Δηλητήριο στη Θεία Κοινωνία: Αγία Κυριακή Δημητσάνας, 1832

Δηλητήριο στη Θεία Κοινωνία: Αγία Κυριακή Δημητσάνας, 1832

Ιούλιος 15, 2015 - 18:14
2 σχόλια

Μια ιστορία αλληλοκατηγοριών μεταξύ ιερέων, κλοπής ιερών αντικειμένων και σύλησης ξεδιπλώνεται σε ένα σπάνιο έγγραφο του 1832. Πρόκειται για την εκκλησία της Αγίας Κυριακής Δημητσάνας, την οποία άγνωστοι διέρρηξαν στις 16 Μαρτίου του 1832, αφαιρώντας τιμαλφή και ιερά αντικείμενα. Το σπάνιο αυτό έγγραφο έχει δημοσιευθεί σε μορφή PDF στην ιστοσελίδα Arcadians.gr από τον κ. Νίκο Κουμπέτσο.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Το έγγραφο αποτελεί αναφορά των ενοριτών της Αγίας Κυριακής στη Δημητσάνα προς τον Εκκλησιαστικό Τοποτηρητή Δημητσάνας, και φέρει ημερομηνία 19 Αυγούστου 1832. Στην αναφορά αυτή ενενήντα ενορίτες εκδηλώνουν την πίστη στην αθωότητα του ιερέα τους και την άμεση ανάγκη επίλυσης της υπόθεσης που είχε συγκλονίσει τον τόπο τους.

Ο Οικονόμος Παπά Γεώργιος κατηγόρησε ως δράστη τον συλλείτουργό του Πρωτοπαπά Αθανάσιο, ο οποίος λειτουργούσε στην εκκλησία αυτή περίπου για 26 χρόνια, από το 1806.

Την υπόθεση ανέλαβε να επιλύσει η Γραμματεία (υπουργείο) επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως, διά του τοποτηρητή της εν χηρεία Μητροπόλεως Δημητσάνης, Αγίου Χαριουπόλεως Βησσαρίωνος και δι’ αυτού μέσω του Νομάρχη Αρκαδίας, συνιστώντας συμβιβασμό, προς αποφυγή σκανδαλισμού του ποιμνίου.

Εν τω μεταξύ, διενεργήθηκε πρόχειρη ανάκριση, κατά την οποία ο κατηγορούμενος παπα-Αθανάσιος δήλωσε ότι προτίθεται να πληρώσει την αξία των αντικειμένων που είχαν κλαπεί. Με γραπτή αναφορά του, όμως, δήλωσε στη συνέχεια ότι εξαναγκάστηκε με την απειλή των όπλων για να κάνει την παραπάνω δήλωση και ότι ήταν αθώος. Του δόθηκε η άδεια να λειτουργεί προσωρινά σε παρακείμενη μικρή εκκλησία μέχρι τελικής απόφασης.

Επειδή ο τοποτηρητής επίσκοπος ανέβαλε συνεχώς τη διενέργεια επίσημης ανάκρισης, ο παπα-Γεώργιος Οικονόμος κατηγόρησε και πάλι τον συλλειτουργό του, διαδίδοντας στις 6 Αυγούστου 1832 ότι προσπάθησε να τον δολοφονήσει, βάζοντας δηλητήριο στη θεία κοινωνία!

Μάλιστα, επικαλέστηκε μαρτυρίες μοναχών γυναικών, οι οποίες ισχυρίστηκαν ότι τον είδαν να κάνει εμετό, αντίδραση από την οποία διασώθηκε από τον θάνατο. Όπως βεβαίωσαν οι μοναχές, και οι ίδιες καλόγριες αναγκάστηκαν στον εμετό διότι και εκείνες είχαν μεταλάβει.

Προς τούτο, οι ενενήντα ενορίτες της Αγίας Κυριακής απευθύνουν την επιστολή υπέρ του αδίκως κατηγορουμένου ιερέα τους.

Ο τοποτηρητής Χαριουπόλεως Βησσαρίων αναβάλλοντας συνεχώς τη διεξαγωγή εκκλησιαστικού δικαστηρίου, απεβίωσε περί τις αρχές του Μαΐου 1833.

