινειακός Σύνδεσμος, ενέκρινε τα “τολμηρά” σχέδιά σου;

ΑΠ.: Ήταν άνθρωποι, ναι μεν συντηρητικοί, όμως, είχαν πάρα πολύ σωστή παιδεία· παιδεία της κλασσικής Ελλάδας. Αυτό το είχαν μέσα τους. Ήταν, τότε, ο Κ. Καλτεζιώτης, ο Ν. Καλτεζιώτης ο, εν αποστρατεία, ανάπηρος, ο Θανάσης Κοτσιάνης ο Γυμναστής, ο δικηγόρος Σταθόπουλος με ωραίες σκέψεις... Όλοι τους είχαν μια σύμπνοια στον πνευματική χώρο κι είχαν γνώσεις της αρχαίας Ελλάδας αλλά ήταν κι απλοί, αφανάτιστοι χριστιανοί. Ήταν Αρκάδες. Τα σχέδιά μου τα δέχθηκαν, αμέσως. Δε μιλήσαμε για τα οικονομικά κι ούτε έδωσα, εγώ, σημασία. Όλα έγιναν και γίνονται εκ Θεού. Οι περαστικοί και ο πέριξ κόσμος βλέπανε να προχωρεί το έργο, το αγάπησαν, και βοήθησαν, οικονομικώς, το Σύνδεσμο, ώστε να συγκεντρώσει τα διάφορα υλικά που προέρχονταν από λατομεία, κατεδαφίσεις οικημάτων... Αυτά τα υλικά, δεν τα χρησιμοποιούσα απευθείας αλλά τα μετέτρεπα, ανάλογα... Εργαζόμουνα από τα χαράματα μέχρι τη δύση του ήλιου και ήμουνα, ο ίδιος, επάνω κατ' επάνω, μ' ένα δυο εργάτες από τα γύρω χωριά που, πολλές φορές, ήταν και όχι τόσο ειδικοί. Σ' αυτούς προσπαθούσα να εμφυσήσω την όρεξη, και με το να είμαι εκεί, αλλά και με το να τους λέω κάποια πράγματα γύρω από την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό της, που, ενώ προχωρούσε το έργο, έπαιρνε μια μοντέρνα εικόνα και που, όμως, εγώ κρατούσα προς τα πίσω χωρίς να γίνομαι συντηρητικός. Ήταν μια λεπτή και δύσκολη ισορροπία. Να κρατηθεί το αρχαίο ενώ, ταυτόχρονα, να υπάρχει και το καινούργιο.

Ερ.: Χρονικά;

ΑΠ.: Θεμελιώθηκε το 1970 με το δεσπότη, Θεόκλητο, άνθρωπο μορφωμένο, απλό, με συμπεριφορά ανθρώπινη. Ενθουσιάστηκε, με το έργο, και πολλά απογεύματα ερχόταν και παρατηρούσε... Εγώ, όταν δούλευα, δεν ήμουνα δούλος και σκλάβος των σχεδίων μου αλλά τα προχωρούσα τα σχέδια όπως κάνει ο σκηνοθέτης σε μια θεατρική παράσταση δηλ. βελτίωνα τα σχέδιά μου ώστε να πάρει μια ελευθερία το κτίριο. Εννοείται πως, δεν ξεπερνούσα τα όρια. Τελείωσε το 1973 (φθινόπωρο) και το 1974 συνεχίσαμε το εσωτερικό, τέμπλο... Το 1975 προχωρήσαμε τα ψηφιδωτά δάπεδα... Περάσαμε στη θεμελίωση του Ηρώου το 1976 απέναντι από το Ναό και το 1980, θεμελιώσαμε το Φρέαρ του Ιακώβ. Ακόμη, δεν έχουν παραδοθεί, ούτε το Φρέαρ, ούτε το Ηρώο αλλά ούτε και ο αύλειος χώρος, φωτισμός, κάδοι, ονόματα Προέδρων χρονολογικά...

ΕΡ.: Οικονομικά;

ΑΠ.: Αυτό δεν το γνωρίζω διότι δεν έδωσα σημασία στα χρήματα... Εργαζόμουνα ως ένας μεροκαματιάρης. Βλέπεις, η Αγία Φωτεινή, για μένα, είναι έργο ζωής. Το καμαρώνω, αυτό το έργο, τόσο πολ, σαν ένα δικό μου παιδί –έχω δυο παιδιά.

ΕΡ.: Στην αρχή αγιογράφησες, το Ναό, κατ' “επαναστατικό” τρόπο· όμως, προ 15ετίας επενέβεις και χάλασες αυτές τις εικόνες για να τις μετατρέψεις σε λίγο βυζαντινές...