Επειδή ο κατήγορος Οικονόμος παπά Γεώργιος θα αναλάμβανε την επιτροπεία του θανόντος τοποτηρητή μέχρι τον διορισμό του νέου, ο κατηγορούμενος, αισθανόμενος τη χειροτέρευση των βασάνων του, απευθύνει δακρύβρεχτη αίτηση στις 12.5.1833, προς τη Γραμματεία των Εκκλησιαστικών, προς επίσπευση του αρμόδιου δικαστηρίου.

Τελικά ο Νομάρχης Αρκαδίας (Αντώνιος Ζωγράφος) μετά τη προτροπή της Γραμματείας επί των Εκκλησιαστικών (Σπυρίδων Τρικούπης) στις 15 Μαΐου 1833, προσκαλεί του δύο ιερείς στη Τρίπολη προς συμβιβασμό. Στην αναφορά του Νομάρχη προς τη Γραμματεία δηλώνεται ότι οι ιερείς παρουσιάστηκαν στις 27 Μαΐου 1833 και ότι μετά από πολλές παραινέσεις αλλά και απειλές, δέχθηκαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους ως εφημέριοι στον ίδιο ναό, όπως και παλαιότερα, μέχρις ότου η υπόθεση παραπεμφθεί εν καιρώ στο αρμόδιο Δικαστήριο.

ΠΩΣ ΑΠΟΤΥΠΩΝΕΤΑΙ ΣΤΟ ΕΓΓΡΑΦΟ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΑ

Το ενδιαφέρον στην ιστορία, από την άποψη της ιστορίας των γυναικών και της θέσης τους στην κοινωνία του 19ου αιώνα, όπως αποτυπώνεται στο παρακάτω απόσπασμα, είναι το εξής: Ο παπα-Γεώργιος Οικονόμος κατηγόρησε τον παπα-Αθανάσιο ότι δηλητηρίασε τη θεία κοινωνία, και ότι από αυτό το δηλητήριο κινδύνεψε να πεθάνει. Και επικαλείται τη μαρτυρία μοναχών γυναικών, οι οποίες μετέλαβαν επίσης, όπως είπαν. Όμως, στο έγγραφο τονίζεται ότι οι μαρτυρίες τους δεν είναι αξιόπιστες, επειδή απλούστατα, οι μάρτυρες είναι γυναίκες.

«Τι κι αν είναι μοναχές;», λένε οι συντάκτες της αναφοράς. Και επισημαίνουν: «Γνωρίζουμε από τους αρχαίους παρελθόντες αιώνες, ότι η Εκκλησία θεωρεί ανάρμοστο για την αξιοπρέπειά της τη γυναικεία διακονία και την εμπόδισε (...) Ποιοι είναι οι μάρτυρες; Γυναίκες. Μοναχές μεν, αλλά γυναίκες που υποτάσσονται στη φύση τους, όπως και στα φρονήματα των άλλων γυναικών. Είναι δίκαιο να λένε ότι επειδή μετάλαβαν έκαναν εμετό; ή είναι δίκαιο να παρευρίσκονται στο Ιερό Βήμα κατά τη μυσταγωγία και να διακονούν τους ιερείς, όταν η Εκκλησία εμποδίζει την προς τα θεία διακονία των γυναικών, ως πνεύματα κούφια και ασταθή;».

Αφενός οι συντάκτες του εγγράφου προσπαθούν να υποστηρίξουν την άποψή τους με το επιχείρημα ότι οι μοναχές δεν θα μπορούσαν να παρευρίσκονται στο Ιερό Βήμα διότι η Εκκλησία το απαγορεύει, αλλά, αφετέρου δίνουν μια εξαιρετική περιγραφή της θέσης της γυναίκας στην κοινωνία της Αρκαδίας του 19ου αιώνα. Οι μαρτυρίες των γυναικών δεν θεωρούντο αξιόπιστες -ούτε καν των μοναχών, όπως βλέπουμε και στο έγγραφο- διότι οι γυναίκες από τη φύση τους θεωρούντο πλάσματα λειψά, ανόητα ως επί το πλείστον, παρασυρόμενα από το συναίσθημα και επιρρεπή στο κακό, στη συκοφαντία και στο ψέμα. Στο κείμενο παρομοιάζονται οι μοναχές της ιστορίας μας με το δωδώνειο χαλκείο, που βγάζει ήχους με τον άνεμο -όπου «άνεμος» στην ιστορία μας, η βούληση του ιερέα τους, τον οποίον υπερασπίζονται.

Ακολουθεί το απόσπασμα από το έγγραφο σε σχέση με τη μαρτυρία των μοναχών γυναικών:

Πανιερώτατε! πληροφορούμεθα ὅτι οἱ ὀλίγοι ἐκεῖνοι οἵτινες, ἀναφέρουν εἰς τήν γραμματείαν, διαφόρους ἀνυπάρκτους κατηγορίας, λέγουν ὅτι οἱ συνάδελφοί του ἱερεῖς, δέν εἶναι μέτοχοι εἰς αὐτήν τήν ἀγωγήν τῆς κατηγορίας, θέλοντες δῆθεν, νά ἀποδείξουν, ὅτι δέν προέρχεται, τοῦτο, ἀπό τινα φθόνον καί ἰδιοτέλειαν· ἀλλ’ ἡμεῖς θεοροῦμεν, ὅτι κατά τάς «6» αὐγούστου, ὁ ἅγιος οἰκονόμος διά νά προσάψῃ καί ἑτέραν τινά συκοφαντίαν φοβεροτέραν καί παρανομωτέραν, τῆς πρώτης, ἐκήρυξεν ἐπί παῥουσίᾳ πολλῶν, ὅτι ὁ παπᾶ κύρ Ἀθανάσιος, ἔρριψεν φάρμακον εἰς τήν ἱεράν ματάδοσιν (μετάληψη) διά νά τόν θανατώσῃ, τό τοιοῦτον ἔγκλημα ὅστις τό ἀκούσει βέβαια φρίττει, ἀλλ’ ὅσον εἶναι φοβερόν καί παράνομον τοσοῦτον βλάπτει τόν χαρακτῆρα καί τήν ὑπόληψιν ἐκείνους ὅστις ἀγνωεῖται, ἄν εἶναι αὐτουργός τοῦ τοιούτου ἐγκλήματος, διότι «πᾶσα ἀκοή σφαλερά» γνωρίζομεν ὅμως ὅτι ἀπό τούς ἀρχαίους παρελθόντας αἰώνας, ἡ Ἐκκλησίᾳ θεοροῦσα ἀνάρμοστον εἰς τήν ἀξιοπρέπειάν της, γυναικεῖαν διακονίαν, ἐκώλυσεν ταύτην, διά τάς διαφόρους συμπιπτούσας ἀταξίας καί παρανομίας, ἀλλ’ ἤδη εἰς τήν κατηγορίαν ἑνός τοιούτου φοβεροῦ ἐγκλήματος, ὁποίοι παρουσιάζονται μάρτυρες; γυναίκες μοναχαί μέν, ἀλλ’ ὑποκείμεναι καθώς εἰς τήν φύσιν, οὕτω καί εἰς τά τῶν ἄλλων γυναικῶν φρονήματα, εἶναι δίκαιον νά λέγουν ὅτι αὐταί, πίνωντες ἀνάμα ὑπέπεσαν εἰς τόν ἴδιον ἐμετόν, τόν ὁποῖον ἐδοκίμασεν καί ὁ ἅγιος Οἰκονόμος, ἤ εἶναι δίκαιον νά παρευρίσκονται εἰς τόν καιρόν τῆς φοβερᾶς μισθαγωγίας, ἔνδον τοῦ ἁγίου Βήματος; καί νά διακονοῦν τούς ἱερεῖς, ἐπί παρουσίᾳ τῆς πανιερότητός του; ἤ εἶναι δίκαιον νά ὀνομάζουν τόν ἐμετόν γέννημα μόνον τοῦ φάρμακος; ὅστις ἀποτελεῖται καί ἀπό διαφόρους ἄλλας γνωστάς αἰτίας; τά τοιαύτα μή παραδεχομένη ἡ ἐκκλησία ἐμπόδισεν καί ἐμποδίζει, τήν πρός τά θεία, τῶν γυναικῶν διακονίαν, ὡς πνεύματα κοῦφα καί ἄστατα, καί πολλάκις κινούμενα ἀπό τούς συριγμούς τῶν ἑτέρων, ὡς τό δωδονεῖον ἐκεῖνο χαλκεῖον, ὑπό τήν πνοήν τοῦ ἀνέμου.

Γαλανιάδη Εύα


2 Σχόλια

Ευχαριστώ για την αναδημοσίευση του άρθρου "Δηλητήριο στη Θεία Κοινωνία" Νίκος Κουμπέτσος

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.