ΑΠ.: Η μετατροπή είναι μια άλλη ζωγραφική προσπάθεια στο ν' αποδώσω όλα αυτά που θέλω, να 'πω, με περισσότερη θεολογική σκέψη και λιγότερη ζωγραφική, που, όμως, και μέσα σ' αυτή τη ζωγραφική, προσπάθησα να εισαγάγω και το ζωγραφικό τρόπο· όμως, να μιλάει θεολογικά και λιγότερο περιγραφικά. Μ' ενδιέφερε περισσότερο να παραστήσω το θρόνο του Θεού δίπλα στον Παντοκράτορα· ένα θρόνο κενό... κάτι σαν το “ Κύριος ητοίμασεν τον ουρανόν τον θρόνον αυτού”... Αυτό το θρόνο ετοίμασα. Δίπλα έβαλα τους τέσσερις Ευαγγελιστές με τους Αγγέλους να κρατούν τα εξαπτέρυγα αλλά και τα σύμβολα, όπως το λέοντα... ώστε να θυμίζουν λίγο την Αρχαιότητα αφού, οι Ευαγγελιστές, ήταν στην αρχαιότητα...

ΕΡ.: Πότε ευελπιστείς να τελειώσει όλο αυτό το αριστουργηματικό συγκρότημα;

ΑΠ.: Θα εξαρτηθεί από τα οικονομικά του Συνδέσμου...

ΕΡ.: Μετέπειτα, δέχθηκες, και καλές κριτικές, και άσχημες... Άλλοι μιλούσαν γι' αριστούργημα κι άλλοι για έκτρωμα...

ΑΠ.: Ναι, ευνοϊκά εκφράσθηκαν, ο Ν. Μουτσόπουλος ο Αρχιτέκτονας στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης, ο αρχαιολόγος Θεόδ. Σπυρόπουλος αλλά και ο Σταν Χάουρ που ήταν Έφορος στην Εφορία Αρχαιοτήτων της Σπάρτης, ο Γιάννης Τσαρούχης... Δυσμενώς, εκφράσθηκαν...· τέλος πάντων δε θέλω να πω... θεωρώ, από παρεξήγηση... Αρκεί, να πω, ότι, ενώ με είχαν κατηγορήσει, ως ειδωλολάτρη, στην ηγουμένη της Έλωνας, αυτή, τους έλεγε, ας είναι ό,τι να 'ναι, εγώ, αυτόν θέλω να μου φτιάξει...

ΕΡ.: Παράλληλα, είσαι και Zωγράφος κι Αγιογράφος. Είχες κάποια κληρονομικότητα;

ΑΠ. : Κληρονομικότητα πρέπει να είχα αφού κι η αδελφή μου... κάποιος θείος μου...

ΕΡ.: Ποιο το ενδιαφέρον των ειδικών για σένα;

ΑΠ.: Αυτό τον καιρό, στη Γαλλία και στη Γερμανία, ενδιαφέρονται να πάω να μιλήσω, καθώς και στην Ελβετία... Έρχονται κι επισκέπτονται το έργο διάφοροι τεχνοκριτικοί -Έλληνες και Ξένοι-, ιερείς από Ελβετία... Διότι, εγώ, εκεί θέλω να δώσω το μεγαλύτερο βάρος δηλ. στη χριστιανική ενότητα· το χριστιανικό πνεύμα είναι ευρύτερο. Είμαι άνθρωπος θρησκευόμενος κι όχι θρησκειακός· υπάρχει διαφορά θρησκευόμενου και θρησκευτικού από τον θρησκειακό. Δεν πρέπει να συμβαίνει ό,τι με Ολυμπιακό - Παναθηναϊκό. Πρέπει να μας ενδιαφέρει η εσωτερική βίωση του Χριστού κι όχι να μένουμε στις κινήσεις.

ΕΡ.: Ποια άλλα έργα έχεις κάνει που σ' αντιπροσωπεύουν;

ΑΠ.: Μέσα στην Τρίπολη, την οικία του Νούτσου που την πήρα γιαπί..., το προαύλιο του Νεομ. Δημητρίου...· θεωρώ, πως εξαιρετικά έργα μου είναι αυτά της Κυνουρίας· έχω κάνει και συγκροτήματα όμορφων οικοδομών, στα Λιλαίικα, ενός Γερμανού βιομηχάνου μ' οκτώ παιδιά... Πιο' κει άλλου Γερμανού μεταξύ Ξηροπήγαδου και Κυβερίου. Όλοι αυτοί είναι πιο Έλληνες από εμάς. Όλα αυτά είναι συνέχεια της Αγίας Φωτεινής· δεν είναι κτίσματα κατοικίες αλλά είναι κάτι το διαφορετικό, σα ναοί, που, όμως, κατοικούνται... Επίσης, στη Βυτίνα, ένα οίκημα το μετέρεψα, αρχιτεχτονικά και με το δικό μου τρόπο, σε ξενοδοχείο το “Μαίναλον” κι είναι αυτό του Μπακογιαννάκη· ακόμη μία κρήνη στα Πηγαδάκια, στα σύνορα με Λακωνία..., στου Σάγγα, επίσης... και κάποια, αδιάφορα για μένα, στην Αθήνα. Με είχαν καλέσει για ένα Ναό στην Επίδαυρο· επίσης στις Μυκήνες που, όμως, δεν μπόρεσαν να βρουν χρήματα...

ΕΡ.: Έχεις αγιογραφήσει άλλο Ναό;

ΑΠ.: Όχι· κι ούτε θα μ' ενδιέφερε...

ΕΡ.: Με τη ζωγραφική;

ΑΠ.: Έχω κάνει πολλή ζωγραφική· όμως, δεν είναι στα χέρια μου... Έχω κάνει έκθεση στην Αθήνα και λίγο στην Τρίπολη (πλ. Άρεως, υπαίθρια).

ΕΠ.: Ποια τα μελλοντικά σου σχέδια, εννοώ τ' Αρχιτεκτονικά...

ΑΠ.: Αυτό που θα ήθελα ήταν να παρουσιάσω όλα τα 'Εργα μου σ΄ ένα καινούργιο βιβλίο... γιατί έχω κάνει ένα βιβλίο για την Αγία Φωτεινή.

ΕΡ.: Επειδή η Αγία Φωτεινή είναι έργο ζωής, για σένα, έχεις το λόγο...

ΑΠ.: Ήθελα να περάσει, τόσο μέσα στην Αγία Φωτεινή όσο και στ' άλλα κτίσματα, πέριξ, να περάσει το να είναι πιο πολύ φιλανθρωπικό· δηλ. της αγάπης για τον άνθρωπο που σημαίνει ότι, για να αγαπήσουμε τον άνθρωπο, πρέπει ν' αγαπήσουμε πρώτα το Θεό· και για ν' αγαπήσουμε το Θεό πρέπει να γίνουμε πάρα πολύ μικροί και μέσα από αυτή τη σμίκρυνση να καταλάβουμε το μέγεθος του Θεού· και το μέγεθος, κυρίως του Υιού του ο οποίος ταυτίζεται με τον πατέρα· και κυρίως να ταυτισθεί με το Άγιο Πνεύμα το οποίο αυτό, ήθελα, πάντα να μας κρατάει ζωντανούς... Η Αρχιτεκτονική είναι, ουσιαστικά, θεολογία... που εξαρτάται από τις τεχνικές γνώσεις...

ΕΡ.: Ποιες οι δυσκολίες που συνάντησες κατά τη δημιουργία του Έργου σου;

ΑΠ.: Πλην των Γερμανών που με άφησαν ελεύθερο και δημιούργησα, όλοι οι άλλοι πάντα μου φέρονταν με καχυποψία, μη εκείνο, μη το άλλο...

ΕΠ.: Η ζωή σου είναι “κοσμοκαλογερίστικη”;

ΑΠ.: Κατά κάποιον τρόπο, ναι. Δεν ήμουν ποτέ υπέρ των διασκεδάσεων. Οι φίλοι μου ήταν πάντα που ταιριάζαμε. Έκανα παρέα, εδώ στην Τρίπολη, με το ζωγράφο, Αντώνη Γκλίνο, τον άλλο ζωγράφο Δημ. Κούρο, Θεόδ. Γιαννακόπουλο... Στην Αγία Φωτεινή πηγαινορχόμουνα με το λεωφορείο. Οι συνεργάτες μου, στην οικοδόμηση, ήταν απλοί εργάτες της οικοδομής· χρησιμοποιούσαμε χτένια, κόφτη..., χωρίς ρεύμα, με γεννήτρια... Ήταν ένα έργο με μεγάλες δυσκολίες που μας βοήθησε, ο Θεός, και προχώρησε.

ΕΡ.: Ο Μητρ. Αλέξανδρος πώς στέκεται εμπρός στο δημιούργημα της Αγίας Φωτεινής;

AΠ.: Ίσταται, θα έλεγα, ουδέτερος. Δεν μας ενοχλεί. Ίσως να μην είναι και τόσο ενθουσιασμένος διότι βλέπει τα πράγματα μέσα από το δόγμα το οποίο δόγμα, έχει το γράμμα του νόμου. Ο Υιός του Θεού, δεν ήρθε στον κόσμο για να μας δεσμεύσει αλλά για να μας δώσει μια ελευθερία εν Χριστώ. Ούτε ο Θεόκλητος ούτε ο Αλέξανδρος έχουν λειτουργήσει στην Αγία Φωτεινή. Έρχεται ο Θεόκλητος Αθανασόπουλος. Αυτό, βέβαια, είναι μια υποβάθμιση της θεολογικής αξίας της Αγίας Φωτεινής· δε συμφωνώ μ' αυτόν τον υποβιβασμό διότι, έτσι, υποβιβάζουμε ολόκληρο τον ελληνικό πολιτισμό. Οι εκκλησίες πρέπει να είναι έκθεση και του πολιτισμού μας.

Ερ.:Ο νυν Πρόεδρος;

ΑΠ.:Ο κ. Σωτ. Πετρόπουλος είναι θετικός, ενδιαφέρεται και είναι άξιος συνεχιστής των πρώτων που ξεκίνησαν το έργο...

ΕΡ.: Η ιδέα -να το πούμε στη λαϊκή έκφραση– πώς σου ήρθε να φτιάξεις της Αγία Φωτεινή;

ΑΠ.: Δεν ήταν απλά ιδέα· είναι έργο πόθου· πόθος για το Θεό. Από τα Γυμνασιακά και Φοιτητικά χρόνια μου, ονειρευόμουνα αυτό· δηλ. την αποτύπωση του Αγίου Πνεύματος σ' ένα κτίσμα, το οποίο, Αγιο Πνεύμα, να κινείται περί τον άξονά του, ο Θεός ο ίδιος να κινείται περί τον άξονά του· να εκφράζεται η κίνηση που εξέφραζε και ο Θαλής και ο Ηράκλειτος, που έλεγε “ο Θεός βρίσκεται στην κίνηση”. Η λέξη Θεός προέρχεται από τη λέξη που αναφέρει ο Πλάτων· το ρήμα θέω σημαίνει κινούμαι, τρέχω. Από το ρήμα θέω προέρχεται η λέξη θεός, λέει ο Πλάτων. Αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Η Αγία Φωτεινή είναι μία σύζευξη της Αρχαίας Ελλάδας με το Χριστιανικό Πνεύμα κι ενδυνάμωση του χριστιανικού πνεύματος από τ' αρχαία μας έργα και, αντιστρόφως, καταξίωση της Αρχαιότητας με τη βοήθεια του Χριστού.

ΕΡ.: Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε την Αγία Φωτεινή, ως κτίσμα, σε κάποιο εκκλησιαστικό ρυθμό;

ΑΠ.: Όχι· δεν ανήκει, πουθενά· π.χ. το άνω τελείωμα του ναού, δεν είναι αέτωμα, απολύτως, αλλά είναι κεκαμμένο όπως τα φτωχά καλυβάκια του κάμπου της Μαντινείας που είναι πλίθρινα. Αυτό το βούλιασμα μου άρεσε πάρα πολύ· συγχρόνως, κάμπτεται, ψηλά, ο ναός, από το βάρος των πολλών Αγίων... Ο ναός της Αγίας Φωτεινής δεν είναι μόνο για την περιοχή της Μαντινείας αλλά πάει και πιο κει, σε μεγαλύτερη έκταση οπότε γίνεται πράξη η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο.

ΕΡ.: Τι βάθος κατεβήκατε θεμελιώνοντας και τι βρήκατε;

ΑΠ.: Σίγουρα, κάπου δυο μέτρα και σ' ένα σημείο βρήκαμε ένα ολόγλυφο ανάγλυφο το οποίο είχε σειληνούς και το παραδώσαμε στην Αρχαιολογία· τότε ήταν ο Σταν Χάουρ. Ακόμη, ένα μικρό αρχιτεκτονικό... Για το Φρέαρ ενδιαφέρθηκε, να ξεκινήσει, ο συνταγματάρχης ε.α. Ν. Καλτεζιώτης. Αλλά και ο νυν Πρόεδρος, Σωτ. Πετρόπουλος, όπως προείπα, ενδιαφέρεται για τη συνέχεια πλην, όμως, είναι το οικονομικό στη μέση...

Πηγή:Οδός Αρκαδίας

Ειδήσεις: